Οπως ο Σίσυφος της ελληνικής μυθολογίας, που ήταν καταδικασμένος να σπρώχνει για να ανεβάζει το βράχο στην κορυφή του λόφου και να τον βλέπει να κυλά πίσω, έτσι και οι Καναδοί στρατιώτες είναι αναγκασμένοι να πολεμούν και να πεθαίνουν για τα ίδια εδάφη στις ίδιες περιοχές Zhari και Panjwai νοτιοδυτικά της Κανταχάρ και να βλέπουν τους Ταλιμπάν, που είχαν καταφέρει να διώξουν, να επιστρέφουν με την πρώτη ευκαιρία.
Τις έξι τελευταίες βδομάδες, σύμφωνα με ρεπορτάζ των «The New York Times» (2/9/07), οι Ταλιμπάν έχουν απωθήσει τις κυβερνητικές δυνάμεις από τη μισή περίπου στρατηγικής σημασίας περιοχή του νότιου Αφγανιστάν, την οποία πριν από ένα χρόνο καναδικά και αμερικάνικα στρατεύματα είχαν εκκαθαρίσει από τους αντάρτες, και έχουν υιοθετήσει νέες τακτικές. Αυτό συμβαίνει γιατί όταν αποχωρούν τα νατοϊκά στρατεύματα από περιοχές που έχουν θέσει υπό τον έλεγχό τους, ο αφγανικός στρατός και η αστυνομία δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις επιθέσεις των Ταλιμπάν και να τις κρατήσουν.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι Ταλιμπάν αποφεύγουν τις κατά μέτωπο συγκρούσεις με τους αντιπάλους τους, χρησιμοποιούν πολύ περισσότερο αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, επιχειρούν κατά μικρές ομάδες, το πολύ 20 μαχητών και αντί να διανυκτερεύουν, όπως παλιότερα, σε καταφύγια και ορύγματα, διανυκτερεύουν σε τζαμιά και σπίτια, προφανώς για να αποφύγουν τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκεντρώνει ο ΟΗΕ (οι Αμερικάνοι αρνούνται να δώσουν τα στοιχεία που κρατούν), έχουν εκραγεί 516 αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί μηχανισμοί μέσα στο 2007 και ακόμη 402 ανακαλύφθηκαν πριν να εκραγούν.
Παρατηρείται επίσης αύξηση συνολικά των επιθέσεων κατά 20%, από 500 κατά μέσο όρο το μήνα την περασμένη χρονιά σε 600 φέτος. Παράλληλα αυξάνεται κατά 20% και ο αριθμός των θυμάτων. Τουλάχιστον 3.000 έχουν σκοτωθεί μέχρι στιγμής αυτή τη χρονιά, από τους οποίους το 25% είναι άμαχοι. Κατά 20% αυξάνονται και οι απώλειες των στρατευμάτων κατοχής, ενώ η αφγανική αστυνομία έχει μέχρι στιγμής αυτή τη χρονιά περισσότερους από 500 νεκρούς από επιθέσεις ανταρτών, έναντι 257 όλη την περασμένη χρονιά.
Παρατηρείται επίσης αύξηση συνολικά των επιθέσεων κατά 20%, από 500 κατά μέσο όρο το μήνα την περασμένη χρονιά σε 600 φέτος. Παράλληλα αυξάνεται κατά 20% και ο αριθμός των θυμάτων. Τουλάχιστον 3.000 έχουν σκοτωθεί μέχρι στιγμής αυτή τη χρονιά, από τους οποίους το 25% είναι άμαχοι. Κατά 20% αυξάνονται και οι απώλειες των στρατευμάτων κατοχής, ενώ η αφγανική αστυνομία έχει μέχρι στιγμής αυτή τη χρονιά περισσότερους από 500 νεκρούς από επιθέσεις ανταρτών, έναντι 257 όλη την περασμένη χρονιά.
Σύμφωνα με το άρθρο των «The New York Times», στις τρεις επαρχίες του νότιου Αφγανιστάν, την Κανταχάρ, τη Χέλμαντ και την Ουρούζγκαν υπάρχει κυβερνητική παρουσία μόνο στις επαρχιακές πρωτεύουσες και σε κάποια ακόμη αστικά κέντρα. Στην επαρχία Ουρούζγκαν, ο Ντοστ Μουχάμαντ Ντοστιγιάρ, διοικητής της υπηρεσίας κατά των Ναρκωτικών, δήλωσε ότι «ένας από τους πιο σημαντικούς λόγους που ο λαός έχει απομακρυνθεί από την κυβέρνηση είναι ότι η κυβέρνηση έχει μόνο τον έλεγχο της πρωτεύουσας και οι αγροτικές περιοχές είναι ολοκληρωτικά υπό τον έλεγχο των μαχητών». Αφγανοί αξιωματούχοι και στις τρεις νότιες επαρχίες υποστηρίζουν ότι οι Ταλιμπάν έχουν εξελιχθεί σε κίνημα. Εκμεταλλευόμενοι τη λαϊκή απογοήτευση από την κυβερνητική διαφθορά, έχουν διευρυνθεί από ένα στενό, με αυστηρές αρχές κίνημα σε ένα πλατύ μέτωπο, χαλαρά συνδεδεμένων ομάδων που πολεμούν την κυβέρνηση.