«Γίνεται φανερό ότι αυτή θα είναι είτε μια συμφωνία που δεν αξίζει τον κόπο να φύγουμε (σ.σ. από την ΕΕ) είτε, εναλλακτικά, μια συμφωνία που θα έχει τόσο σοβαρές επιπτώσεις ώστε ο κόσμος μπορεί να αποφασίσει ότι δε θέλει να φύγει». Τα λόγια του πρώην πρωθυπουργού της Βρετανίας Τόνι Μπλερ, ο οποίος ζήτησε την επανάληψη του δημοψηφίσματος για το Brexit ή τη λήψη της τελικής απόφασης από το κοινοβούλιο, και κάλεσε τους υποστηρικτές της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ να κινητοποιηθούν για να αποφευχθεί η «καταστροφή», προκάλεσαν την οργισμένη αντίδραση της σημερινής πρωθυπουργού Τερίζα Μέι.
Η Μέι (που την περίοδο του δημοψηφίσματος ήταν επίσης με το στρατόπεδο του Bremain, δηλαδή της παραμονής στην ΕΕ), υποστήριξε ότι οι δηλώσεις Μπλερ συνιστούν παραβίαση της απόφασης του βρετανικού λαού και επανέλαβε για μια ακόμα φορά την άρνησή της σε επανάληψη του δημοψηφίσματος. Οι Βρετανοί ψήφισαν έξω από την ΕΕ κι αυτό είναι που θα γίνει, είπε η πρωθυπουργός.
Ταυτόχρονα όμως, η κυβέρνηση διαβεβαίωσε την αυτοκινητοβιομηχανία Nissan, διά στόματος του υπουργού Επιχειρήσεων, Ενέργειας και Βιομηχανικής Στρατηγικής, Γκρεγκ Κλαρκ, ότι θα εξασφαλίσει συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, χωρίς δασμούς, με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Η Nissan από τη μεριά της δήλωσε ότι θα συνεχίσει να επενδύει στη Βρετανία μετά το Brexit και υποσχέθηκε ότι τα νέα αυτοκίνητα θα τα παράγει στο εργοστάσιο της Sunderplant. O Κλαρκ αποκάλυψε, όμως, ότι η υπόσχεση της Nissan για συνέχιση των επενδύσεών της έγινε αφού προηγουμένως η βρετανική κυβέρνηση έδωσε εγγυήσεις για μη ύπαρξη δασμών για τα εμπορεύματα που εξάγονται από τη Βρετανία στις αγορές της ΕΕ και μετά το Brexit. Πώς μπορεί, όμως, μια κυβέρνηση να δίνει τέτοιες εγγυήσεις, όταν η επιβολή δασμών εξαρτάται (και) από τα κράτη στα οποία θα εξαχθούν τα εμπορεύματα, δηλαδή από την ΕΕ; Είναι φανερό ότι στη δημόσια σφαίρα παίζεται περισσότερο ένα παιχνίδι προπαγάνδας παρά ένα παιχνίδι ουσίας.
Οι τριγμοί στο εσωτερικό της Βρετανίας σχετικά με το Brexit ακούστηκαν και με τις δηλώσεις του διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας, Μαρκ Κάρνεϊ (υπέρμαχου της παραμονής στην ΕΕ), ότι θα αποχωρήσει πριν ολοκληρώσει τη θητεία του (λήγει το 2021). Μετά από ένα ολιγοήμερο θρίλερ, ο Κάρνεϊ δήλωσε ότι θα μείνει μέχρι τον Ιούλη του 2019, προκαλώντας ανακούφιση στους καπιταλιστές, όπως ο σερ Μάρτιν Σορέλ (διευθύνων σύμβουλος του διαφημιστικού κολοσσού WPP), που δήλωσε ότι λυπάται για την πρόωρη αποχώρηση του Κάρνεϊ.
Με την ημερομηνία για την ενεργοποίηση του άρθρου 50 της συνθήκης της Λισσαβόνας (προβλέπει τη διαδικασία αποχώρησης μιας χώρας από την ΕΕ) να έχει μετατεθεί στο Μάρτη του 2017 (δηλαδή εννέα μήνες μετά από το δημοψήφισμα του Ιούνη 2016), έχουμε να δούμε πολλά ακόμα. Το σημειώνουμε γιατί οι καπιταλιστές, όπως έχουμε ξαναγράψει, είναι αντίθετοι στην έξοδο από την ΕΕ και ζητούν επιτακτικά από την κυβέρνηση εγγυήσεις για την αποφυγή δασμών στα βρετανικά προϊόντα. Αυτό θα μπορούσε να γίνει ενδεχομένως στα πρότυπα της CETA με τον Καναδά (γράφουμε σε διπλανή στήλη), αλλά η συμφωνία αυτή ακόμα δεν έχει δοκιμαστεί στην πράξη και δεν είναι βέβαιο ότι οι ευρωπαίοι «εταίροι» θα κάνουν τη χάρη στη Βρετανία να ξεπεράσει έτσι εύκολα το ζήτημα (ο Γιούνκερ δήλωσε με νόημα ότι η CETA δεν αποτελεί πρότυπο για το Brexit).
Πώς όμως θα έχουν οι βρετανοί καπιταλιστές και την πίτα ολόκληρη (προνομιακές συμφωνίες με την ΕΕ όχι μόνο για τις δικές της αγορές αλλά και για τις αγορές τρίτων χωρών με τις οποίες η ΕΕ έχει συνάψει συμφωνίες) και το σκύλο χορτάτο (έξοδος από την ΕΕ και αποφυγή όλων των υποχρεώσεων που προβλέπονται για τα κράτη-μέλη); Αυτό αποτελεί ακόμα το ζητούμενο.
Θυμίζουμε ότι με τη συμφωνία ΕΕ-Βρετανίας, που αποτυπώθηκε στα συμπεράσματα της Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 18ης και 19ης Φλεβάρη του 2016, η Βρετανία κέρδισε:
1. Να μπορεί να διακόψει τις κοινωνικές παροχές σε εργαζόμενους από άλλες χώρες της ΕΕ μέχρι και για τέσσερα χρόνια από την έναρξη της απασχόλησής τους στη χώρα (και για τα επόμενα επτά χρόνια).
2. Να πραγματοποιεί ελέγχους στα σύνορά της κατά παράβαση της Σένγκεν.
3. Να εξαιρούνται από το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας οι υπήκοοι τρίτων χωρών που πριν παντρευτούν με πολίτη της ΕΕ δε διέμεναν νόμιμα σ’ αυτή. Με αυτόν τον τρόπο, αν κάποιος μετανάστης χωρίς άδεια παραμονής παντρευτεί, θα εξακολουθεί να μην μπορεί να μετακινηθεί ελεύθερα εντός ΕΕ.
4. Η Βρετανία θα εξακολουθεί να έχει το δικαίωμα διατήρησης του νομίσματός της και να μην ενταχθεί στην διαδικασία στενότερης ένωσης των χωρών της ΕΕ.
5. Η Βρετανία απαλλάσσεται από τη συμμετοχή σε τυχόν καταβολή χρημάτων που δίνονται από την ΕΕ για τη διασφάλιση της ζώνης του ευρώ (π.χ. δάνεια στην Ελλάδα).
6. Τα εθνικά κοινοβούλια θα μπορούν υπό προϋποθέσεις κι εφόσον σχηματίζουν μεγάλη πλειοψηφία (άνω του 55%) να ζητούν τροποποίηση ή απόσυρση μιας ευρωπαϊκής απόφασης.
Αποτελεί απορίας άξιο, λοιπόν, τι περισσότερο θα μπορούσε να κερδίσει η Βρετανία φεύγοντας από την ΕΕ. Γι’ αυτό και οι καπιταλιστές ήταν αντίθετοι στην έξοδο, αλλά το «ατύχημα» του δημοψηφίσματος προκάλεσε όλη αυτή την αναστάτωση στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό που είναι δύσκολο να μαζευτεί.
Αυτή η αναστάτωση έχει ήδη προκαλέσει τριβές με τους ευρωπαίους «εταίρους», οι οποίες θα ενταθούν όσο περνάει ο καιρός. Για την ώρα, από τη στιγμή που η Βρετανία δεν έχει ζητήσει να ενεργοποιηθεί το άρθρο 50, οι «εταίροι» αγνοούν επιδεικτικά το θέμα. Ομως όταν φτάσει η στιγμή, τότε τα πράγματα θα δυσκολέψουν και οι καπιταλιστές, όπως εκβιαστικά οδήγησαν στην άνοδο της Τερίζα Μέι στην εξουσία, μπορούν να την κατεβάσουν, αν δουν ότι η Βρετανία στριμώχνεται άγρια και η Μέι δε μπορεί να διαχειριστεί την κρίση.