Η βόμβα που έσκασε στη Wall Street μετά την απόρριψη του σχεδίου Πόλσον από τη Βουλή των Αντιπροσώπων την περασμένη Δευτέρα (παρά τη συμφωνία που είχε επιτευχθεί μεταξύ των κορυφών των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών την Κυριακή το βράδυ) ήταν πολλών μεγατόνων. Κανείς δεν περίμενε ότι το σχέδιο θα απορρίπτονταν και μάλιστα από την πλειοψηφία (τα 2/3) των Ρεπουμπλικανών και μια σημαντική μερίδα των Δημοκρατικών βουλευτών. Η κυβέρνηση προσπάθησε να βρει τρόπο για να το περάσει με τις ελάχιστες δυνατές τροποποιήσεις, όμως οι γιάπηδες της Wall Street έχουν ήδη πάθει το πρώτο τους λουμπάγκο. Και πώς να μην το πάθουν όταν όλοι ήταν σίγουροι ότι το σχέδιο θα περνούσε και θα έτρεχαν να τσεπώσουν το ζεστό χρήμα των 700 δισ. δολαρίων (δηλαδή πάνω από το 5% του ΑΕΠ) που τόσο απλόχερα θέλησε να τους παραχωρήσει η αμερικάνικη κυβέρνηση –με συμφωνία και των δύο προεδρικών υποψηφίων– αγοράζοντας τα «τοξικά χρέη» των τραπεζών (δηλαδή τα ομόλογα που δεν είχαν πλέον κανένα αντίκρισμα).
Η απόρριψη του σχεδίου Πόλσον (μέχρι στιγμής τουλάχιστον, γιατί την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν έχουν γίνει ούτε η ψηφοφορία στη Γερουσία ούτε η νέα ψηφοφορία στη Βουλή των Αντιπροσώπων) δεν έχει φυσικά να κάνει με κάποια κοινωνική ευαισθησία των βουλευτών της αμερικάνικης κεφαλαιοκρατίας, που στρογγυλοκάθονται στο Κογκρέσο. Το πιο πιθανό είναι ότι δεν πείστηκαν ότι αξίζει τον κόπο να δοθούν αυτά τα λεφτά για να σταματήσει η κρίση, παρά τις παραινέσεις των έγκυρων εντύπων της αμερικάνικης κεφαλαιοκρατίας που αναφωνούσαν: «Το σχέδιο του κ. Πόλσον δεν είναι τέλειο. Αλλά είναι αρκετά καλό και είναι ένα σχέδιο προσφοράς. Η προοπτική της αποτυχίας του θα στείλει τις πιστωτικές αγορές για μια ακόμα φορά σε αλλαγή πορείας προς την άβυσσο. Το Κογκρέσο θα έπρεπε να το περάσει και σύντομα»[1].
♦ Πορεία προς την άβυσσο
Βέβαια, ο Economist, του οποίου την έκκληση παραθέσαμε παραπάνω, κρατά την «πισινή» του υποστηρίζοντας ότι το σχέδιο του Πόλσον δεν είναι πανάκεια, ενώ κινδυνεύει να μη «γίνει κατανοητό» από τον αμερικάνικο λαό: «Εάν τα οικονομικά του σχεδίου Πόλσον είναι ευρέως σωστά, οι πολιτικές είναι διαβολικές. Σπαταλάς λεφτά σε ανθρώπους που σε έμπλεξαν σ’ αυτόν τον κυκεώνα. Μια ουσιώδης μεσολάβηση δεν μπορεί ακόμα να αγοράσει μακρόχρονη ανακούφιση: το σχέδιο δε μπορεί να σταματήσει τις τιμές των κατοικιών να πέφτουν και τον υπερφίαλο οικονομικό τομέα να συρρικνώνεται. Αν και το οικονομικό ρίσκο του σχεδίου είναι να αποτύχει, το πολιτικό ρίσκο είναι το σχέδιο να πετύχει. Οι ψηφοφόροι δεν θα αντιληφθούν μια κρίση που δεν έγινε ποτέ. Αλλά καθώς θα χάνουν τα σπίτια τους και τις δουλειές τους, θα δουν την Wall Street για μια ακόμα φορά να κερδίζει εκατομμύρια»[1].
Γι’ αυτό το λόγο, στις δημοσκοπήσεις που έγιναν, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων αντιτίθονταν στο σχέδιο Πόλσον[2] και η οργή του κόσμου ήταν τόσο μεγάλη που στα 3.500 τηλεφωνήματα που έλαβε την προηγούμενη εβδομάδα αμερικανός γερουσιαστής (και μάλιστα Ρεπουμπλικανός) μόνο τα 95 υποστήριζαν το σχέδιο Πόλσον[3]!
Ομως, ανεξάρτητα από το σχέδιο Πόλσον και τα σκαμπανευάσματα των μετοχών (που συνέχισαν να πέφτουν τη Δευτέρα το πρωί, παρά τη συμφωνία που επιτεύχθηκε σε επίπεδο κορυφών την Κυριακή το βράδυ, κατρακύλησαν μόλις μαθεύτηκε το νέο περί απόρριψης του σχεδίου «διάσωσης» από το Κογκρέσο και ανέκαμψαν όταν άρχισαν να καλλιεργούνται ελπίδες για την κατάθεση νέου σχεδίου από την κυβέρνηση Μπους), η κρίση δε λέει να κοπάσει. Την προηγούμενη Πέμπτη, ήταν η σειρά της Washington Mutual (μιας από τις μεγαλύτερες αμερικάνικες τράπεζες στην αγορά στεγαστικών δανείων) να φουντάρει και να εξαγοραστεί ταχύτατα από την JP Morgan Chase έναντι 1.9 δισ. δολαρίων, εφόσον το τελευταίο δεκαήμερο οι καταθέτες είχαν αποσύρει τις καταθέσεις τους ύψους 16,7 δισ. δολαρίων[4].
Αυτή η κατάρρευση, που δεν την άφησαν να γίνει (εξαγοράστηκε αμέσως), έκανε ακόμα και το CNN να παραδεχτεί: «Μέχρι τώρα αυτό το χρόνο, 13 ιδρύματα έχουν καταρρεύσει –συμπεριλαμβανομένης της Washington Mutual– που κατατάσσονται στα μεγαλύτερα στην αμερικάνικη ιστορία. Αναλυτές και βιομηχανικά στελέχη έχουν προειδοποιήσει ότι ο αριθμός αυτός θα αυξηθεί, με την οικονομία να αδυνατίζει και την αγορά κατοικιών να εξακολουθεί την σπειροειδή της πτώση»[5].
Δεν είχε προλάβει να στεγνώσει το μελάνι των παραπάνω γραμμών και οι απαισιόδοξες προβλέψεις επιβεβαιώνονται με το παραπάνω. Η τέταρτη μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ, η Wachovia, εξαγοράζεται από την Citigroup, που δήλωσε ότι θα απορροφήσει τα 42 δισ. δολάρια ζημιές της εν λόγω τράπεζας[6].
♦ Αγκαλιάζει την Ευρώπη
Το τσουνάμι της αμερικάνικης κρίσης έφτασε μέχρι τις ακτές της Ευρωλάνδης. «Οι γερμανικές τράπεζες είναι ήδη αρκετά μπλεγμένες σ’ αυτή την καταστροφή», αναφωνούσε ο Στέφαν Κουθς από το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών στο Βερολίνο[7]. Σύμφωνα με τους «ειδικούς», τα μισά από τα «τοξικά δάνεια» της Αμερικής πουλήθηκαν στο εξωτερικό και ένα μεγάλο μέρος απ’ αυτά τα πήραν οι Γερμανοί[7]. Η Βρετανία αναμένεται να μπει επίσημα σε κρίση μέχρι το τέλος των δύο επόμενων τριμήνων[8]. Η Ισπανία βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρή επιβράδυνση στο ρυθμό ανάπτυξης με αποτέλεσμα ο «σοσιαλιστής» Θαπατέρο να καταρτίσει τον πιο σφιχτό προϋπολογισμό λιτότητας των τελευταίων δεκαετιών[9]. Την περασμένη Κυριακή κατέρρευσε η βελγο-ολλανδική Fortis (ένας τραπεζικός και ασφαλιστικός κολοσσός), η οποία πούλησε το 49% σε τρία κράτη (Βέλγιο, Ολλανδία και Λουξεμβούργο) τα οποία πλήρωσαν συνολικά 11.2 δισ. ευρώ![10]. Την επομένη, ήταν η σειρά της βελγο-γαλλικής τράπεζας Dexia που «διασώθηκε» χάρη στα 6.4 δισ. ευρώ ζεστό κρατικό παραδάκι που έλαβε από τις κυβερνήσεις της Γαλλίας, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου[11].
Και ο κατάλογος των πτωχεύσεων, κρατικοποιήσεων και εξαγορών των ευρωπαϊκών τραπεζικών και ασφαλιστικών ιδρυμάτων δεν έχει τελειωμό… Γράφει ο Economist: «Ηδη χώρες που αντιπροσωπεύουν το μισό των αμερικάνικων εξαγωγών, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων εμπορικών εταίρων όπως η Ιαπωνία, ο Καναδάς, η Γερμανία και η Γαλλία, έχουν εμφανίσει τουλάχιστον ένα τρίμηνο με αρνητική ανάπτυξη του ΑΕΠ, δήλωσε ο κ. Ρόζεμπεργκ. Καθώς η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνεται, η ενίσχυση από το εξωτερικό μάλλον θα αδυνατίζει… και φαίνεται σίγουρο ότι αυτό θα είναι ένα απογοητευτικό τρίμηνο για πολλές αμερικάνικες εταιρίες με διεθνή επέκταση»[12].
♦ Υπάρχει διέξοδος;
Το ερώτημα που τίθεται όλο και πιο επιτακτικά είναι ποια είναι η διέξοδος σ’ αυτόν τον εφιάλτη. Οι αμερικανοί προεδρικοί υποψήφιοι, Ομπάμα και Μακ Κέιν, δε μπόρεσαν να ψελλίσουν ούτε μια σοβαρή κουβέντα στο πρώτο τους ντιμπέιτ που έγινε την προηγούμενη Παρασκευή (26/9) για να αποδείξουν ότι υπάρχει εναλλακτική διέξοδος από την κρίση, με αποτέλεσμα κανένας από τους δύο να μη μπορέσει να διαφωτίσει τον κόσμο που παρακολουθούσε για το πώς θα αντιμετωπίσει την κρίση[13]. Και πώς να το κάνουν, όταν το πρόβλημα δε βρίσκεται μόνο στην «απληστία» κάποιων «κακών» που βρήκαν ευκαιρία να τα κονομήσουν (από τον ιδρώτα των άλλων, φυσικά, γιατί τα χρήματα ποτέ δεν έρχονται… από τον καλό θεούλη). Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην «απορρύθμιση» της αγοράς, η οποία θα επανέλθει στα «φυσιολογικά της επίπεδα» με την όποια κρατική παρέμβαση. Το πρόβλημα βρίσκεται στον ίδιο τον πυρήνα της καπιταλιστικής οικονομίας, στην ίδια την παραγωγή, η επέκταση της οποίας κλονίζεται από την πτώση της καταναλωτικής ικανότητας πλατιών λαϊκών μαζών.
Στο προηγούμενο φύλλο είχαμε αναφέρει ότι τα αμερικάνικα νοικοκυριά πάσχουν από υπερδανεισμό (που έχει φτάσει το 140% του εισοδήματός τους, έχοντας αυξηθεί γύρω στο 40% από τις αρχές της δεκαετίας). Τώρα, ο δανεισμός αυτός φαίνεται να πλησιάζει στα όριά του. Το αποτέλεσμα δεν φαίνεται μόνο στον χρηματοπιστωτικό τομέα, αλλά στην ίδια την παραγωγή και μάλιστα στον πιο ισχυρό πυρήνα της που εξασφαλίζει τη συσσώρευση του κεφαλαίου: στην παραγωγή μέσων παραγωγής. Χωρίς να θέλουμε να σας κουράσουμε περισσότερο, αξίζει να ρίξετε μια ματιά στον πίνακα που αναλύει την αύξηση του αμερικάνικου ΑΕΠ τα τελευταία δυόμισι χρόνια (2006-2008). Από τον πίνακα αυτό φαίνεται ανάγλυφα ότι η αύξηση του ΑΕΠ (κατά 0.6% στο πρώτο τρίμηνο και 2.8% στο δεύτερο τρίμηνο του 2008) οφείλεται πρώτα απ’ όλα στις εξαγωγές (που αυξήθηκαν κατά 5.1% και 12.3% αντίστοιχα). Αυτό φαίνεται από τις γραμμές «Ποσοστιαίες μονάδες από αυτές της μεταβολής του ΑΕΠ» που αποτυπώνει τη συμβολή της κάθε κατηγορίας στην μεταβολή του ΑΕΠ.
Για παράδειγμα, το δεύτερο τρίμηνο του 2008, το ΑΕΠ αυξήθηκε 2.8 ποσοστιαίες μονάδες. Από αυτές τις 2.8 ποσοστιαίες μονάδες, οι 1.54 οφείλονται στις εξαγωγές (δηλαδή το 55%), ενώ αν οι «Ακαθάριστες Εγχώριες Ιδιωτικές Επενδύσεις» ήταν μηδενικές και όχι αρνητικές, το ΑΕΠ θα είχε αυξηθεί άλλες 1.74 ποσοστιαίες μονάδες δηλαδή θα ήταν 2.8+1.74=4.54% επάνω. Ομως οι «Ακαθάριστες Ιδιωτικές Εγχώριες Επενδύσεις» (στις οποίες συμπεριλαμβάνεται η παραγωγή μέσων παραγωγής) δεν αυξήθηκαν αλλά σημείωσαν μείωση -5.8% και -11.5% στο πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του 2008. Οι επενδύσεις αυτές εμφανίζουν συνεχή πτώση από το 2ο κιόλας τρίμηνο του 2006 με εξαίρεση το 2ο και 3ο τρίμηνο του 2007 που σημείωσαν κάποια (όχι συγκλονιστική) άνοδο. Αν το επόμενο διάστημα αρχίσουν να πέφτουν οι εξαγωγές, τότε θα δούμε το ΑΕΠ να «παγώνει» κάτω του μηδενός και την αμερικάνικη οικονομία να μπαίνει και επίσημα σε κρίση[14].
Με τη χειροτέρευση του βιοτικού επιπέδου των πλατιών λαϊκών μαζών παγκόσμια, με την πτώση του μεροκάματου, την άνοδο της ακρίβειας και της φορομπηξίας, εσείς τι λέτε, υπάρχουν και πολλές πιθανότητες για αύξηση της κατανάλωσης και συνεπώς των πωλήσεων προϊόντων στις αγορές;
♦ Ενοχος ο καπιταλισμός
Η «χρηματοπιστωτική κρίση» δεν αποτελεί, επομένως, μια παράκαμψη από τη σωστά ρυθμισμένη αγορά. Αποτελεί συστατικό της στοιχείο όσο και το ίδιο το χρήμα. Κι αυτό δεν είναι καινούργιο φαινόμενο:
«Ομως, κανενός είδους τραπεζική νομοθεσία δε μπορεί να παραμερίσει την κρίση. Σε ένα σύστημα παραγωγής, στο οποίο όλη η συνοχή του προτσές (σ.σ. διαδικασίας) αναπαραγωγής στηρίζεται στην Πίστη, είναι οφθαλμοφανές ότι πρέπει να ξεσπάσει μια κρίση, να σημειωθεί ένας ορμητικός συνωστισμός στις θυρίδες των τραπεζών για την απόκτηση μέσων πληρωμής, όταν σταματήσουν ξαφνικά οι πιστώσεις και όταν έχει πια πέραση μόνο η πληρωμή σε μετρητά. Γι’ αυτό, από πρώτη ματιά όλη η κρίση παρουσιάζεται σαν πιστωτική κρίση και χρηματική κρίση. Και, πράγματι, πρόκειται μόνο για τη μετατρεψιμότητα των συναλλαγματικών σε χρήμα. Αυτές όμως οι συναλλαγματικές αντιπροσωπεύουν στο μεγαλύτερό τους μέρος πραγματικές αγορές και πωλήσεις, η επέκταση των οποίων σε σημείο που να ξεπερνά κατά πολύ την κοινωνική ανάγκη, βρίσκεται τελικά στη βάση όλης της κρίσης. Παράλληλα, όμως, μια τεράστια επίσης μάζα αυτών των συναλλαγματικών αντιπροσωπεύει μόνο απατεωνίστικες επιχειρήσεις, που τώρα αποκαλύπτονται και ξεσπάνε, αντιπροσωπεύει ακόμα κερδοσκοπικές, αλλά αποτυχημένες επιχειρήσεις, που έγιναν με ξένο κεφάλαιο – τέλος αντιπροσωπεύουν εμπορευματικά κεφάλαια, που έχουν υποτιμηθεί ή που δεν μπορούν καθόλου να πουληθούν, ή χρηματικές επιστροφές, οι οποίες δεν μπορούν ποτέ πια να εισπραχθούν. Ολο το τεχνητό σύστημα επέκτασης με το στανιό του προτσές αναπαραγωγής δεν μπορεί βέβαια να θεραπευτεί με το ότι τώρα κάποια τράπεζα, π.χ. η Τράπεζα της Αγγλίας, με τα χαρτονομίσματά της χορηγεί σ’ όλους τους απατεώνες το κεφάλαιο που τους λείπει και αγοράζει στην παλιά ονομαστική τους αξία όλα τα υποτιμημένα εμπορεύματα»[15].
Το παραπάνω κείμενο εμφανίζει εκπληκτικές ομοιότητες με τη σημερινή εποχή, όμως γράφτηκε πριν από περίπου ενάμισι αιώνα από τον Καρλ Μαρξ, κατά την ανάλυση των κρισιακών δεδομένων της εποχής του. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι περί αυτού πρόκειται και στην παρούσα κρίση; Και ποια είναι η «διέξοδος» που δίνουν οι υπηρέτες της κεφαλαιοκρατίας; Δεν είναι το ζεστό χρήμα στους χρηματιστές, αδιαφορώντας για την διόγκωση του δημόσιου χρέους; Μα μήπως κι αυτό είναι καινούργιο φαινόμενο;
«Το δημόσιο χρέος, δηλαδή το ξεπούλημα του κράτους – αδιάφορο αν είναι απολυταρχικό, συνταγματικό ή δημοκρατικό κράτος – βάζει τη σφραγίδα του στην κεφαλαιοκρατική εποχή. Το μοναδικό κομμάτι του λεγόμενου εθνικού πλούτου, που στους σύγχρονους λαούς ανήκει πραγματικά στο σύνολο του λαού, είναι το δημόσιο χρέος του. Γι’ αυτό είναι πέρα για πέρα συνεπής η σύγχρονη θεωρία που λέει ότι ένας λαός γίνεται τόσο πιο πλούσιος όσο πιο βαθιά βουτιέται στα χρέη. Το δημόσιο χρέος γίνεται το credo (πιστεύω) του κεφαλαίου. Και από τη στιγμή που εμφανίζεται η χρέωση του δημοσίου, τη θέση του αμαρτήματος ενάντια στο άγιο πνεύμα, για το οποίο δεν υπάρχει άφεση, την παίρνει η καταπάτηση της πίστης απέναντι στο δημόσιο χρέος. Το δημόσιο χρέος γίνεται ένας από τους πιο δραστικούς μοχλούς της πρωταρχικής συσσώρευσης… Το δημόσιο χρέος έχει δημιουργήσει τις μετοχικές εταιρείες, το εμπόριο με συναλλάξιμες αξίες… Με δυο λόγια: το παιχνίδι στο χρηματιστήριο και τη σύγχρονη τραπεζοκρατία»[16].
Ας σκεφτούμε πόσο ζεστό χρήμα έδωσαν και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού οι κυβερνήσεις. Δισεκατομμύρια δολάρια και δισεκατομμύρια ευρώ δόθηκαν απλόχερα στις καταρρέουσες τράπεζες προκειμένου να τις στηρίξουν. Χρήματα που – σε αντίθεση με τα διαφόρου τύπου φουσκωμένα ομόλογα και παράγωγα – δεν αντιπροσωπεύουν «αέρα κοπανιστό», αλλά αξίες, δηλαδή συσσωρευμένη ανθρώπινη εργασία. Χρήματα που κάποιοι καπιταλιστές και μεγαλοστελέχη θα τσεπώσουν για να μπορέσουν να συνεχίσουν το «θεάρεστο» έργο τους. Αυτό της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης για την παραγωγή της μέγιστης δυνατής υπεραξίας.
Την ίδια στιγμή που κυβερνήσεις παρέχουν αφειδώς όλα αυτά τα λεφτά στο κεφάλαιο, καλούν την εργατική τάξη να αρκεστεί σε όλο και πιο λίγα και θεωρούν τις όποιες οικονομικές της διεκδικήσεις «παράλογες απαιτήσεις» ή «προνόμια που πρέπει να καταργηθούν». Κάποια στιγμή θα πρέπει και οι αποδέκτες των βαρών της κρίσης να δώσουν τη δική τους απάντηση στο πρόβλημα. Κι αυτή η απάντηση δε δίνεται από τους «καναπέδες» της απάθειας (που γίνονται όλο και πιο σκληροί), αλλά από τους δρόμους της ταξικής πάλης. Αν οι μοναδικοί παραγωγοί των αξιών, που τόσο ξεδιάντροπα σπαταλά το κεφάλαιο (είτε κερδοσκοπικό είναι αυτό είτε όχι), δεν το συνειδητοποιήσουν αυτό, αν δεν διεκδικήσουν την αύξηση του μεροκάματου και την επέκταση των δικαιωμάτων τους, αν εν τέλει δε γράψουν στις σημαίες τους το σύνθημα «κατάργηση του συστήματος της μισθωτής σκλαβιάς», τότε κάθε φορά θα βρίσκονται στη δυσάρεστη θέση να διαπιστώνουν ότι «τις χειρότερες μέρες μας δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα».
Κώστας Βάρλας
Παραπομπές
1. Economist, 25/9/08, άρθρο με τίτλο «Θέλουμε τα λεφτά σου».
2. Σε δημοσκόπηση της USA TODAY, που έγινε στις 24 Σεπτέμβρη, μόνο το 22% υποστήριξε το σχέδιο Πόλσον ως έχει, το 56% υποστήριξε ότι θα πρέπει να υπάρξει κάποιο σχέδιο «διάσωσης» και το 11% απάντησε ότι δε θα πρέπει να γίνει τίποτα (USA TODAY, 28/9/08).
3. Reuters, 27/9/08.
4. BBC, 27/9/08.
5. CNN, 26/9/08.
6. BBC, 29/9/08.
7. BUSINESS WEEK, 23/9/08.
8. BBC, 16/9/08, επικαλούμενο τις προβλέψεις του ΟΟΣΑ.
9. ΕΡΤ, 26/9/08.
10. Καθημερινή, 29/9/08.
11.Καθημερινή, 1/10/08.
12. ECONOMIST, 11/9/08.
13. CNN, 27/9/08.
14. Σύμφωνα με την αστική οικονομολογία, μια οικονομία θεωρείται ότι βρίσκεται σε κρίση μόνο αν σημειωθούν δύο συνεχόμενα τρίμηνα με αρνητική ανάπτυξη.
15. Κάρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», τόμος τρίτος, κεφ.30, σελ. 617-8.
16. Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», τόμος πρώτος, κεφ.21, σελ.779.