Σε κρίσιμη καμπή βρίσκεται η απεργία των γάλλων εργατών και εργαζόμενων στις δύο δημόσιες επιχειρήσεις των μέσων μαζικής μεταφοράς, τη SNCF (σιδηρόδρομοι) και τη RATP (μετρό, υπόγειος σιδηρόδρομος, λεωφορεία και τρεις γραμμές τραμ του Παρισιού), που συνεχίζεται για 8η μέρα τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές (Τετάρτη βράδυ). Ανεξάρτητα από την κατάληξή της, αυτή η απεργία, όπως και όλο το σκηνικό των κινητοποιήσεων που εξαπλώθηκαν στο δημόσιο τομέα, αποκτά εξαιρετική σημασία και είναι ιδιαίτερα διδακτική απ’ όλες τις απόψεις. Και από την άποψη της υπονομευτικής τακτικής της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και από την άποψη της δράσης των εργαζομένων, ιδιαίτερα όταν ξεπερνούν τις συνδικαλιστικές «τους» ηγεσίες και αποφασίζουν να εντείνουν τον αγώνα, αλλά και από την άποψη των ορίων αυτού του ξεπεράσματος. Ας ξεκινήσουμε, όμως, από ένα σύντομο χρονικό των πρόσφατων κινητοποιήσεων των γάλλων εργαζομένων.
♦ Το χρονικό
Η απόφαση της κυβέρνησης Φιγιόν (ας τη λέμε κυβέρνηση Σαρκοζί, για να είμαστε πολιτικά ακριβείς) να εναρμονίσει τα ισχύοντα ειδικά ασφαλιστικά καθεστώτα στους τομείς των μέσων μεταφοράς (κάτι σαν τα δικά μας ΒΑΕ), στις επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας και ορισμένους άλλους επαγγελματικούς τομείς, με τα ισχύοντα στον υπόλοιπο δημόσιο τομέα, που η κυβέρνηση Ραφαρέν είχε καταφέρει να πλήξει με την αντιασφαλιστική της μεταρρύθμιση το 2003 (παρά το κύμα απεργιών που είχε συναντήσει τότε), προκάλεσε την οργή των εργαζομένων. Ετσι, τα συνδικάτα αποφάσισαν να οργανώσουν την πρώτη τους απεργία στις 18 Οκτώβρη. Η απεργία κράτησε δύο μέρες και είχε πολύ μεγάλη επιτυχία. Τα ποσοστά συμμετοχής κυμαίνονταν γύρω στο 75% στους σιδηροδρόμους σύμφωνα με τα συνδικάτα (60% σύμφωνα με τη διοίκηση), δηλαδή πάνω από το 67%, που ήταν το ποσοστό συμμετοχής στις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις του 1995 (τότε που η κυβέρνηση Σιράκ αναγκάστηκε να κάνει πίσω). Μεγάλα ποσοστά απεργίας σημειώθηκαν και στη RATP (άγγιξαν το 60%) και στη δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού EDF (52%).
Οι διαδηλωτές σε όλη τη Γαλλία έφτασαν τους 300.000, σύμφωνα με την CGT (150.000 σύμφωνα με την αστυνομία). Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, όμως, έσπευσαν άρον-άρον να κλείσουν τον αγώνα. Η απεργία σταμάτησε και δόθηκε «αγωνιστικό ραντεβού»… μετά από ένα μήνα! Ετσι, χάθηκε πολύτιμος χρόνος, τη στιγμή που η κυβέρνηση δήλωνε αμετακίνητη στην επιβολή των αντιασφαλιστικών μέτρων.
Οι συνδικαλιστές ρίχνουν τις πρώτες γέφυρες προς την κυβέρνηση και ο Γενικός Γραμματέας της CGT (του ισχυρότερου συνδικάτου στον κλάδο, που ελέγχεται από το «Κ»Κ), Μπερνάρ Τιμπό, στέλνει επιστολή στον υπουργό Κοινωνικών Ασφαλίσεων στις 9 Νοέμβρη, στην οποία δεν αναφέρει λέξη για την αύξηση των ορίων ηλικίας που επιχειρεί να περάσει η κυβέρνηση με την κατάργηση των λεγόμενων πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, αλλά κάνει για μια ακόμα φορά έκκληση για «διάλογο» ανά κλάδο και επιχείρηση με τους καπιταλιστές, με τη συμμετοχή της κυβέρνησης, σπάζοντας έτσι την ενότητα του αγώνα. Διάλογος φυσικά δε γίνεται και έτσι ξεκινά η δεύτερη απεργία, την Τετάρτη 14/11. Μια απεργία που είχε κι αυτή μεγάλη επιτυχία με ποσοστά συμμετοχής της τάξης του 64% στους σιδηροδρόμους (σύμφωνα με τα στοιχεία της CGT).
Δυο μέρες μετά την έναρξη της δεύτερης απεργίας, η CFDT (το συνδικάτο που ελέγχεται από τους «σοσιαλιστές») προτείνει τη λήξη της. Η CGT διχάζεται. Ο Τιμπό προτείνει «διάλογο» και οι συνδικαλιστές του κλάδου συνέχιση της απεργίας. Οι Γενικές Συνελεύσεις ψηφίζουν τη συνέχιση της απεργίας. Ο Σαρκοζί δέχεται την πρόταση Τιμπό για διαπραγματεύσεις ανά επιχείρηση και τελικά, παρά τον αρχικό «τσαμπουκά» από τον υπουργό Εργασίας, που δήλωνε ότι δεν θα γίνει διάλογος αν δεν μειωθούν οι απεργίες, συνάπτεται συμφωνία για τριμερείς διαπραγματεύσεις συνδικάτων, διοίκησης και κυβέρνησης, ανά επιχείρηση. Οι διαπραγματεύσεις συμφωνείται να ξεκινήσουν την Τετάρτη 21/11, μια μέρα μετά τα μεγάλα συλλαλητήρια, στα οποία συμμετέχουν αρκετοί κλάδοι του Δημοσίου. Τα ποσοστά συμμετοχής στην απεργία πέφτουν δραματικά, φτάνοντας στο 28% στους σιδηροδρόμους στο τέλος της 6ης μέρας της απεργίας, σύμφωνα με τα στοιχεία της CGT.
♦ «Κοινωνικός αυτοματισμός»
Η κυβέρνηση, πατώντας και στην οπορτουνιστική τακτική της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, οργανώνει την προπαγάνδα της. Η καταστροφολογία δίνει και παίρνει. Οι απεργοί «γονατίζουν την οικονομία», αφού, όπως έγραψε η «Μοντ», μια βδομάδα απεργίας ισοδυναμεί με απώλεια 1,5-2 δισ. ευρώ (περίπου 200-300 εκατ. την ημέρα), ενώ, σύμφωνα με τον μακρο-οικονομικό δείκτη, ρίχνει κατά 0,1 της μονάδας την τριμηνιαία ανάπτυξη. Τα συντηρητικά στρώματα του πληθυσμού δυσανασχετούν και στο Παρίσι τολμούν να κατέβουν σε κυριακάτικη διαδήλωση ενάντια στους απεργούς! Ομως, αυτή η διαδήλωση δεν ξεπερνά τα 10.000 άτομα, σύμφωνα με τη «Μοντ» (σύμφωνα με τους διοργανωτές ήταν 13.000, ενώ σύμφωνα με την «Ουμανιτέ» του «Κ»Κ ήταν 3.000). Σε μια πόλη που συγκεντρώνει (μαζί με τα προάστια) πάνω από 11 εκατ. κατοίκους, αλλά και σε σύγκριση με τους τουλάχιστον 70.000 διαδηλωτές που κατέβηκαν την Τετάρτη στο Παρίσι, η ισχνότητα της αντιδιαδήλωσης έδειξε ότι ο «κοινωνικός αυτοματισμός» δεν έπιασε. Το μόνο που απέμεινε στον Σαρκοζί είναι οι… δημοσκοπήσεις (που κι αυτές έδειξαν πτωτική τάση των υποστηρικτών του κατά 5%) και φυσικά η συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
♦ Οι διαδηλώσεις
Την Τρίτη γίνονται οι προγραμματισμένες διαδηλώσεις που οργανώνονται από 8 συνδικάτα των δημόσιων υπαλλήλων (ανάμεσά τους οι ταχυδρομικοί, οι εργαζόμενοι στην αεροπορία κ.ά.) και μαζί τους πάνε 5 συνδικάτα των εκπαιδευτικών και κάποια συνδικάτα γιατρών. Αλληλέγγυοι δηλώνουν και οι φοιτητές των Πανεπιστημίων που βρίσκονται σε κινητοποίηση (καταλήψεις και άλλες μορφές πάλης). Τα αιτήματα επικεντρώνονται στις αυξήσεις μισθών, στην αντίθεση στη μείωση του προσωπικού στις δημόσιες επιχειρήσεις και την πτώση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, την προάσπιση του δημόσιου χαρακτήρα των επιχειρήσεων κ.λπ.
Οι διαδηλώσεις είναι ιδιαίτερα μαζικές. Οχι μόνο στο Παρίσι, όπου η ανταποκρίτριά μας αναφέρει ότι παρακολουθούσε επί τρεις ώρες την πορεία να περνάει, αλλά σε όλη τη χώρα. Η αστυνομία δίνει υπερδιπλάσιο αριθμό συμμετασχόντων σε σχέση με τις πορείες που είχαν γίνει στις 18 Οκτώβρη, αναφέροντας ότι 375.000 διαδηλωτές κατέβηκαν στους δρόμους των πόλεων όλης της χώρας. Η CGT ανεβάζει τον αριθμό στις 700.000 και μάλλον πέφτει πιο κοντά στην πραγματικότητα. Σύμφωνα με τους συνδικαλιστές της FSU, οι διαδηλωτές ήταν γύρω στους 70.000 στο Παρίσι, 30.000 στη Μπορντό, 60.000 στη Μασσαλία, 20.000 στη Ρεν, 10.000 στην Πο. Στη διαδήλωση που έγινε στο Παρίσι συμμετείχαν και μερικοί φοιτητές και μαθητές, που σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις δεν ξεπερνούσαν τους 5.000 συνολικά.
Αν και η πορεία στο Παρίσι είχε καθαρά πανηγυρικό χαρακτήρα, διεξήχθη σε απόλυτα ειρηνικό κλίμα και με τους μπάτσους να έχουν «διακριτική» παρουσία, ο Γενικός Γραμματέας του CFDT (της συνδικαλιστικής οργάνωσης που κάλεσε στο σταμάτημα των απεργιών) δε γλίτωσε από την οργή των απεργών. Οταν τόλμησε να εμφανιστεί, έφαγε τόσο βρισίδι και γιουχάισμα, που αναγκάστηκε να τραπεί σε φυγή, υπό την προστασία αστυνομικών!
♦ Τα σαμποτάζ
Τη νύχτα της Τρίτης προς Τετάρτη, λαμβάνουν χώρα περιστατικά εμπρησμών σε καλωδιώσεις σε τέσσερις εθνικές γραμμές τρένων μεγάλης ταχύτητας (TGV). Τα τρένα αναγκάζονται να κινηθούν στο απλό σιδηροδρομικό δίκτυο, σημειώνονται μεγάλες καθυστερήσεις, η διοίκηση του γαλλικού σιδηροδρομικού οργανισμού (SNCF) μιλάει για «σαμποτάζ» και η CGT καταγγέλλει τους… προβοκάτορες, κατά την προσφιλή και πάγια τακτική της. Η κυβέρνηση καταγγέλλει κι αυτή, αν και όχι τόσο χοντροκομμένα όπως η διοίκηση του SNCF, ενώ ο Γενικός Γραμματέας της Sud-Rail δηλώνει ότι γίνεται προσπάθεια για δραματικοποίηση της απεργίας από τη διοίκηση, υποστηρίζοντας ότι δεν είναι οι απεργοί που οργάνωσαν κάτι τέτοιο, γιατί η διατάραξη της ασφάλειας είναι κάτι πολύ σημαντικό για τους σιδηροδρομικούς.
Το «Κ»Κ καταγγέλλει επιχείρηση «δυσφήμισης των απεργών» και εξίσωσης των «απολύτως καταδικαστέων πράξεων με τη νόμιμη πάλη των απεργών». Η εργατική αντιβία καταδικάζεται στο πυρ το εξώτερο και κανείς δεν διανοείται ότι μπορεί να αποτελέσει κι αυτή μορφή πάλης.
♦ Οι διαπραγματεύσεις
Ο «διάλογος» προβάλλεται ως η μόνη ρεαλιστική διέξοδος για την «έξοδο από την κρίση». Ετσι, μια μέρα μετά τις μεγάλες εργατικές διαδηλώσεις και με τον Σαρκοζί να δηλώνει ανένδοτος στις «μεταρρυθμίσεις», τα συνδικάτα προσέρχονται σ’ αυτόν και μάλιστα διασπασμένα κατά κλάδους, όπως ήταν η πρόταση Τιμπό. Γίνονται δύο ξεχωριστές τριμερείς συναντήσεις, μία για τη RATP και μία για τη SNCF. Μόνο η SUD–Rail (η δεύτερη μεγαλύτερη συνδικαλιστική οργάνωση μετά τη CGT στον κλάδο) αρνήθηκε να συμμετάσχει, αν και αρχικά είχε συμφωνήσει.
Ο Γενικός Γραμματέας της CGT ξεκινά τη διαλυτική προπαγάνδα. Δηλώνει ότι οι διαπραγματεύσεις πρέπει να διαρκέσουν τουλάχιστον ένα μήνα και περνάει στο ψαχνό: «Αν οι επιτροπές βεβαιώσουν ότι το πλαίσιο διαπραγματεύσεων ανοίγεται για μια μεγάλη χρονική περίοδο, είναι προφανές ότι πρέπει να δούμε τον τρόπο εξέλιξης αυτής της κινητοποίησης. Δε θα μπορεί να έχει τη μορφή που έχει τώρα». Ο Γενικός Γραμματέας της CGT σιδηροδρομικών, Ντιντιέ Λερέστ εκτιμά πως «τα πρώτα σημεία επισημάνθηκαν», κατά τη διάρκεια του πρώτου γύρου των διαπραγματεύσεων της SNCF την Τετάρτη, και οι Γενικές Συνελεύσεις καλούνται να αποφασίσουν για τη συνέχιση ή την αναστολή της απεργίας. Ως θετικό σημείο επικαλείται, μεταξύ άλλων, την ένταξη των πριμ στον υπολογισμό των συντάξεων. «Δεν καλώ στην αναστολή της απεργίας και στην επιστροφή στη δουλειά. Πρέπει να μεταφέρουμε στους σιδηροδρομικούς τα νέα αποτελέσματα, όπως κάνουμε από την αρχή», δηλώνει, σύμφωνα με τη «Λιμπερασιόν», συστήνοντας στους σιδηροδρομικούς «να κρατήσουν ζωντανή την ικανότητά τους για κινητοποίηση». O γενικός διευθυντής της RATP Πιέρ Μονζάν, σε συνέντευξή του στη «Φιγγαρό», δηλώνει ότι αυτά που θα συζητηθούν πρέπει να είναι συμβατά με τις οικονομικές δυνατότητες της RATP.
♦ Αντί επιλόγου
Δε γνωρίζουμε τα αποτελέσματα των Γενικών Συνελεύσεων, αλλά θα είναι μια ευχάριστη έκπληξη η συνέχιση της απεργίας. Αν γίνει αυτό, θα σημάνει πολλά πράγματα για την εργατική τάξη της Γαλλίας (και όχι μόνο). Ομως, τα πράγματα είναι δύσκολα και απ’ ότι φαίνεται το σαμποτάζ της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας είναι πολύ πιο ισχυρό από τις δολιοφθορές που έγιναν στα τρένα (από τις οποίες κανένας δεν έπαθε τίποτε).