Μια σημαντική και κρίσιμη για την πορεία της εξέγερσης μάχη κέρδισαν οι εξεγερμένοι της Οαχάκα, αναγκάζοντας σε υποχώρηση 2.500 περίπου πάνοπλους άντρες των Ειδικών Δυνάμεων της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας, που επιχείρησαν, με την υποστήριξη στρατιωτικών ελικοπτέρων, να εισβάλουν στις 2 Νοεμβρίου στην πανεπιστημιούπολη Μπενίτο Χουάρες της Οαχάκα.
Μετά την κατάληψη, στις 28 Οκτωβρίου, της πλατείας Σόκαλο από την Ομοσπονδιακή Αστυνομία, το κέντρο της εξέγερσης μεταφέρθηκε στην εκκλησία του Αγίου Δομίνικου, όπου συγκεντρώνονται καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι για να συζητήσουν και να σχεδιάσουν τις επόμενες κινήσεις, και το πανεπιστήμιο έγινε η έδρα της Λαϊκής Συνέλευσης των Λαών της Οαχάκα (ΑΡΡΟ), που οργανώνει και συντονίζει τον αγώνα. Το Ράδιο Γιουνιβερσιδάδ, το νευραλγικό κέντρο της εξέγερσης, που βρίσκεται μέσα στο πανεπιστήμιο, αποτελεί τον επόμενο στόχο του σχεδίου καταστολής.
Η επιχείρηση της αστυνομίας ξεκίνησε στις 2 Νοέμβρη, όταν 2.500 περίπου πάνοπλοι αστυνομικοί εμφανίστηκαν γύρω στις 08.00 το πρωί στον κόμβο της Σίνκο Σενιόρες, ένα σημαντικό κόμβο που συνδέει το κέντρο της πόλης με την πανεπιστημιούπολη και με τις πιο μακρυνές συνοικίες. Στον κόμβο αυτό οι διαδηλωτές είχαν φτιάξει οδοφράγματα με καμένα λεωφορεία και νταλίκες για να σταματήσουν την επιδρομή της αστυνομίας στο πανεπιστήμιο. Το Ράδιο Ουνιβερσιδάδ σήμανε συναγερμό και πολλοί άνθρωποι απ’ όλη την πόλη άρχισαν να φτάνουν για να προστατέψουν τα οδοφράγματα και το πανεπιστήμιο από την επίθεση της αστυνομίας. Τα οδοφράγματα που υπήρχαν γύρω από το πανεπιστήμιο ενισχύθηκαν με νέα από καμένα αυτοκίνητα, στύλους τηλεπικοινωνιών και συρματόπλεγμα. Γύρω στις 10.00 το πρωί, οι αστυνομικές δυνάμεις και τανκς άρχισαν να κινούνται από τον κόμβο της Σίνκο Σινιόρες προς τη λεωφόρο Αβενίδα Ουνιβερσιδάδ, που περνά μπροστά από το πανεπιστήμιο, με στόχο σε πρώτη φάση, αφού διαλύσουν τα οδοφράγματα, να τη θέσουν υπό τον έλεγχό τους, να αποκόψουν την πρόσβαση προς το πανεπιστήμιο και να το απομονώσουν από την πόλη και τους διαδηλωτές. Πίσω από τα οδοφράγματα, οι διαδηλωτές τους υποδέχτηκαν με βροχή από πέτρες και βόμβες μολότοφ και η αστυνομία προσπαθούσε να τους απωθήσει και να τους διαλύσει εκτοξεύοντας τεράστιες ποσότητες δακρυγόνων και χημικών. Στην επιχείρηση έπαιρναν μέρος και δύο στρατιωτικά ελικόπτερα, που πετούσαν πάνω από τους διαδηλωτές και τους ψέκαζαν με χημικά. Περιφερόμενες ομάδες γιατρών και νοσοκόμων πρόσφεραν τις πρώτες βοήθειες σε τραυματισμένους και ανθρώπους με αναπνευστικά προβλήματα. Οι δυνάμεις καταστολής έκαναν ένα συνεχές μπρος – πίσω , χωρίς να καταφέρνουν να διαλύσουν τα οδοφράγματα και τους διαδηλωτές και να θέσουν υπό τον έλεγχό τους την Αβενίδα Ουνιβερσιδάδ. Υστερα από έξι ώρες σφοδρών συγκρούσεων, οι δυνάμεις της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας άρχισαν να υποχωρούν, ενώ πολλοί διαδηλωτές βγήκαν από τα οδοφράγματα και άρχισαν να τους κυνηγούν και να τους πετούν πέτρες. Στην πρώτη γραμμή της μάχης ήταν η νεολαία της πόλης, έχοντας στο πλευρό της ανθρώπους κάθε ηλικίας, άντρες και γυναίκες. Πολλοί κάτοικοι της περιοχής όπου γίνονταν οι συγκρούσεις παρακολουθούσαν από τις ταράτσες των σπιτιών και εκδήλωναν με διάφορους τρόπους τη συμπαράστασή τους, μεταξύ των οποίων μερικοί χρησιμοποιούσαν καθρέπτες για να τυφλώσουν τους πιλότους των ελικοπτέρων. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων τραυματίστηκαν περισσότεροι από 70 διαδηλωτές και συνελήφθηκαν τουλάχιστον 30.
Οι διαδηλωτές πανηγύρισαν την υποχώρηση της αστυνομίας και κινήθηκαν για να ανακαταλάβουν τον κόμβο της Σίνκο Σινιόρες και να ξαναστήσουν τα οδοφράγματα. Υστερα από μια σύντομη συνεδρίαση, η οργανωτική επιτροπή της ΑΡΡΟ με ανακοίνωσή της, αφού χαρακτήρισε σημαντική νίκη όσα διαδραματίστηκαν και εξήρε τη γενναιότητα και την αγωνιστικότητα όσων συμμετείχαν και ιδιαίτερα των φοιτητών και των κατοίκων των γύρω κοινοτήτων, κάλεσε το λαό να ξαναστήσει οδοφράγματα σ’ όλη την πόλη και να ενισχύσει την περιφρούρηση του Ράδιο Ουνιβερσιδάδ και της πανεπιστημιούπολης. Κάλεσε επίσης το λαό και από τις εφτά επαρχίες του κρατιδίου της Οαχάκα να ενισχύσει τον αγώνα και να πάρει μέρος στη «Μεγάλη πορεία» που είχε καθοριστεί να γίνει στις 5 Νοεμβρίου.
Σύμφωνα με το πρακτορείο «Ρόιτερς», στην πορεία αυτή πήραν μέρος δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές, απαιτώντας την παραίτηση του τοπικού κυβερνήτη Ουλίσες Ρουίς. Περίπου 100 αυτοκίνητα με διαδηλωτές ήρθαν από την πόλη του Μεξικού. Οι άνθρωποι αυτοί ταξίδεψαν 12 ώρες για να φτάσουν στην Οαχάκα, διπλάσιο από τον κανονικό χρόνο, γιατί στο δρόμο τους σταμάτησαν πολλές φορές στρατιωτικά μπλόκα για να τους κάνουν έλεγχο, ενώ αντιμετώπισαν πρόβλημα και με την προμήθεια καυσίμων, γιατί τα περισσότερα πρατήρια είχαν εντολή να μην τους δίνουν. Εν αναμονή της πορείας, η αστυνομία είχε αποκλείσει με ψηλό φράχτη από συρματόπλεγμα όλες τις εισόδους προς την πλατεία Σόκαλο, διπλασίασε την δύναμη περιφρούρησης στα σημεία αυτά και τοποθέτησε αστυνομικούς στις οροφές των γύρω κτιρίων.
Η νίκη των διαδηλωτών στην πανεπιστημιούπολη είναι αναμφίβολα πολύ σημαντική, όμως ο πόλεμος συνεχίζεται και η έκβασή του αυτή τη στιγμή είναι απρόβλεπτη. Το βέβαιο είναι ότι όσο ο κυβερνήτης Ουλίσες Ρουίς αρνείται να παραιτηθεί, ικανοποιώντας το βασικό αίτημα των εξεγερμένων, οι επιχειρήσεις καταστολής με διάφορες μορφές θα συνεχίζονται. Πρόσφατο παράδειγμα ο σοβαρός τραυματισμός ενός 22χρονου φοιτητή, που πυροβολήθηκε στο στήθος από ένοπλους έξω από το Ράδιο Ουνιβερσιδάδ στις 5 Νοεμβρίου, λίγο πριν τις 07.00 το πρωί. Ανησυχητική είναι επίσης η δήλωση του απερχόμενου προέδρου του Μεξικού Βεσέντε Φοξ ότι θα αφήσει τη σύγκρουση της Οαχάκα στο διάδοχό του, Φελίπε Καλδερόν, ενώ μέχρι πρόσφατα δήλωνε ότι θα κλείσει αυτή την υπόθεση μέχρι το τέλος της θητείας του. Ο Καλδερόν, σε πρόσφατη συνάντησή του με χρηματιστές αναφερόμενος στην πολιτική εγγύησης της ασφάλειας σ’ όλη τη χώρα που θα εφαρμόσει, αναρωτήθηκε: «θα είναι εύκολο; Και απάντησε: «Οχι… αυτό το πρόβλημα θα πάρει χρόνο, χρήμα και πολύ πιθανόν θα κοστίσει περισσότερες ζωές».