Μετά τον Τραμπ και τους υπουργούς του Εξωτερικών και Πολέμου, που όπου βρεθούν κι όπου σταθούν καλούν τις ευρωπαϊκές χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ -κυρίως τη Γερμανία- να αυξήσουν την οικονομική συνεισφορά τους στη στρατιωτική συμμαχία της ιμπεριαλιστικής Δύσης στο 2% των δαπανών τους, γιατί δεν μπορούν οι ΗΠΑ να πληρώνουν για να απολαμβάνουν «ασφάλεια» οι ευρωπαϊκές χώρες, στο ίδιο μήκος κύματος συντονίστηκε και ο (ευρωπαίος) γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, συνεντευξιαζόμενος (όχι τυχαία) στη γερμανική «Χάντελσμπλατ».
«Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ήταν σωστό να περικόψουμε τις αμυντικές δαπάνες», είπε ο Στόλτενμπεργκ. «Αλλά όπως μειώνουμε τις αμυντικές δαπάνες καθώς μειώνονται οι εντάσεις, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να τις αυξήσουμε όταν οι εντάσεις αυξάνονται – και τώρα αυξάνονται». Ο Στόλτενμπεργκ ανέλαβε να υπερασπιστεί τις ΗΠΑ, υποστηρίζοντας πως ανεξάρτητα από τη σκληρή ρητορική της Ουάσινγκτον, είναι σίγουρος πως οι ΗΠΑ είναι πλήρως αφοσιωμένες στο ΝΑΤΟ, φέρνοντας ως έμπρακτη απόδειξη το γεγονός ότι είναι η πρώτη φορά μετά από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου που αυξάνεται η αμερικανική παρουσία στην Ευρώπη.
Γι' αυτό το λόγο, ο Στόλτενμπεργ ενώνει τη φωνή του μ' αυτή της Ουάσινγκτον, ζητώντας από τις ευρωπαϊκές χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους έναντι της συμμαχίας, προκειμένου αυτή να μπορεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις από μια επιθετική Ρωσία και από την τρομοκρατία που προέρχεται από τους πολέμους στη Συρία και το Ιράκ. «Δεν πρόκειται για ικανοποίηση των ΗΠΑ, πρόκειται για την ασφάλεια της Ευρώπης», λέει. «Η Ευρώπη είναι πολύ πλησιέστερα στην αστάθεια, τη βία, την αβεβαιότητα, στους κινδύνους σε σχέση με τις ΗΠΑ».
Ελα, όμως, που η Γερμανία βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο και αυτά τα θέματα δεν είναι καθόλου… ελκυστικά για τους ψηφοφόρους. Η Γερμανία έχει υποσχεθεί ότι μέχρι το 2024 θα αυξήσει τις νατοϊκές της δαπάνες στο 2% του κρατικού προϋπολογισμού (τώρα ξοδεύει 1,2%), όμως η διοίκηση Τραμπ πιέζει αυτό να γίνει άμεσα, προκαλώντας θυμό στη γερμανική πολιτική κάστα. Η Μέρκελ διατηρεί την ψυχραιμία της και δεν απαντά, όμως ο σοσιαλδημοκράτης ΥΠΕΞ, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, βρήκε την ευκαιρία να «πουλήσει» κοινωνική ευαισθησία στους ψηφοφόρους, χαρακτηρίζοντας «πλήρως μη ρεαλιστικό» το πρόγραμμα βαθμιαίας αύξησης των πολεμικών δαπανών της Γερμανίας.
Ο Στόλτενμπεργκ είχε απάντηση και σ' αυτό, θυμίζοντας ότι «οι ευρωπαίοι σύμμαχοι, συμπεριλαμβανόμενης της Γερμανίας, ξόδευαν πάνω από 2% στην άμυνα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Επομένως, βρισκόμασταν εκεί προηγουμένως και κανένας δεν περιμένει από τους συμμάχους που είναι σημαντικά κάτω από το 2% να το φτάσουν μέσα σε ένα ή δύο χρόνια».
Οπως όλα δείχνουν, οι εντάσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Γερμανία θα ενταθούν. Για τα αμερικάνικα μονοπώλια του λεγόμενου στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος είναι ζωτικής σημασίας η αύξηση των πολεμικών δαπανών των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ. Ιμπεριαλιστικές χώρες σαν τη Γερμανία, βέβαια, έχουν τη δική τους πολεμική βιομηχανία. Σε καμιά περίπτωση, όμως, δεν μπορούν να φτάσουν τις ΗΠΑ. Και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να κατακτήσουν την ηγεμονία στο ΝΑΤΟ. Αλλο πράγμα να κάνει η γερμανική πολεμική βιομηχανία μπίζνες με υποτελείς χώρες (π.χ. με την Ελλάδα, στην οποία πουλάει από άρματα μάχης μέχρι υποβρύχια… που γέρνουν) και άλλο να υποχρεώνεται η χώρα σε αύξηση του νατοϊκού προϋπολογισμού της, από την οποία θα επωφεληθούν πρωτίστως τα αμερικάνικα μονοπώλια, γιατί οι ΗΠΑ έχουν την ηγεμονία στο ΝΑΤΟ και ελέγχουν ασφυκτικά το μηχανισμό διοίκησής του (απόδειξη η συμπεριφορά τσιρακιού που επιδεικνύει ο σοσιαλδημοκράτης Στόλτενμπεργκ, τέως πρωθυπουργός της Νορβηγίας).
Δεν είναι, λοιπόν, μόνο οι προεκλογικές ανάγκες που κάνουν τη Μέρκελ αρνητική στην πίεση που της ασκούν οι Αμερικανοί, αλλά και τα ιδιαίτερα συμφέροντα του γερμανικού ιμπεριαλισμού. Αν θυμηθούμε και την απειλή που εξαπέλυσε η Μέι, στην επιστολή για την ενεργοποίηση της διαδικασίας εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι αναμένεται όξυνση του ανταγωνισμού ανάμεσα στο αμερικάνικο και τα ευρωπαϊκά ιμπεριαλιστικά κέντρα της λυκοσυμμαχίας του ΝΑΤΟ.