Με τη συμμετοχή Σαρόν, Αμπάς, Νταχλάν και CIA
Στις 12 Ιουλίου, ο αντιπρόεδρος της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και Γενικός Γραμματέας της Φατάχ, Φαρούκ Καντούμι, σε συνέντευξη Τύπου στην ιορδανική πρωτεύουσα, αποκάλυψε ότι ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, και ο πρώην ισχυρός άντρας στη Γάζα, Μοχάμεντ Νταχλάν, συνωμότησαν με το Ισραήλ και τη CIA για να δολοφονήσουν το Γιάσερ Αραφάτ και να εξοντώσουν τους πολιτι- κούς και στρατιωτικούς ηγέτες των οργανώσεων της παλαιστινιακής αντίστασης. Ο Καντούμι επικαλείται το ντοκουμέντο μιας μυστικής συνάντησης αξιωματούχων της CIA, του πρώην ισραηλινού πρωθυπουργού Αριέλ Σαρόν, του Μαχμούντ Αμπάς και του Μοχάμεντ Νταχλάν στις 22 Μαρτίου του 2004, το οποίο αποκάλυψε ότι του το εμπιστεύτηκε ο Αραφάτ.
Μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Αραφάτ, σε συνθήκες άκρας μυστικότητας σε στρατιωτικό νοσοκομείο της Γαλλίας, έμπιστοι συνεργάτες του εξέφρασαν δημόσια την πεποίθηση ότι δολοφονήθηκε με δηλητήριο, χωρίς ωστόσο να δοθεί συνέχεια από τη διάδοχη ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής. Τώρα όμως, που οι καταγγελίες προέρχονται από μια ιστορική ηγετική μορφή του παλαιστινιακού κινήματος, αποκτούν πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα, ακόμη κι αν δεν μπορεί να αποδειχτεί η γνησιότητα και η εγκυρότητα του σχετικού ντοκουμέντου, γιατί κανείς δεν μπορεί ούτε να τις αγνοήσει ούτε πολύ περισσότερο να πειστεί από τους ισχυρισμούς της διορισμένης κυβέρνησης του Αμπάς, με το γνωστό αμαρτωλό παρελθόν, ότι πρόκειται για αποκυήματα της φαντασίας του Φαρούκ Καντούμι.
Στις 16 Ιουλίου, ο Φαρούκ Καντούμι, με δήλωσή του στο «Αλ-Τζαζίρα», επανέλαβε τις κατηγορίες εναντίον του Αμπάς και του Νταχλάν, δήλωσε ότι δεν αναγνωρίζει τη σημερινή ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής, επέμεινε στην αξιοπιστία του ντοκουμέντου που αποκάλυψε και προκάλεσε την Παλαιστινιακή Αρχή να αποδείξει το αντίθετο. Στην ερώτηση γιατί δεν έκανε τις αποκαλύψεις αυτές νωρίτερα, απάντησε ότι περίμενε να συγκεντρώσει περισσότερα στοιχεία για τους χειρισμούς της Παλαιστινιακής Αρχής και ότι σκόπευε να αποκαλύψει το ντοκουμέντο αυτό στο 6ο συνέδριο της Φατάχ, που επρόκειτο να γίνει στο εξωτερικό. Ομως, μετά την απόφαση του Αμπάς να συγκληθεί στη Δυτική Οχθη στις 4 Αυγούστου, υπό τη σκιά των ισραηλινών τανκς, με σκοπό να αποκλειστούν τα εξόριστα και διωκόμενα από τους Σιωνιστές στελέχη, αποφάσισε να το δώσει στη δημοσιότητα τώρα.
Η απόφαση της διορισμένης κυβέρνησης Αμπάς να κλείσει τα γραφεία του «Αλ-Τζαζίρα» στη Δυτική Οχθη, κατηγορώντας το ότι προκαλεί διχόνοια ανάμεσα στην Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και την Παλαιστινιακή Αρχή, επειδή μετέδωσε τη δήλωση του Φαρούκ Καντούμι, για να την ανακαλέσει στη συνέχεια, ύστερα από τις καταγγελίες των παλαιστινιακών οργανώσεων, δημοσιογραφικών ενώσεων και οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αποκαλύπτει τη σύγχυση και τον πανικό της.
Οσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στο Παλαιστινιακό επιβεβαιώνουν τις καταγγελίες του Φαρούκ Καντούμι και συμπίπτουν σε πολλά σημεία με τα στοιχεία που έφερε στο φως μια εκτενής έρευνα του αμερικάνικου περιοδικού «Vanity Fair», που δημοσιεύτηκε το 2008, με τίτλο «Πώς η κυβέρνηση Μπους είπε ψέματα στο Κογκρέσο και εξόπλισε τη Φατάχ για να προκαλέσει παλαιστινιακό εμφύλιο πόλεμο με σκοπό να ανατρέψει τη Χαμάς».
Μπορεί βέβαια το ντοκουμέντο που έδωσε στη δημοσιότητα ο Φαρούκ Καντούμι να μην αποτελεί από μόνο του αποδεικτικό στοιχείο για να δικαστεί η σημερινή ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής για συνεργασία με το Ισραήλ και για προδοσία των συμφερόντων του παλαιστινιακού λαού και ο Αμπάς να επιμένει ότι δεν έχει καμιά σχέση με τη δολοφονία του Αραφάτ. Δεν μπορεί όμως να αρνηθεί ότι οι παλαιστινιακές δυνάμεις ασφάλειας εκπαιδεύτηκαν και εξοπλίστηκαν υπό την επίβλεψη του αξιωματούχου της CIA Κέιθ Ντέιτον και ότι συνεργάζονται στενά με το Ισραήλ για την εξόντωση των μαχητών της Αντίστασης στη Δυτική Οχθη, ότι το καθεστώς της Ραμάλα έχει επιδοθεί σε αδυσώπητο διωγμό, καταστολή, συλλήψεις, απολύσεις από τη δουλειά των αντιπάλων του, σε καταλήψεις και κλείσιμο φιλανθρωπικών ιδρυμάτων ισλαμικών οργανώσεων, σε άγρια βασανιστήρια κρατουμένων, που σε πολλές περιπτώσεις κατέληξαν στο θάνατό τους. Και μόνο αυτά, ανεξάρτητα από το ποιος συμμετείχε στη συνομωσία για τη δολοφονία του Αραφάτ, είναι αρκετά για να καταδικαστούν ο Αμπάς και η κλίκα του για συνεργασία με το Ισραήλ και προδοσία.