Με τους νεκρούς από τις σχεδόν καθημερινές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στη Βενεζουέλα, που συνεχίστηκαν για έκτη βδομάδα, να ξεπερνούν τους σαράντα, η κριτική κατά του προέδρου Μαδούρο κερδίζει έδαφος ακόμα και στους πρώην υποστηρικτές του, όπως ο αμερικάνος πανεπιστημιακός Γκάμπριελ Χέτλαντ (https://nacla.org/news/2017/05/03/why-venezuela-spiraling-out-control).
Ο Χέτλαντ κρατά ίσες αποστάσεις τόσο από την αντιπολίτευση όσο και την κυβέρνηση. Την πρώτη την κατηγορεί για υποκίνηση βίας ακόμα και όταν ο Μαδούρο είχε κερδίσει τις εκλογές, χωρίς κανείς να μπορεί να τον κατηγορήσει για νοθεία, ενώ τη δεύτερη την κατηγορεί ότι από το 2016 μέχρι σήμερα διολισθαίνει σε δικτατορικές μεθόδους διακυβέρνησης της χώρας, με την άρνησή της να πραγματοποιήσει τις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές (που έπρεπε να γίνουν πέρσι, βάσει του συντάγματος), με την ακύρωση δημοψηφίσματος που σχεδιαζόταν για τον Οκτώβρη του 2016, με το συστηματικό μπλοκάρισμα των αποφάσεων της Βουλής (η οποία ελέγχεται από την αντιπολίτευση), που οδηγεί στην ουσιαστική της ακύρωση, με τη βραχεία αναστολή της λειτουργίας της μετά από την απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου (που ο Μαδούρο αναγκάστηκε να ανακαλέσει) και με την απαγόρευση της πολιτικής δράσης για την ερχόμενη δεκαπενταετία στον Ενρίκε Καπρίλες (ηγετικό στέλεχος της αντιπολίτευσης, που έθεσε δύο φορές υποψηφιότητα για πρόεδρος χωρίς όμως επιτυχία).
Ο Χέτλαντ καταλήγει: «Διώξτε τους όλους». Κι αυτό είναι που «πονάει» την κυβέρνηση Μαδούρο, βλέποντας ότι χάνει τα ιδεολογικά της ερείσματα ανά τον κόσμο. Πώς να μη γίνει αυτό, όταν διαχειρίζεται τον καπιταλισμό που όσο κι αν τον βάφτισαν «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα» παραμένει καπιταλισμός, όπως κι αυτός των υπόλοιπων λατινοαμερικάνικων χωρών, ορισμένες από τις οποίες (όπως η Αργεντινή ή η Βραζιλία) έπαιξαν κι αυτές το παιχνίδι της ρεφορμιστικής πολιτικής κι έχασαν;








