Η διάσωση (με ή χωρίς εισαγωγικά) της γαλλοκολομβιανής πολιτικού Ινγκριντ Μπετανκούρ είχε όλα τα στοιχεία που ταιριάζουν σε ένα τυπικό χολιγουντιανό έργο. Καλό «κάστ» (αριστοκράτισσα λατίνα πολιτικός, αμερικανοί μισθοφόροι και αιμοσταγείς τρομοκράτες), μυθιστορηματική πλοκή, σασπένς και κυρίως «χάπι εντ».
Μια μειλίχια πολιτικός (πρώην υποψήφια πρόεδρος, παρακαλώ), φίλη προοδευτικών διανοουμένων και καλλιτεχνών (Πάμπλο Νερούδα, Φερνάνδο Μποτέρο κ.ά), με αριστοκρατική καταγωγή (κόρη κολομβιανού πρώην πρεσβευτή της Ουνέσκο στο Παρίσι και πρώην «μις Κολομβία», που μετέπειτα έγινε μέλος του Κογκρέσου) και με γαλλική υπηκοότητα (μετά το γάμο της με γάλλο διπλωμάτη), «ηρωίδα», σύμφωνα με τη Λιμπερασιόν, «κατά των βαρόνων της κοκαΐνης» και «μαχήτρια κατά της διαφθοράς», η «Ζαν Ντ’ Αρκ της Κολομβίας», σύμφωνα με τα γαλλικά ΜΜΕ, απάγεται από «αδίστακτους μαρξιστές τρομοκράτες», που έχουν αυτονομηθεί από το νόμιμο ΚΚ. Μετά από εξίμισι «πέτρινα χρόνια» στην κολομβιανή ζούγκλα, η Μπετανκούρ απελευθερώνεται! Χάρη στους «ένδοξους υπερασπιστές της δημοκρατίας», που δεν το έβαλαν κάτω, αλλά με υπομονή και επιμονή όλα αυτά τα χρόνια προετοίμαζαν νυχθημερόν την πιο καλοσχεδιασμένη επιχείρηση της τελευταίας εικοσαετίας, η Ζαν Ντ’ Αρκ της Κολομβίας διασώζεται και μαζί της διασώζονται άλλοι 14 όμηροι της μαρξιστικής τρομοκρατικής βίας!
Οι «κακοί» πιάνονται στον ύπνο και –όπως πάντα παθαίνουν στο τέλος οι «κακοί»– πέφτουν θύματα των «καλών» που εκτός από καλοί είναι και πολύ έξυπνοι. Ετσι, οι κομάντος της «Αντιτρομοκρατικής» ξεγελούν τους «κακούς» –και «χαζούς» συνάμα– αντάρτες, μεταμφιεζόμενοι σε δημοσιογράφους και μέλη μιας ΜΚΟ, αρπάζουν τους ομήρους, τους φορτώνουν στο ελικόπτερο και την κοπανάνε χωρίς ν’ ανοίξει ρουθούνι!
Μιλάμε για τέτοιο σενάριο, που οι παραγωγοί έχουν αρχίσει να σαλτάρουν ένας-ένας από τα μπαλκόνια των πολυτελών βιλών του Χόλυγουντ, μη μπορώντας ν’ αντέξουν στην ιδέα ότι τόσα χρόνια δε μπόρεσαν να το κάνουν ταινία και τους πήραν τα πρωτεία μια ναρκω-κυβέρνηση με παραστρατιωτικές συμμορίες, αμερικάνοι πράκτορες και άξεστοι μπάτσοι. Δυστυχώς, όμως, πέρα από το αστείο της υπόθεσης –που κάθε άλλο παρά αστεία είναι– υπάρχει και η πραγματικότητα.
Διάσωση ή συμφωνία;
Καταρχάς, η ίδια η μυθιστορηματική απελευθέρωση της Μπετανκούρ εγείρει τεράστια ερωτηματικά για το πώς έγινε. Σύμφωνα με το ελβετικό κρατικό ραδιόφωνο, η κολομβιανή κυβέρνηση έδωσε 20 εκατ. δολάρια για λύτρα, ενώ άλλες πηγές υποστηρίζουν ότι η Γενική Διοίκηση των FARC είχε ήδη αποφασίσει να απελευθερώσει την Μπετανκούρ, μετά τις μυστικές διαπραγματεύσεις με δύο ευρωπαϊκές αντιπροσωπείες (μια γαλλική και μια ελβετική), που είχαν φτάσει στην Κολομβία στα τέλη του Ιούνη για να συναντηθούν με υψηλόβαθμα στελέχη των FARC[1].
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, ήταν ο ίδιος ο ηγέτης των ανταρτών που έδωσε την εντολή να συγκεντρωθούν οι αιχμάλωτοι από τα τρία ξεχωριστά στρατόπεδα που κρατούνταν. Το πώς μπόρεσαν να τους μαζέψουν λάθος άτομα και τα ελικόπτερα να πέσουν στα χέρια των «αντιτρομοκρατών», μόνο με διείσδυση χαφιέδων μπορεί να απαντηθεί. Ομως, όλ’ αυτά βασίζονται σε φήμες και υποκειμενικές εκτιμήσεις. Σίγουρα μια τέτοιου είδους «διάσωση», στη διάρκεια της οποίας δεν έπεσε ούτε μια σφαίρα, δε μπορεί να γίνει αν δεν υπάρξει προδοσία στη μέση.
Παραπληροφόρηση
Ανεξάρτητα όμως από τα αστυνομικά σενάρια, με τα οποία από κάποια στιγμή κι έπειτα δεν έχει νόημα να ασχολείται κανείς, η υπόθεση της «διάσωσης Μπετανκούρ» έδωσε το έναυσμα για να ξεκινήσει μια πρώτης τάξεως προπαγανδιστική εκστρατεία των «αντιτρομοκρατών», με στόχο να καθυποτάξει κάθε σκέψη για αντίσταση και να καθαγιάσει μια κυβέρνηση βουτηγμένη ως το λαιμό στα σκάνδαλα, τα ναρκωτικά, το έγκλημα, την άγρια καταστολή κάθε κινήματος που αμφισβητεί στο ελάχιστο την εξουσία της. Για μια ακόμα φορά, η πραγματικότητα τοποθετήθηκε με το κεφάλι κάτω.
Η αιχμαλωσία της Μπετανκούρ και των υπόλοιπων 14, εμφανίστηκε σαν ένα έγκλημα καθοσιώσεως των ανταρτών, την ίδια στιγμή που το κολομβιανό «Συμβουλευτικό Γραφείο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τις Εκτοπίσεις» (CODHES) αναφέρει ότι πάνω από 300.000 άνθρωποι εκτοπίστηκαν με τη βία από τις εστίες τους το 2007, αριθμός που σημείωσε αύξηση κατά 38% σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο[2]. Τα στατιστικά στοιχεία δεν αναφέρουν που οφείλονται αυτές οι εκτοπίσεις. Ομως, ο αριθμός αυτός αρκεί για να καταλάβει κανείς ότι η χώρα βρίσκεται σε πόλεμο.
Εναν πόλεμο που η κυβέρνηση Ουρίμπε δεν είναι διατεθειμένη να σταματήσει, αν δεν κινδυνέψει σοβαρά η ίδια. Γι’ αυτό και τον περασμένο χρόνο υπερδιπλασίασε τις επιθέσεις της. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία μιας «δεξαμενής σκέψης» που παρακολουθεί την πολιτική βία στην Κολομβία και εδράζεται στη Μπογκοτά («Κέντρο Ερευνας και Λαϊκής Εκπαίδευσης» – CINEP), που αναδημοσίευσε σε άκρως ενδιαφέρον άρθρο της η Colombia Journal[3] τον περασμένο μήνα, οι κυβερνητικές επιθέσεις το 2007 υπερδιπλασιάστηκαν. Από 330 που ήταν το 2006 έφτασαν τις 713.
Η κυβερνητική προπαγάνδα, επικουρούμενη από τους αμερικάνους προστάτες της, προσπαθεί να δικαιολογήσει την ένταση του πολέμου ενάντια στο αντάρτικο με τη δικαιολογία ότι οι αντάρτες σκοτώνουν αμάχους. Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Ουρίμπε στον προεδρικό θώκο, οι New York Times δημοσίευσαν 21 εκθέσεις αναφορικά με το θάνατο αμάχων στην Κολομβία. Οι 17 από αυτές θεώρησαν υπεύθυνους τους αντάρτες για τις δολοφονίες αμάχων, ενώ μόνο δύο ανέφεραν ως υπεύθυνα τα τάγματα θανάτου, μία καταλόγισε ευθύνες στο στρατό και μία καταλόγισε εξίσου ευθύνες στο στρατό και τους αντάρτες[3]. Και οι 17 εκθέσεις που καταλόγισαν ευθύνες για τις δολοφονίες αμάχων στους αντάρτες χρησιμοποίησαν ως μοναδικές πηγές είτε κυβερνητικούς αξιωματούχους είτε αξιωματούχους του στρατού. Σύμφωνα με τα άρθρα της New York Times, οι αντάρτες είναι υπεύθυνοι για το 80% των δολοφονιών, τα τάγματα θανάτου για το 10% και ο στρατός μόλις για το 5%.
Η παραπληροφόρηση αποκαλύπτεται, αν συγκρίνει κανείς τα παραπάνω «στοιχεία» με μια αναλυτική μελέτη που δημοσίευσε πέρσι η «Επιτροπή Δικαστών της Κολομβίας» (CCJ). Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, η πραγματικότητα εμφανίζεται εντελώς διαφορετική: 25% των θανάτων αμάχων χρεώνεται στους αντάρτες, 61% στα τάγματα θανάτου και 14% στο στρατό[3,4]. Αυτό δεν προκύπτει από κάποιους συμπαθούντες των ανταρτών, αλλά από το δικαστικό σώμα που ξέρουμε όλοι πόσο «αντικειμενικό» είναι απέναντι στα αντάρτικα κινήματα. To κολομβιανό «Κέντρο Ερευνας και Λαϊκής Εκπαίδευσης» – CINEP, υποστηρίζει ότι το 56% των παραβιάσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων οφείλεται στο κράτος, το 29% στους παραστρατιωτικούς και μόλις το 10% στις FARC[5]. Μεγάλη απόσταση από τις «έγκυρες» δυτικο-φυλλάδες, δε νομίζετε;
Τα τάγματα θανάτου
Το να αναφερθεί κανείς στα τάγματα θανάτου στην Κολομβία δεν είναι κάτι πρωτότυπο. Από τις στήλες της «Κ» έχουμε επανειλημμένα αναφερθεί στα «κατορθώματά τους» και πολλά έχουν γραφτεί και στον παγκόσμιο Τύπο.
Πάνω από 400 συνδικαλιστές έχουν δολοφονηθεί από τότε που ο Ουρίμπε πήρε την προεδρία στην Κολομβία[6]. Παρολαυτά, στην πρώτη θητεία του Ουρίμπε (2002-2006) σημειώθηκε μια σημαντική μείωση (σύμφωνα πάντα με τις στατιστικές) στην παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων από τους παραστρατιωτικούς. Αυτό οφειλόταν στη διαδικασία αποστράτευσης που ξεκίνησε η κυβέρνηση το 2003 με τις «Ομάδες Ενωμένης Αυτοάμυνας της Κολομβίας» (AUC), την «ομοσπονδία» που δημιούργησαν οι παραστρατιωτικές οργανώσεις το 1995[7].
Η «αποστράτευση» ολοκληρώθηκε με τον προκλητικά ευνοϊκό νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση Ουρίμπε το 2006, ο οποίος προέβλεπε μικρές ποινές φυλάκισης (μέγιστο τα 8 χρόνια) και μη έκδοση στις ΗΠΑ όσων παραστρατιωτικών ομολογήσουν τις πράξεις τους και αποζημιώσουν τα θύματά τους[8]. Ομως, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, αν και οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τους παραστρατιωτικούς μειώθηκε στο μισό μεταξύ 2002 και 2006, το ποσοστό που τους αναλογεί στο σύνολο των παραβιάσεων παραμένει σχεδόν σταθερό στο 30% περίπου[3]. Κι αυτό σε μια περίοδο που είχαμε για αρκετό καιρό εκεχειρία και «αποστράτευση».
Αν και ο Ουρίμπε υποστηρίζει ότι οι παραστρατιωτικοί έχουν διαλυθεί, πολλοί αναλυτές το αμφισβητούν και μιλούν για αναδόμηση των παραστρατιωτικών οργανώσεων. Το «Ινστιτούτο Μελετών για την Ανάπτυξη και την Ειρήνη» (INDEPAZ) με έδρα τη Μπογκοτά, για παράδειγμα, ανέφερε, ότι το 2006 δημιουργήθηκαν 43 νέες παραστρατιωτικές ομάδες με 4.000 μαχητές σε 23 από τις 32 περιφέρειες της Κολομβίας[3]. Οπως αναφέρει έκθεση του ινστιτούτου «International Crisis Group»[9], o Οργανισμός Αμερικάνικων Κρατών (OAS) εκτιμούσε ότι στη χώρα εξακολουθούν να δρουν 3.000 παραστρατιωτικοί. Αριθμός σαφώς υποεκτιμημένος (τόσοι υποστηρίζει και η αστυνομία ότι δρουν), μια και ντόπιες οργανώσεις αναφέρουν ότι είναι τουλάχιστον τριπλάσιος. Οπως και να έχει το πράγμα, παρά την «αποστράτευση», τα τάγματα θανάτου ζουν και βασιλεύουν στην Κολομβία.
Τελειώνει το αντάρτικο;
Η «διάσωση» της Μπετανκούρ έδωσε αφορμή για να φουντώσει ξανά η φιλολογία για το «τέλος του αντάρτικου» στην Κολομβία. Σε συνδυασμό με την πρόσφατη δολοφονία του δεύτερου στην ιεραρχία των FARC, Ραούλ Ρέγιες, η φιλολογία αυτή φαίνεται να έχει ισχυρή βάση. Ομως, παρά τα πλήγματα που δέχτηκαν οι Ενοπλες Επαναστατικές Δυνάμεις της Κολομβίας, σύμφωνα με τις στατιστικές που αναφέραμε προηγούμενα[3], οι FARC υπερδιπλασίασαν τις επιθέσεις τους το 2007 (από 316 σε 653). Ακόμα και η μείωση των επιθέσεων και των συμπλοκών την περίοδο 2002-2006 δεν ήταν σε επίπεδα τόσο χαμηλά για να υποστηρίξει κανείς ότι ο πόλεμος στην Κολομβία βαίνει προς το τέλος του. Σύμφωνα με τον Adam Isacson από το αμερικάνικο «Κέντρο Διεθνούς Πολιτικής», «αυτή η μείωση έφερε την ένταση των μαχών πίσω στα επίπεδα που βλέπαμε στα τέλη της δεκαετίας του ’90, όχι ακριβώς μια χρυσή εποχή για την ειρήνη και την ασφάλεια στην Κολομβία»[5].
Το εκπληκτικό είναι ότι αυτοί που θέλουν το σταμάτημα του αντάρτικου είναι κάποιοι εμφανιζόμενοι ως «σοσιαλιστές του 21ου αιώνα», όπως ο Τσάβες, ο οποίος έσπευσε να πανηγυρίσει για την απελευθέρωση της Μπετανκούρ[10]. Το υπουργείο Εξωτερικών της Βενεζουέλας έβγαλε μάλιστα μια κατάπτυστη ανακοίνωση που αναφέρει τα εξής: «Η κυβέρνηση της Μπολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας συμμετέχει στην αγαλλίαση από την ευχάριστη απελευθέρωση της πρώην προεδρικής υποψήφιας, Ινγκριντ Μπετανκούρ, 11 κολομβιανών πολιτών και τριών αμερικανών πολιτών (sic!) που υπέφεραν στην ίδια τους τη σάρκα και το αίμα την οδύνη της ζούγκλας και τη σκληρότητα της κράτησης»[10]. Ο ίδιος ο Τσάβες κάλεσε ξανά τους αντάρτες να απελευθερώσουν όλους τους αιχμαλώτους και δήλωσε ότι θα «υποδεχτεί τον Ουρίμπε, ως αδελφό»!
Η Μπετανκούρ φυσικά και ανταπέδωσε στον Τσάβες τη χειρονομία του δηλώνοντας ότι «η Κολομβία εξέλεξε τον Ουρίμπε και όχι τις FARC, όπως ακριβώς με δημοκρατικές διαδικασίες ήρθαν στην εξουσία ο πρόεδρος Τσάβες και ο πρόεδρος Κορέα» και υποστηρίζοντας ότι «το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουμε είναι να καλέσουμε τους προέδρους Τσάβες και Κορέα για να βοηθήσουν στην επαναφορά κλίματος φιλίας, αδελφοσύνης και εμπιστοσύνης με τον Πρόεδρο Ουρίμπε»[10]!
Κλείνουμε με ορισμένες μικρές αλλά καθόλου ευκαταφρόνητες «λεπτομέρειες»:
1. Ο Ουρίμπε είναι μπλεγμένος σε δύο σκάνδαλα που συγκλόνισαν την Κολομβία. Το πρώτο αποκαλύφθηκε τον περασμένο μήνα και αφορά στη στενή σχέση των συνεργατών του με τα τάγματα θανάτου στην Κολομβία (31 μέλη του Κογκρέσου, στην πλειοψηφία τους συνεργάτες και πολιτικοί του σύμμαχοι, έχουν ήδη καταδικαστεί γι’ αυτό, ενώ 65 συνολικά είναι αυτοί που αντιμετωπίζουν κατηγορίες). Για το δεύτερο γράψαμε στο προηγούμενο φύλλο της «Κ» και αφορά στη δωροδοκία μελών του Κογκρέσου, προκειμένου να ψηφίσουν την επίμαχη τροποποίηση του συντάγματος που έδινε το δικαίωμα στον Αλβάρο Ουρίμπε να θέσει για δεύτερη φορά υποψηφιότητα για πρόεδρος. Από την ανακριτική διαδικασία του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας αποκαλύφθηκε ότι δύο μέλη του Κογκρέσου υπερψήφισαν με αντάλλαγμα το διορισμό δεκάδων ψηφοφόρων τους. Αυτά ως προς τις «δημοκρατικές διαδικασίες»…
2. Η Μπετανκούρ χαίρει άκρας υγείας, όπως διαπίστωσαν οι γιατροί που την εξέτασαν, παρά τη «σκληρότητα της κράτησης» και τις κινδυνολογίες για την κακή κατάσταση της υγείας της, που ανέφεραν διάφορα παπαγαλάκια τους τελευταίους μήνες. Τώρα ετοιμάζεται να γράψει και δακρύβρεκτο βιβλίο για το τι τράβηξε η καημένη αυτά τα εξίμισι χρόνια. Λέτε το βιβλίο να το προλογίσει ο «σοσιαλιστής» Τσάβες; (Οσοι αμφιβάλλετε ότι μπορεί να γίνει και αυτό σημειώστε ότι ο Τσάβες διαμήνυσε στον αμερικάνο πρέσβη στη Βενεζουέλα, ότι θέλει την επανέναρξη του διαλόγου με τις ΗΠΑ για τον πόλεμο κατά των «ναρκωτικών»[11]. Ο νοών, νοείτω…).
Πηγές:
[1] Αναφορές σ’ αυτό το σενάριο είχαν η βενεζουελάνικη φιλοτσαβική εφημερίδα «Diario Vea» αλλά και η κολομβιανή «Colombia Journal» στις 7 και 8/7/08 αντίστοιχα.
[2] «Παράνομα εκτοπισμένοι τα χρόνια 2006-2007», έκθεση της CODHES που δημοσιεύτηκε στις 13/2/08.
[3] «Διεστραμμένες αντιλήψεις της κολομβιανής σύγκρουσης», Ιούνης 2008, https://www.colombiajournal.org/distorted_perceptions.htm
[4] «Colombia 2002-2006: Situaciοn de derechos humanos y derechos humanitarios», Comisiοn Colombiana de Juristas (CCJ), Γενάρης 2007 (αυτή η παραπομπή αναφέρεται στο προηγούμενο άρθρο της Colombia journal).
[5] Adam Isacson, «CINEP: Η σύγκρουση στην Κολομβία απέχει από το να τελειώσει», «Κέντρο Διεθνούς Πολιτικής», 10/4/08.
[6] «Μια διάσωση στημένη για την οθόνη», Venezuelanalysis, 7/7/08.
[7] Για τις παραστρατιωτικές οργανώσεις αλλά και τα αντάρτικα κινήματα στην Κολομβία πολλές πληροφορίες έχει το βιβλίο «Εξεγερμένοι Κόσμοι» – Α’ Τόμος, εκδόσεις «Τυπωθήτω», Νοέμβρης 2003.
[8] Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τον προκλητικό νόμο, αλλά και τις αποκαλύψεις της στενής σχέσης των συνεργατών του Ουρίμπε με τα τάγματα θανάτου, βλ. «Κόντρα», αρ. φύλλου 513, 7/6/08.
[9] «Οι νέες ένοπλες ομάδες στην Κολομβία», International Crisis Group, 10/5/2007.
[10] «Η Βενεζουέλα γιορτάζει την απελευθέρωση των 15 ομήρων των FARC», Venezuelanalysis, 3/7/08.
11] «Ο Τσάβες καλεί σε επανέναρξη διαλόγου ΗΠΑ-Βενεζουέλας», Venezuelanalysis, 7/7/08.