Οι εκλογές στην Παλαιστίνη δεν θύμιζαν σε τίποτα τις καθιερωμένες εκλογικές φιέστες στις δυτικοευρωπαϊκές δημοκρατίες. Οχι γιατί δεν έγιναν σε ήπιο κλίμα, ούτε γιατί οι Παλαιστίνιοι «δεν είναι πολιτισμένοι σαν του λόγου μας», αλλά γιατί η εκλογική διαδικασία διαδραματίστηκε στο φόντο μιας κοινωνίας σε κίνηση κι όχι εν υπνώσει. Μιας κοινωνίας κι ενός λαού που αντιστέκεται (συχνά με τα όπλα) εδώ και δεκαετίες, απαιτώντας την ελάχιστη απονομή δικαιοσύνης που οι Σιωνιστές του υποκλέπτουν.
Τη διεκδίκηση πρώτα απ’ όλα της εθνικής του υπόστασης με το σχηματισμό ενός πραγματικού κράτους, αλλά και τη διαβίωση με στοιχειώδη αξιοπρέπεια, που δεν ταιριάζει με την καταπίεση που υφίσταται στα καθημερινά μπλόκα της ταπείνωσης στο δρόμο για ένα μεροκάματο πείνας στα ισραηλινά κάτεργα, δεν ταιριάζει με την ανοχή στους διεφθαρμένους ομοεθνείς που τα χρόνια της «ειρήνης» της προηγούμενης δεκαετίας έκτισαν τις βιλάρες τους πλάι στις παράγκες των εξαθλιωμένων προλετάριων.
Είναι γεγονός ότι αυτός ο αγώνας δεν έχει ξεκάθαρα ταξικά χαρακτηριστικά. Το παλαιστινιακό κίνημα δεν έχει καταγραφεί στην Ιστορία σαν ένα κίνημα που μάχεται πρωτίστως για την κοινωνική απελευθέρωση, όπως ήταν οι επαναστάσεις του περασμένου αιώνα, αλλά σαν ένα κίνημα πρώτα απ’ όλα για την κατάκτηση της εθνικής απελευθέρωσης κόντρα στις ιμπεριαλιστικές επιταγές των ισχυρών κρατών του πλανήτη. Χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι αυτό το κίνημα δεν είχε και κοινωνικοαπελευθερωτικά χαρακτηριστικά, διαφορετικά θα είχε υποταχτεί στα χρόνια της «ειρήνης των γενναίων» στην εξουσία του Αραφάτ και της διεφθαρμένης Παλαιστινιακής Αρχής που εκπροσωπούσε την παλαιστινιακή αστική τάξη.
Η δεύτερη Ιντιφάντα είναι η καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό. Γιατί δεν πυροδοτήθηκε μόνο απ’ την ανεκπλήρωτη επιθυμία του Παλαιστινιακού λαού για εθνική απελευθέρωση, αλλά και απ’ την οργή του για το συμβιβασμό της Παλαιστινιακής μπουρζουαζίας με τους κατακτητές, υπό την υψηλή εποπτεία της Αμερικής. Ούτε φυσικά αυτοί που αντιστάθηκαν με τα όπλα και τα κορμιά τους προέρχονταν απ’ τα αστικά στρώματα. Απ’ τους κολασμένους προέρχονταν.
Γι’ αυτό ουδείς δικαιούται να χλευάζει ή να μειώνει αυτό το κίνημα για την έλλειψη ταξικότητας κι εμείς σαν κομμουνιστές συνεχίζουμε να το υποστηρίζουμε, γνωρίζοντας ότι ο δρόμος προς την κοινωνική λευτεριά περνά μέσα απ’ το μονόδρομο της εθνικής του απελευθέρωσης. Και υποστηρίζουμε όλες αυτές τις δυνάμεις, μεταξύ των οποίων και η Χαμάς, που αντιστάθηκαν χύνοντας ποτάμια αίματος γι’ αυτή την απελευθέρωση. Θυμίζουμε ότι η Χαμάς έχει χάσει δύο ηγετικά της στελέχη σ’ αυτό τον αγώνα, τον Σεΐχη Γιασίν και τον αντικαταστάτη του Ραντίσι, από δύο άνανδρες δολοφονίες από ισραηλινά «Απάτσι». Γνωρίζουμε ότι η Χαμάς δεν είναι μια οργάνωση που αντιτίθεται στον καπιταλισμό, όμως αυτό δε μας εμποδίζει να υποστηρίζουμε ότι η απρόσμενα ευρεία νίκη της στις βουλευτικές εκλογές, παρά το διεθνή εκβιασμό με τη διακοπή της οικονομικής βοήθειας, αποτελεί μία νίκη του Παλαιστινιακού λαού.
Γιατί το πρωτεύον ζήτημα σήμερα στην Παλαιστίνη είναι ο αγώνας για πραγματική εθνική απελευθέρωση, που αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης στο εσωτερικό της παλαιστινιακής κοινωνίας και το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών της εργατικής τάξης με τα αστικά στρώματα που θα αναπτυχθούν στο μέλλον και την ανάδειξη της κοινωνικής απελευθέρωσης στην ημερήσια διάταξη. Γιατί η νίκη της Χαμάς στις εκλογές σημαίνει νίκη της αντίστασης των όπλων κι όχι του συμβιβασμού των διεφθαρμένων.
Από δω και πέρα, όμως, η Χαμάς θα πρέπει να αποδείξει ότι δεν πρόκειται να ακολουθήσει το δρόμο της Φατάχ που ας μην το ξεχνάμε κάποτε αποτελούσε κι αυτή μια «τρομοκρατική οργάνωση». Πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα αποκηρύξει τον ένοπλο αγώνα, δεν θα αποδεχτεί ένα κράτος μαϊμού υπό σιωνιστικό έλεγχο και αμερικάνικη κηδεμονία, δεν θα ξεχάσει την επιστροφή των 4 εκατομμυρίων προσφύγων, την απαίτηση για απελευθέρωση των κρατουμένων, την καταστροφή του τείχους του αίσχους. Αν το κάνει αυτό ή διολισθήσει σταδιακά σε υποχωρήσεις παρόμοιες μ’ αυτές που έκανε ο Αραφάτ, αυτό θα σημάνει και το πολιτικό της τέλος. Τότε μια νέα Χαμάς ή κάποια άλλη ριζοσπαστική δύναμη θα αναπληρώσει το κενό.
Το σίγουρο είναι ότι το Παλαιστινιακό κίνημα, που συνεχίζεται για πάνω από μισό αιώνα, δεν πρόκειται να σταματήσει να αγωνίζεται. Κι αυτό το ξέρουν καλά οι ηγέτες και τα στελέχη της Χαμάς, που αναδείχτηκαν γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο. Οτι αντιτάχτηκαν στην προδοσία του Οσλο και συνέχισαν την αντίσταση. Για την ώρα η Χαμάς δε φαίνεται να ξεχνά τα βασικά αιτήματα του παλαιστινιακού κινήματος. Δεν κάνει πίσω ούτε ακόμα κι από τη θέση του συμβολαίου της οργάνωσης, που συντάχτηκε το 1988 και κάνει λόγο για την καταστροφή του Ισραήλ, παρά το γεγονός ότι τα στελέχη της προτείνουν μια μακρά εκεχειρία με το Ισραήλ, υπό όρους που καθιστούν αυτή την απαίτηση νεκρό γράμμα.
Ομως, ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει γι’ αυτό σε μια χώρα κατεστραμμένη από την σιωνιστκή βαρβαρότητα; «Το μήνυμά μας στους Ισραηλινούς είναι το εξής», αναφέρει σε άρθρο του με τίτλο «Δεν πρόκειται να ξεπουλήσουμε το λαό μας ή τις αρχές μας για την ξένη βοήθεια», στην εφημερίδα Guardian της Τρίτης 31 Γενάρη, ο Χαλίντ Μασάλ, ο ηγέτης της Χαμάς που ζει εξόριστος στη Συρία. «Δεν σας πολεμάμε επειδή ανήκετε σε μια συγκεκριμένη πίστη ή κουλτούρα. Οι Εβραίοι έχουν ζήσει μέσα στον μουσουλμανικό κόσμο για 13 αιώνες σε ειρήνη και αρμονία. Η σύγκρουση μαζί σας δεν είναι θρησκευτική αλλά πολιτική. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τους Εβραίους που δεν μας επιτέθηκαν. Το πρόβλημά μας είναι μ’ αυτούς που ήρθαν στη γη μας, επιβλήθηκαν δια της βίας, κατέστρεψαν την κοινωνία μας και αφάνισαν το λαό μας. Δεν πρόκειται ποτέ να αναγνωρίσουμε το δικαίωμα σε οποιαδήποτε δύναμη να κλέβει εμάς και τη γη μας και να αρνείται τα εθνικά μας δίκαια. Δεν θα αναγνωρίσουμε ποτέ τη νομιμοποίηση ενός Σιωνιστικού κράτους που δημιουργήθηκε μέσα στο έδαφός μας με σκοπό να εξιλεωθεί για τα αμαρτήματα άλλων ή να λύσει τα προβλήματα κάποιων άλλων. Ομως, είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε την αρχή για μια μακρόπνοη εκεχειρία, είμαστε έτοιμοι να διαπραγματευτούμε τους όρους. Η Χαμάς τείνει χείρα ειρήνης σ’ αυτούς που ειλικρινά ενδιαφέρονται για μια ειρήνη βασισμένη στη δικαιοσύνη».
Λόγος καθαρά πολιτικός, που έρχεται σε αντίθεση με το ίματζ της «τρομοκρατικής οργάνωσης» που προσπαθούν να της φορτώσουν ο Μπους και οι Σιωνιστές. Είναι πολύ δύσκολο οι Σιωνιστές να αποδεχτούν μια τέτοια ειρήνη, χωρίς να λάβουν πρώτα τα εχέγγυα ότι η Χαμάς θα ακολουθήσει το δρόμο του Αραφάτ και του Αμπάς. Το επόμενο διάστημα θα δείξει κατά πόσο η Χαμάς θα μπορέσει να αντέξει στην οικονομική πίεση των ιμπεριαλιστών, που σίγουρα θα ενταθεί μετά από τη «δοκιμαστική περίοδο» που της έδωσε το Κουαρτέτο (ΕΕ-ΟΗΕ-ΗΠΑ-Ρωσία) για να αποκηρύξει τη βία και να αποδεχτεί τον «οδικό χάρτη».