Μπορεί ο νέος πρόεδρος του Ιράκ Τζαλαλ Ταλαμπανί να δηλώνει ότι η «ανταρσία» μπορεί να κατασταλεί σύντομα και οι Αμερικάνοι να αναφέρουν μείωση του ρυθμού των επιθέσεων τον περασμένο Μάρτη συγκριτικά με τους προηγούμενους μήνες, αυτό όμως δεν προκαθορίζει τίποτα για την έκβαση του πολέμου που μαίνεται στη χώρα. Πρώτα απ’ όλα, γιατί σε ένα πόλεμο κανείς δε μπορεί να κρίνει απ’ τα σκαμπανεβάσματα του αριθμού των συγκρούσεων για να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα για την έκβασή του. Ιδιαίτερα όταν η σχετική μείωση του αριθμού των επιθέσεων αφορά ένα μικρό χρονικό διάστημα, όπως ο ένας μήνας, τη στιγμή μάλιστα που κάτι τέτοιο δεν παρατηρείται για πρώτη φορά.
Είναι απόλυτα φυσιολογικό οι επιθέσεις στην προεκλογική περίοδο να είχαν έξαρση σε σχέση με τους επόμενους μήνες, εφόσον ο στόχος να δημιουργήσουν πρόβλημα στην εκλογική διαδικασία έκανε τους αντάρτες να «τα δώσουν όλα» εκείνη την περίοδο. Βέβαια, τα παπαγαλάκια των κατακτητών πιάνονται από κάποια νούμερα για εσωτερική κατανάλωση περισσότερο, παρά για πραγματική αποτίμηση της κατάστασης. Αυτό θα φανεί όταν γίνει το μέτρημα των επιθέσεων μόλις τελειώσει ο Απρίλης που θα είναι σαφώς περισσότερες, αν κρίνει κανείς απ’ την έξαρση που σημείωσαν τις τελευταίες δυο βδομάδες.
Τη βδομάδα που μας πέρασε ο καταιγισμός των επιθέσεων αγκάλιασε όλη σχεδόν τη χώρα κι όχι μόνο το «σουνιτικό τρίγωνο». Επιθέσεις σημειώθηκαν σε τουλάχιστον δέκα πόλεις. Απ’ τη Μοσούλη και το Κιρκούκ στο Βορρά, τη Βαγδάτη, τη Σαμάρα, τη Μπαϊτζί, τη Χαλίντια και τη Μπακούμπα στο κέντρο, την Αλ-Καΐμ και την Χουσάιμπα στα ιρακινοσυριακά σύνορα στα δυτικά μέχρι και τη Βασόρα στο νότο, όπου σύμφωνα με Αραβα ανταποκριτή του Μαφκαράτ Αλ-Ισλάμ σκοτώθηκαν τη Δευτέρα 9 Βρετανοί στρατιώτες από επίθεση ανταρτών με όλμους (χωρίς όμως να καταστεί δυνατό να διασταυρωθεί η είδηση ή να επιβεβαιωθεί από επίσημες πηγές).
♦ Μάχες στα σύνορα με τη Συρία
Οι σφοδρότερες συγκρούσεις σημειώθηκαν στα ιρακινοσυριακά σύνορα. Εκεί δεν είχαμε να κάνουμε με κάποιες βομβιστικές επιθέσεις αλλά με κανονικές μάχες σε δύο πόλεις, την Αλ-Καΐμ και τη γειτονική Χουσάιμπα. Εδώ δεν θα επικαλεστούμε τις αναλυτικές και εκτενείς αναφορές των ισλαμικών πρακτορείων, που μπορεί κανείς να κατηγορήσει για μονομέρεια, αλλά τη γνωστή αμερικάνικη φυλλάδα USA TODAY που στο φύλλο της της περασμένης Τρίτης, 19/4, περιέγραφε την κατάσταση με τα πιο μελανά χρώματα. Ο ταγματάρχης των Αμερικάνων πεζοναυτών, Τζον Ριντ, ήταν αποκαλυπτικότατος. Διαβάστε τον: «Το ξερίζωμα των εγκληματικών συμμοριών που ελέγχουν αυτή την βίαιη πόλη και η νίκη επί μιας μικρής αλλά καλά εκπαιδευμένης ομάδας στασιαστών εδώ μπορεί να αφεθούν στις νέες ιρακινές ομάδες ασφαλείας όταν θα ξεκινήσουν να μετακινούνται σ’ αυτή τη δυτική περιοχή της ερήμου αυτό το χρόνο… Αντιμετωπίζουμε μια καλά ανεπτυγμένη στάση με την υποστήριξη του τοπικού πληθυσμού που αριθμεί περίπου 100.000 πολίτες… Δεν υπάρχουν ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας εδώ. Δεν είναι αποτελεσματικές. Ούτε αστυνομία. Είτε είναι νεκροί ή κάνουν κάτι άλλο» (σ.σ συμμετέχουν στην αντίσταση;).
Τί να προσθέσουμε εμείς σ’ αυτή την ομολογία; Μόνο ότι οι Αμερικάνοι κοιτάζουν πώς να «την κάνουν» και ν’ αφήσουν την «καυτή πατάτα» στο νεοσχηματιζόμενο ιρακινό στρατό που για την ώρα αριθμεί περί τις 152.000 άντρες χωρίς όμως στοιχειώδη εκπαίδευση.
♦ Εκτελέσεις αξιωματούχων
Πέρα όμως απ’ τις συγκρούσεις και τις επιθέσεις, οι κατακτητές και οι Κουΐσλινγκ, που καλούνται να κάνουν τη «βρόμικη δουλειά», βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα κύμα εκτελέσεων υψηλόβαθμων αξιωματούχων της κυβέρνησης. Την προηγούμενη βδομάδα είχαμε αναφέρει την παραλίγο εκτέλεση του αναπληρωτή υπουργού Εσωτερικών της «ιρακινής κυβέρνησης» που γλύτωσε από θαύμα όταν αντάρτες επιτέθηκαν σε κονβόι που τον μετέφερε μέσα στην πρωτεύουσα, καθώς και την εκτέλεση του αρχηγού της αστυνομίας της Νατζάφ. Αυτή τη βδομάδα, οι αντάρτες εκτέλεσαν δύο ταξίαρχους κι έναν υποστράτηγο του κυβερνητικού στρατού. Ο πρώτος ταξίαρχος εκτελέστηκε στο δρόμο προς τη δουλειά του στη Μοσούλη, την Κυριακή. Ο δεύτερος, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τον έλεγχο τριών επαρχιών, εκτελέστηκε μέσα στο αμάξι του στην πόλη Αμάρα, 350 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Βαγδάτης, τη Δευτέρα το βράδυ. Ο υποστράτηγος, που ήταν ειδικός σύμβουλος του υπουργείου Πολέμου, εκτελέστηκε μαζί με το γιο του μέσα στη Βαγδάτη από δέκα αντάρτες.
♦ Απαντούν με προβοκάτσιες
Απέναντι στην αντοχή και την αποφασιστικότητα της Αντίστασης, οι κατακτητές απαντούν με προβοκάτσιες. Για την ακρίβεια, με απόπειρες προβοκάτσιας. Οπως αυτή στην πόλη Μαντάιν, βορειοανατολικά της πρωτεύουσας, που γρήγορα αποδείχτηκε φιάσκο. Παρά το γεγονός ότι δύο αντάρτικες ομάδες, η Al-Jaish Al-Islami και η Αλ-Κάιντα στο Ιράκ, διέψευδαν τις φήμες ότι Σουνίτες αντάρτες κρατούσαν Σιίτες ομήρους στην πόλη, καταγγέλλοντας ότι αντίθετα οι Αμερικάνοι και ο κυβερνητικός στρατός απειλούσαν οικογένειες, ο βρετανικός «Ιντιπέντεντ» την περασμένη Κυριακή ανέφερε το αντίθετο: «Ιρακινές και Αμερικάνικες δυνάμεις ετοιμάζονταν χθες το βράδυ να διεξάγουν μια επιχείρηση διάσωσης για 150 Σιίτες ομήρους που κρατούνται από Σουνίτες στασιαστές» (17/4/05). Την επομένη η ίδια εφημερίδα πληροφορούσε τους αναγνώστες της ότι «η αυξανόμενη φυλετική σύγκρουση στο Ιράκ έχει ενταθεί με τους Σουνίτες αντάρτες να απειλούν να σκοτώσουν δεκάδες Σιίτες πολίτες που έχουν σε ομηρία σε μια πόλη κοντά στη Βαγδάτη. Οι στασιαστές λένε ότι θα εκτελέσουν τους ομήρους στην Μαντάιν, βορειοανατολικά της πρωτεύουσας, εκτός αν όλοι οι Σιίτες εγκαταλείψουν την περιοχή. Ο Κασίμ Νταούντ, υπουργός Εθνικής Ασφαλείας, είπε ότι ο στρατός έχει απελευθερώσει 15 οικογένειες και συνέλαβε πέντε αντάρτες» (18/4/05).
Την ίδια μέρα μαθαίνουμε ότι όλα αυτά ήταν παραμύθια της Χαλιμάς, απ’ τον ίδιο τον ταξίαρχο του κυβερνητικού στρατού Μοχάμεντ Σάμπρι Λατίφ, που δήλωνε στο «Middle East Online»: «Ολη η πόλη είναι υπό έλεγχο. Ασφαλίσαμε τα σπίτια που οι κάτοικοι λέγανε ότι υπήρχαν όμηροι. Δε μπορέσαμε να βρούμε κανέναν. Και δεν πιστεύω ότι θα βρούμε οποιονδήποτε» (18/4/05). Η ανταπόκριση συνεχίζει: «Την Κυριακή, ένας αξιωματούχος του υπουργείου Αμυνας είχε πει ότι η αστυνομία εισέβαλε στη Μαντάιν, συνάντησε “σθεναρή αντίσταση” από στασιαστές, αλλά ανακατέλαβε τη μισή πόλη και απελευθέρωσε τουλάχιστον 15 οικογένειες. Ομως αυτό αργότερα αμφισβητήθηκε από άλλους αξιωματούχους που αρνήθηκαν ότι βρέθηκαν όμηροι και παραδέχτηκαν ότι όλες οι επιχειρήσεις εναντίον των ενόπλων είχαν αναβληθεί. Ο Αμπτέλ Σαλάμ Αλ – Κουμπέισι, αξιωματούχος του σουνιτικού Συνδέσμου των Μουσουλμάνων Κληρικών, που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των κατοίκων και της κυβέρνησης δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι “απ’ όσο γνωρίζω δεν υπάρχουν όμηροι”».
Ετσι, το θέμα έληξε εκεί. Ποιος οργάνωσε την προβοκάτσια θα παραμείνει άγνωστο κι ίσως να μην το μάθουμε ποτέ. Σίγουρα, όμως, η προσπάθεια να παρουσιαστεί η ιρακινή αντίσταση σαν «φυλετική σύγκρουση» πέφτει στο κενό. Κι αυτό γιατί ο Ιρακινός λαός συνεχίζει να βιώνει την κατοχή με τους κατακτητές να συνεχίζουν να διεξάγουν επιχειρήσεις και να προκαλούν.
♦ Προκλήσεις και αγανάκτηση
Οι προκλήσεις των Αμερικάνων έφτασαν μέχρι τον προπηλακισμό ενός μέλους της νέας «ιρακινής Βουλής» έξω απ’ την Πράσινη Ζώνη! Το πρωτοφανές περιστατικό έγινε όταν ο Φατάχ Αλ Σαΐχ, που δηλώνει υποστηρικτής του Σαντρ, περίμενε με το αυτοκίνητό του στην ουρά για να περάσει τις πύλες της Πράσινης Ζώνης προκειμένου να εισέλθει στο κτίριο της Βουλής. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του ίδιου στο Αλ-Τζαζίρα, την περασμένη Τετάρτη (20/4): «Ενώ ήμουν στο δρόμο για τη Βουλή εκείνο το πρωινό, οι αμερικάνικες δυνάμεις με ξάφνιασαν χτυπώντας το αμάξι μου επανειλημμένα, παρουσία συναδέλφων μου απ’ τη Βουλή, ενώ το αυτοκίνητό μου ήταν ένα απ’ τα 15 υπόλοιπα αυτοκίνητα που περίμεναν για να τους επιτραπεί η είσοδος στην Πράσινη Ζώνη». Ο Αμερικάνος στρατιώτης που ενοχλήθηκε απ’ τα πορτρέτα του Σαντρ που έφερε ο Σαΐχ στο αυτοκίνητό του, όχι μόνο χτύπησε το αυτοκίνητο αλλά δεν σταμάτησε ακόμα κι όταν ο Σαΐχ του έδειξε τη βουλευτική του ταυτότητα. Αντίθετα, του την πέταξε στα μούτρα βρίζοντας: «Στο διάολο κι εσύ και η Βουλή σου» (!) και επιχείρησε να του βάλει χειροπέδες, ενώ μαζί με άλλους τον έσπρωξαν μακριά. Κι όλα αυτά μπροστά στα μάτια τριών άλλων βουλευτών!
Οπως κατήγγειλαν στο Αλ-Τζαζίρα διάφοροι βουλευτές, το περιστατικό, αν και ακραίο, δεν είναι το μοναδικό. Για δύο ώρες ο ανταποκριτής του Αλ-Τζαζίρα άκουγε τους βουλευτές να καταγγέλλουν τις ταπεινώσεις που υφίστανται αυτοί κι ο Ιρακινός λαός όταν έρχονται σε επαφή με τα αμερικάνικα στρατεύματα. Ενας μάλιστα έφτασε στο σημείο να αρνηθεί να παρευρίσκεται στις συνεδριάσεις εάν δεν μεταφερθεί η Βουλή έξω απ’ την Πράσινη Ζώνη ενώ ένας άλλος είπε επί λέξη: «Η Πράσινη Ζώνη πρέπει να απελευθερωθεί απ’ την κατοχή» (Αλ Τζαζίρα 20/4/05). Την περασμένη Τρίτη η «ιρακινή Βουλή» σταμάτησε τις εργασίες της για μια ώρα σε ένδειξη διαμαρτυρίας γι’ αυτό το περιστατικό και ζήτησε απ’ την αμερικάνικη κυβέρνηση να ζητήσει επίσημα συγνώμη, κάτι που δεν έχει γίνει μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές (Τετάρτη βράδυ). Ακόμα, όμως, κι αν γίνει κάτι τέτοιο και τιμωρηθεί ο συγκεκριμένος στρατιώτης, τί αλλάζει; Αν οι Αμερικάνοι φέρονται έτσι σε βουλευτές, καταλαβαίνει κανείς πως συμπεριφέρονται στους απλούς Ιρακινούς πολίτες ακόμα κι αν δεν έχουν καμία σχέση με την αντίσταση. Αυτό όμως είναι που τους κάνει ακόμα πιο μισητούς στον Ιρακινό λαό.