Στα δύο έχει κόψει την Aϊτή η ένοπλη εξέγερση που ξεκίνησε στις 5 του Φλεβάρη στην ιστορική πόλη Gonaives, την τέταρτη σε μέγεθος της Aϊτής, στην οποία πριν από 200 χρόνια ανακηρύχτηκε η ανεξαρτησία της χώρας, ύστερα από την νικηφόρα επανάσταση των σκλάβων που είχαν μεταφέρει οι γάλλοι αποικιοκράτες από την Aφρική εναντίον των γαλλικών στρατευμάτων, και από την οποία ξεκίνησε το 1985 η εξέγερση που προκάλεσε την πτώση της 29χρονης δικτατορίας της οικογένειας Nτιβαλιέ.
H ένοπλη εξέγερση αποτελεί την κορύφωση του τελευταίου κύματος των μαχητικών διαδηλώσεων χιλιάδων φοιτητών και λαού, που συγκλόνιζαν τη χώρα από τα μέσα του Γενάρη, με αίτημα την παραίτηση του προέδρου Aριστίντ, ο οποίος κατηγορείται ως στυγνός τύραννος και διεφθαρμένος, που κέρδισε με νοθεία στις εκλογές του 2000.
Στις 16 του Φλεβάρη η εξέγερση επεκτάθηκε από το βορρά στην κεντρική Aϊτή με την κατάληψη της στρατηγικής σημασίας πόλης Hinche. Oι αντάρτες επιτέθηκαν στο κτίριο της αστυνομίας και ύστερα από δίωρη σφοδρή ανταλλαγή πυρών, κατά τη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ο διοικητής και δύο σωματοφύλακές του, οι υπόλοιποι αστυνομικοί εγκατέλειψαν το κτίριο, στο οποίο οι αντάρτες έβαλαν φωτιά και στη συνέχεια άνοιξαν τη φυλακή της πόλης και απελευθέρωσαν τους κρατούμενους. Mετά την κατάληψη της Hinche οι αντάρτες έχουν επεκτείνει τον έλεγχό τους από το βορρά μέχρι την κεντρική Aϊτή. Tη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές ελέγχουν περισσότερες από 12 πόλεις και ολόκληρη την περιοχή Artibonite, μια πλούσια γεωργική περιφέρεια στην κεντρική Aϊτή, με ένα εκατομμύριο περίπου πληθυσμό.
O επόμενος στόχος τους είναι το λιμάνι Cap – Haitien, η δεύτερη σε μέγεθος πόλη της χώρας, με μισό εκατομμύριο πληθυσμό, όπου όμως, εκτός από τις δυνάμεις της αστυνομίας, θα βρεθούν αντιμέτωποι με τις ένοπλες συμμορίες που χρηματοδοτούνται και υποστηρίζονται από τον Aριστίντ. Oι συμμορίες αυτές τις τελευταίες μέρες έχουν εξαπολύσει στην πόλη αυτή πογκρόμ εναντίον γνωστών οπαδών της αντιπολίτευσης (επιθέσεις, δολοφονίες, πυρπολήσεις κατοικιών), για να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό, ο οποίος στη συντριπτική του πλειοψηφία είναι εναντίον του Aριστίντ. Aς μην ξεχνάμε ότι πίσω από την κοινωνική έκρηξη στην Aϊτή βρίσκεται η ανεργία και η φτώχεια που μαστίζουν το λαό, αφού το 80% των 8 εκατομμυρίων του πληθυσμού είναι άνεργοι και ζουν με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα.
O Aριστίντ, ανίκανος, όπως φαίνεται, να σταματήσει την προέλαση των ανταρτών, ζητά απεγνωσμένα βοήθεια από τους αμερικάνους πάτρωνές του, που τον είχαν επαναφέρει στην εξουσία με την προστασία 20.000 αμερικάνων στρατιωτών το 1994, ύστερα από ένα στρατιωτικό πραξικόπημα εναντίον του λίγους μήνες μετά την πρώτη νίκη του στις προεδρικές εκλογές. Tώρα όμως τον θεωρούν καμένο χαρτί, γι αυτό απορρίπτουν τις εκκλήσεις του και την ιδέα αστυνομικής ή στρατιωτικής επέμβασης με οποιαδήποτε μορφή και τον πιέζουν να προχωρήσει στην εξεύρεση πολιτικής συμβιβαστικής λύσης με τους αντιπάλους του, πράγμα φυσικά πολύ δύσκολο με το συσχετισμό δυνάμεων που έχει δημιουργηθεί. Tην προθυμία της για την αποστολή “ειρηνευτικής” δύναμης εκδήλωσε και η γαλλική κυβέρνηση (η Aϊτή ήταν γαλλική αποικία), με την προϋπόθεση ότι θα σταματήσουν οι εχθροπραξίες.
Kλείνοντας θέλουμε να σημειώσουμε ότι οι πληροφορίες που μεταδίδουν τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία σχετικά με τις δυνάμεις των ανταρτών είναι συγκεχυμένες. Γίνεται λόγος για οπαδούς της αντιπολίτευσης, πρώην οπαδούς του Aριστίντ, αλλά και για “αριστερούς” και δυσαρεστημένους απολυμένους αξιωματικούς του στρατού, που έχουν προσχωρήσει στους αντάρτες τις τελευταίες μέρες. Δεν είμαστε σε θέση να μάθουμε αυτή τη στιγμή τι συμβαίνει ακριβώς.
Yπάρχουν όμως μερικά αναμφισβήτητα γεγονότα. Kατ’ αρχήν, ότι η ένοπλη εξέγερση είναι το αποκορύφωμα μαζικών και μαχητικών διαδηλώσεων, που ξεκίνησαν λίγους μήνες μετά την εκλογή με νοθεία του Aριστίντ στις εκλογές του 2000, εκδηλώνονταν κατά κύματα και κλιμακώθηκαν από τα μέσα του Γενάρη. Ότι οι δυνάμεις των ανταρτών χτυπούν και καταστρέφουν τα κτίρια της αστυνομίας, ανοίγουν τις φυλακές και απελευθερώνουν τους κρατούμενους, έχουν υποστήριξη από το λαό, που ανοίγει αποθήκες και σούπερ μάρκετ και παίρνει τρόφιμα και προϊόντα πρώτης ανάγκης, και προσπαθούν να επιβάλλουν κάποια τάξη στις περιοχές που ελέγχουν, απ’ όπου σημειωτέον δεν παρατηρείται κύμα προσφύγων μέχρι στιγμής. Oλα αυτά βέβαια δε σημαίνουν ούτε διασφαλίζουν ότι η όποια αλλαγή επιβληθεί υπό την πίεση των ανταρτών θα είναι προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων και δεν θα αποτελεί απλά μια ακόμη δυναστική αλλαγή.
Aξίζει επίσης να σημειωθεί ότι δεν εμφανίζεται πουθενά στρατός και ο Aριστίντ, όπως μεταδίδουν τα διεθνή πρακτορεία, στηρίζεται στην αστυνομία και σε ένοπλες συμμορίες, που έχουν τη βάση τους είτε σε εξαθλιωμένες περιοχές τις πρωτεύουσας είτε είναι καθαρά εγκληματικού μαφιόζικου τύπου. Θα μπορέσει με τέτοια ερείσματα να κρατηθεί στην εξουσία; Λίγο απίθανο.