Αν βασιστεί κανείς μόνο στις ειδήσεις που μεταδίδουν τα διεθνή ΜΜΕ καθημερινά το τελευταίο διάστημα από το Ιράκ, θα σχηματίσει την εικόνα ότι αυτό που γίνεται σήμερα πρωτίστως σ’ αυτή τη χώρα είναι ένας πόλεμος αλληλοεξόντωσης αμάχων, με δεκάδες ανθρώπους καθημερινά να χάνουν τη ζωή τους είτε από τα αποσπάσματα θανάτου είτε σε επιθέσεις εκδίκησης, ένας ακήρυχτος εμφύλιος πόλεμος, που απειλεί να επεκταθεί σ’ όλη τη χώρα. Και φυσικά, δε γίνεται η παραμικρή νύξη για το ποιος έχει πρώτα και κύρια την ευθύνη γι’ αυτό το μακελειό, για το ποιος οργάνωσε και εκπαίδευσε τα αποσπάσματα θανάτου, για το πώς γίνεται μια δύναμη κατοχής 150.000 αντρών να μην μπορεί να αντιμετωπίσει τις ασήμαντες μπροστά της μιλίτσιες, για το πώς γίνεται μια κυβέρνηση, στην οποία κυριαρχούν οι πολιτικές δυνάμεις των οποίων οι μιλίτσιες συνεργάζονται με τους Αμερικάνους και συμμετέχουν σε μαζικές εκτελέσεις, να μην μπορεί να τις αντιμετωπίσει.
Η ιρακινή αντίσταση έχει κυριολεκτικά εξοβελιστεί από τα φώτα της δημοσιότητας. Πέπλο σιωπής καλύπτει τις επιθέσεις εναντίον αμερικάνικων και κυβερνητικών στόχων. Τι κι αν ο κατάλογος των επιχειρήσεων από τις δυνάμεις της ιρακινής αντίστασης, που δημοσιεύεται σε καθημερινή βάση σε διάφορες ιστοσελίδες, ιρακινές και ξένες, είναι μακρύς. Τι κι αν το Ραμάντι, από τα προπύργια της αντίστασης, εξακολουθεί να αντιστέκεται, παρόλο που βρίσκεται υπό ασφυκτικό αμερικάνικο κλοιό και βομβαρδίζεται ανελέητα εδώ και καιρό. Γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερη αξία η προβολή των ειδήσεων και των εικόνων, έστω και αποσπασματικών, τις οποίες η αμερικάνικη προπαγάνδα θέλει να κρατήσει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, χωρίς όμως να το καταφέρνει πάντα.
Οπως είναι γνωστό, στο Ραμάντι, έχει απαγορευτεί η παρουσία δημοσιογράφων, ακόμη και των αποκαλούμενων «ενσωματωμένων», αυτών δηλαδή που ακολουθούν τα στρατεύματα κατοχής. Οι πληροφορίες που βγαίνουν από την πόλη προέρχονται κυρίως από τους κατοίκους που την εγκαταλείπουν αναζητώντας αλλού καταφύγιο. Ο Dexter Filkins, δημοσιογράφος των «New York Times» αποτελεί εξαίρεση. Μπήκε στην πόλη και έκανε ρεπορτάζ «ενσωματωμένος» στον αμερικάνικο στρατό, γεγονός που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και τον τρόπο που βλέπει και παρουσιάζει τα γεγονότα.
Ωστόσο κι έτσι, η ανταπόκρισή του από το Ραμάντι (New York Times, 5/7/06) δίνει μια αμυδρή εικόνα της κατάστασης. Γι’ αυτό και θεωρούμε ότι αξίζει να παραθέσουμε κάποια, κατά τη γνώμη μας ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, αποσπάσματα.
«Το Κυβερνητικό Κέντρο στο μέσο αυτής της κατεστραμμένης πόλης μοιάζει με φρούριο στην άγρια άκρη κάποιας μεθορίου. Είναι αποκλεισμένο με οδοφράγματα, οχυρωμένο με σάκους άμμου, γεμάτο άντρες έτοιμους να πυροβολήσουν, περικυκλωμένο από μπάζα και εχθρούς που ανυπομονούν να μπουν μέσα.
Οι αμερικάνοι πεζοναύτες εδώ μένουν οχτώ σε ένα δωμάτιο, σπάνια κάνουν μπάνιο λόγω έλλειψης τρεχούμενου νερού και αφοδεύουν σε σακούλες που μεταφέρονται έξω και καίγονται.
Η απειλή των ελεύθερων σκοπευτών είναι πάντα παρούσα. Οι πεζοναύτες μόλις βγουν έξω αρχίζουν να τρέχουν. Η θερμοκρασία την ημέρα κυμαίνεται γύρω στους 50 βαθμούς. Οι περισσότερες πεζές περιπολίες ακυρώνονται εξαιτίας του κινδύνου θερμοπληξίας.
Η τροφή είναι άγευστη, τα παράθυρα κλεισμένα με σανίδες. Ο χώρος μυρίζει ούρα και πάρα πολλοί άνθρωποι συνωστίζονται στον ίδιο χώρο για πολύ ώρα.
Και οι απώλειες είναι βαριές. Οταν ρωτήθηκε ο διοικητής για τους τραυματίες μας ανέφερε λίγα ονόματα…».
«Ετσι είναι η ζωή στο Ραμάντι, το επίκεντρο της ιρακινής εξέγερσης και εστία ενός πολέμου φθοράς μεταξύ των αμερικάνικων δυνάμεων και των ανταρτών. Εδώ και τρία χρόνια, σώματα πεζοναυτών και στρατός έχουν δοκιμάσει σχεδόν καθετί για να θέσουν υπό έλεγχο αυτή την επαρχιακή πρωτεύουσα των 400.000 κατοίκων. Τίποτα δεν έχει φέρει αποτέλεσμα.
Τώρα οι αμερικάνοι διοικητές δοκιμάζουν κάτι καινούργιο. Αντί να συνεχίζουν τη μάχη για το κέντρο της πόλης ή να το ξανακτίσουν, σκοπεύουν να απαλλαχτούν απ’ αυτό ή τουλάχιστον από ένα μεγάλο μέρος του.
Λένε ότι σχεδιάζουν να κατεδαφίσουν περίπου τρία οικοδομικά τετράγωνα στο κέντρο της πόλης, μέρος του οποίου έχει μετατραπεί σε ερείπια από τον πόλεμο, και να το μετατρέψουν σε Πράσινη Ζώνη, ανάλογη με την οχυρωμένη και ασφαλή περιοχή που φιλοξενεί την ιρακινή και αμερικάνικη ηγεσία στη Βαγδάτη.
Η ιδέα είναι να σπάσουν το αιματηρό αδιέξοδο στην πόλη, θέτοντας τέλος στον πόλεμο γύρω από το σημαδεμένο από τις μάχες επαρχιακό διοικητήριο, στο οποίο οι αντάρτες επιτίθενται καθημερινά. Το κυβερνητικό Κέντρο θα παραμείνει, αλλά η άδεια περιοχή γύρω απ’ αυτό δεν θα επιτρέπει στους αντάρτες να καλύπτονται για να κάνουν επιθέσεις. “Θα τη μετατρέψουμε σε πάρκο”, είπε ο συνταγματάρχης Σιν Μακφάρλαντ.
Το Ραμάντι, μια κυρίως σουνιτική αραβική πόλη, θεωρείται από τους Αμερικάνους διοικητές το κλειδί για την ασφάλεια στην επαρχία Ανμπάρ, την πιο θανατηφόρα για τους Αμερικάνους στρατιώτες περιοχή στο Ιράκ. Πολλές συνοικίες εδώ ελέγχονται μόνο στα λόγια από τους Αμερικάνους, προσφέροντας καταφύγιο στους αντάρτες.
Ενώ στη Βαγδάτη και σε άλλες μεγάλες πόλεις του Ιράκ στο επίκεντρο μπορεί να είναι η συμφιλίωση ή η πολιτική διαδικασία, εδώ είναι ακόμη ο πόλεμος. Αρκετές φορές στις επιθέσεις εναντίον του Κυβερνητικού Κέντρου συμμετέχουν περισσότεροι από 100 αντάρτες τη φορά.
Την περασμένη βδομάδα, μια μεταμεσονύκτια μάχη ανάμεσα σε μια ομάδα ανταρτών και αμερικάνους πεζοναύτες κράτησε δύο ώρες και τελείωσε μόνο όταν οι Αμερικάνοι έριξαν μια κατευθυνόμενη από λέιζερ βόμβα σε ένα ήδη μισοκατεστραμμένο κτίριο στο κέντρο της πόλης. Εξι πεζοναύτες τραυματίστηκαν…».
«Η ιρακινή κυβέρνηση υπάρχει εδώ κατ’ όνομα. Την περασμένη βδομάδα, περίπου 7 εκατομμύρια δολάρια εξαφανίστηκαν από την Ραφιντάν Μπανκ, το μεγαλύτερο μέρος από τα αποθέματα της τράπεζας, κάτω ακριβώς από τη μύτη ενός αμερικάνικου φυλακίου στη διπλανή πόρτα. Ενας ιρακινός αστυνομικός πυροβολήθηκε στο πρόσωπο και πετάχτηκε στο δρόμο, με την αμερικάνικη ταυτότητά του ανάμεσα στα δάκτυλά του.
Ο κυβερνήτης της επαρχίας, Μαμούν Σαμί Ρασίντ αλ – Αλουάνι, πηγαίνει ακόμη για δουλειά εδώ, με αμερικάνικη στρατιωτική συνοδεία. Ομως πολλοί από τους ανώτερους αξιωματούχους της επαρχίας τον εγκατέλειψαν ύστερα από την απαγωγή και τον αποκεφαλισμό του γραμματέα του τον περασμένο Μάιο. Ο προηγούμενος κυβερνήτης δολοφονήθηκε καθώς και ο πρόεδρος του επαρχιακού συμβουλίου τον Απρίλιο. Σε μια συνάντηση την περασμένη βδομάδα του επαρχιακού συμβουλίου μόνο 6 από τους 36 αξιωματούχους εμφανίστηκαν…».
«Η ιρακινή αστυνομία περιπολεί στους δρόμους μόνο σε μια χούφτα γειτονιές, εκείνες που είναι πολύ κοντά στην αμερικάνικη βάση. Σε μια επίθεση που εκτυλίσσεται σε αργή κίνηση, κατά την οποία οι Αμερικάνοι εκκαθαρίζουν σταδιακά μεμονωμένες γειτονιές, όλες σχεδόν οι μάχες γίνονται από αμερικάνους στρατιώτες και πεζοναύτες, όχι από τον ιρακινό στρατό…
Οπως στο υπόλοιπο Ιράκ, το πιο φονικό όπλο είναι οι αυτοσχέδιες βόμβες. Οι βόμβες στην κυριολεξία καλύπτουν το Ραμάντι. Ενας αμερικάνικος στρατιωτικός χάρτης εδώ δείχνει περίπου 50 σημεία στα οποία ανακαλύφθηκαν πρόσφατα βόμβες στο οδόστρωμα…Μερικές φορές νοιώθεις σαν να βρίσκονται βόμβες παντού. Μόνο κατά τη διάρκεια μιας μονόωρης περιπολίας ένα βράδυ την περασμένη βδομάδα, μια ομάδα πεζοναυτών εντόπισε δύο βόμβες σε μια περιοχή που ελέγχεται σχολαστικά και τακτικά, που σημαίνει ότι είχαν τοποθετηθεί λίγες μέρες πριν…».