
Υποτίθεται ότι όλες οι εμπλεκόμενες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και οι σύμμαχοί τους στον πόλεμο της Συρίας έχουν ένα κοινό εχθρό: το ISIS. Υποτίθεται επίσης ότι απαιτείται η συνεργασία σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο για να τον αντιμετωπίσουν και να τον νικήσουν. Ωστόσο, η ρωσική στρατιωτική επέμβαση με την έναρξη των αεροπορικών βομβαρδισμών στις 30 Σεπτέμβρη αποκαλύπτει ακριβώς το αντίθετο. Φέρνει στο φως σ’ όλη του την έκταση τον άγριο ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που εμπλέκονται στον πόλεμο και από κοντά τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των περιφερειακών δυνάμεων που επιδιώκουν να αυξήσουν την επιρροή τους στην περιοχή. Αυτό σημαίνει ότι η περιβόητη ανάγκη συνεργασίας είναι λόγια του αέρα και ότι ο δρόμος για τον τερματισμό του πολέμου θα είναι πολύ μακρύς.
Από τη στιγμή που ξεκίνησαν οι βομβαρδισμοί από τα ρωσικά μαχητικά άρχισε και ο πόλεμος της προπαγάνδας με δηλώσεις του Λευκού Οίκου και των συμμάχων του, που αναπαράγονται σε διάφορες εκδοχές από όλα τα δυτικά μίντια. Η Μόσχα κατηγορείται ότι με τους βομβαρδισμούς στοχεύει να στηρίξει το καθεστώς Ασαντ πλήττοντας τους αντιπάλους του, τους «μετριοπαθείς» αντάρτες που υποστηρίζονται από τη Δύση, και όχι μόνο το ISIS.
Από την πλευρά της η Μόσχα, η οποία υποστηρίζει ότι η μόνη εναλλακτική είναι η συνεργασία με το καθεστώς Ασαντ και τον κυβερνητικό στρατό, διαψεύδει τις κατηγορίες αυτές επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα ότι στο στόχαστρό της, εκτός από το ISIS, είναι όλες οι ένοπλες ομάδες των τζιχαντιστών.
Ποιους βομβαρδίζει η Ρωσία
Ποιοι είναι όμως αυτοί οι «μετριοπαθείς» αντάρτες, για τους οποίους κόπτονται οι Αμερικάνοι και οι σύμμαχοί τους και πώς βρέθηκαν σε όλες τις θέσεις που βομβαρδίζουν τα ρωσικά μαχητικά;
Είναι αναμφισβήτητο ότι στον πόλεμο εναντίον του καθεστώτος Ασαντ κυριαρχούν οι ένοπλες ομάδες των τζιχαντιστών, μεταξύ των οποίων το ISIS, το Jabhat al-Nusra και το Ahrar al-Sham είναι οι πιο ισχυρές. Η πιο ισχυρή ανάμεσα στις τρεις είναι το ISIS, το οποίο ελέγχει το ένα τρίτο του Ιράκ και το μισό έδαφος της Συρίας. Λειτουργεί ως πραγματικό κράτος, επιβάλλει φόρους, στρατολογεί όσους χρειάζεται και ελέγχει απόλυτα τα 5 – 6 εκατομμύρια του πληθυσμού που ζουν μέσα στα σύνορά του. Παρόλο που έχει δεχτεί 7.000 περίπου αεροπορικές επιθέσεις, όχι μόνο κατάφερε να διατηρήσει περίπου το ίδιο έδαφος με την προηγούμενη χρονιά, αλλά επεκτάθηκε παραπέρα με την κατάληψη του Ραμάντι, την πρωτεύουσα της επαρχίας Ανμπάρ, και της Παλμύρα τον περασμένο Μάη.
Το Jabhat al-Nusra δημιουργήθηκε από το ISIS το 2012 ως συριακός κλάδος του με μαχητές, όπλα και χρήματα του ISIS και αναπτύχθηκε γρήγορα μέχρι το 2013 όταν ο Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκντάντι, ο αρχηγός του ISIS, επιχείρησε να περιορίσει την ανεξαρτησία του και να το επαναφέρει υπό τον αυστηρό έλεγχό του, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος μεταξύ τους με πολλές απώλειες και από τις δύο πλευρές. Το Jabhat al-Nusra, το οποίο έχει χαρακτηριστεί «τρομοκρατική» οργάνωση από το Λευκό Οίκο, σε συνεργασία με το Ahrar al-Sham και άλλες ομάδες ισλαμιστών ανταρτών έχει καταφέρει να κερδίσει σημαντικό έδαφος, συμπεριλαμβανομένης της πόλης Ιντλίμπ και άλλων σημαντικών θέσεων από τον κυβερνητικό στρατό τον περασμένο Μάρτη και Μάη. Πρόσφατα, η Τουρκία, το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα και άλλα σουνιτικά κράτη, που θέτουν ως πρωταρχικό στόχο την ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ και συνεχίζουν να χρηματοδοτούν και να εξοπλίζουν τις ομάδες αυτές, έχουν επιχειρήσει να αλλάξουν την εικόνα του Jabhat al-Nusra και του Ahrar al-Sham παρουσιάζοντάς τους ως «πιο μετριοπαθείς» από το ISIS και συνεπώς αποδεκτούς διεθνώς ως συμμάχους εναντίον του καθεστώτος Ασαντ.
Ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός, οι «μετριοπαθείς» αντάρτες, που υποστηρίζονταν και εξοπλίζονταν από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, ήταν ανέκαθεν μια οργάνωση-ομπρέλα διάφορων αυτόνομων ένοπλων ομάδων διάσπαρτων στη χώρα, χωρίς κεντρικό συντονισμό και καθοδήγηση. Τα δυο τελευταία χρόνια, έχοντας αποδυναμωθεί και φυλλορροήσει, είχε περιθωριοποιηθεί, ενώ όσες ομάδες παρέμειναν ενεργές κατά κανόνα συνεργάζονταν στα πολεμικά μέτωπα με το Jabhat al-Nusra, το Ahrar al-Sham και άλλες ομάδες ισλαμιστών ανταρτών.
Ο ειδικός στο μεσανατολικό βρετανός δημοσιογράφος του «Independent», Patrick Cockburn, σε σχετικό άρθρο του, στις 2 Οκτώβρη, επικαλούμενος μια έκθεση της DIA το 2012 (Defense Intelligence Agency) και άλλες πηγές του Πενταγώνου, μεταξύ άλλων, αναφέρει:
«Από τα πρώιμα στάδια της συριακής κρίσης, οι εκθέσεις των μυστικών υπηρεσιών αμφισβητούσαν ή ειρωνεύονταν τους ισχυρισμούς ότι μετριοπαθείς ή κοσμικές δυνάμεις καθοδηγούν την αντιπολίτευση. Σε μια στιγμή παρρησίας το 2014, ο αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν έκανε ένα σαφή και σύντομο απολογισμό για το τι πραγματικά σκεπτόταν η διοίκηση σχετικά με όσα συνέβαιναν στη Συρία. Είπε ότι η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία και τα Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα ήταν “τόσο αποφασισμένοι να ανατρέψουν τον Ασαντ και ουσιαστικά να κάνουν ένα πόλεμο μεταξύ σουνιτών – σιιτών μέσω εντολοδόχων, ώστε χρηματοδοτούσαν και εξόπλιζαν οποιονδήποτε θα πολεμούσε τον Ασαντ. Επιπλέον, οι άνθρωποι που τροφοδοτούσαν ήταν το Αλ-Νούσρα, η Αλ-Κάιντα και τα εξτρεμιστικά στοιχεία από άλλα μέρη του κόσμου”» (Syria Crisis: The West wrings its hands in horror but it was our folly that helped create this bloodbath, 2/10/15).
Να προσθέσουμε το αμερικάνικο πρόγραμμα εκπαίδευσης και εξοπλισμού «μετριοπαθών» σύριων μαχητών (15.000 μέσα σε τρία χρόνια), που άρχισε να εφαρμόζεται τον περασμένο Μάη και κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία, καθώς από την πρώτη ομάδα των 54 ανταρτών που μπήκε στη Συρία στα τέλη Αυγούστου έχουν μείνει μόνο 5 -6 να πολεμούν(;), σύμφωνα με το Πεντάγωνο, και οι υπόλοιποι είτε σκοτώθηκαν από επίθεση του Αλ – Νούσρα είτε λιποτάχτησαν, ενώ η δεύτερη ομάδα 75 ανταρτών παρέδωσε τον οπλισμό και τα οχήματά της στο Αλ – Νούσρα μόλις πάτησε το πόδι της στη Συρία. Με αποτέλεσμα να αναγκαστεί το Πεντάγωνο να αναστείλει την εφαρμογή του.
Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, μόλις ξεκίνησαν οι ρωσικοί βομβαρδισμοί, οι Αμερικάνοι θυμήθηκαν τους «μετριοπαθείς» αντάρτες, τους έβγαλαν από την αφάνεια και τους έκαναν σημαία στον πόλεμο της προπαγάνδας εναντίον της Μόσχας. Πού και πώς βρέθηκαν όλοι αυτοί και μάλιστα να πολεμούν σε τόσο πολλά μέτωπα παραμένει ζητούμενο.
Το βορειοανατολικό μέτωπο
Δεν είναι τυχαίο ότι λίγες μέρες μετά την έναρξη των ρωσικών βομβαρδισμών, ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι ετοιμάζεται να ανοίξει ένα μεγάλο βορειοανατολικό μέτωπο, με στόχο να πιέσει το ISIS στην πρωτεύουσά του, τη Ράκα. Σύμφωνα με ρεπορτάζ των «New York Times» (U.S. Aims to put more pressure on ISIS in Syria, 4/10/15), ο Ομπάμα ενέκρινε δύο σημαντικά μέτρα, τον εφοδιασμό της συριακής αντιπολίτευσης με πυρομαχικά και όπλα απευθείας από το Πεντάγωνο και όχι μέσω της CIA και την αύξηση των αεροπορικών επιθέσεων από τη βάση Ιντσιρλίκ της Τουρκίας.
Το χερσαίο μέρος της επιχείρησης θα αναλάβουν οι 25.000 περίπου μαχητές της YPG (Μονάδες Λαϊκής Προστασίας), της πολιτοφυλακής των Κούρδων της Συρίας), που έχει αποδειχτεί η πιο αποτελεσματική και αξιόμαχη δύναμη εναντίον του ISIS, οι οποίοι θα ενισχυθούν από 3.000 – 5.000 άραβες μαχητές, ώστε, εκτός των άλλων, να περιοριστούν οι ανησυχίες της Τουρκίας ότι θα αυξηθεί η επιρροή των Σύριων Κούρδων στη βόρεια Συρία. Η αραβική πτέρυγα αυτής της χερσαίας δύναμης ονομάζεται «Συριακός Αραβικός Συνασπισμός» και αποτελείται από 10 – 15 ομάδες, οι επικεφαλής των οποίων έχουν περάσει από τον έλεγχο αμερικάνων στρατιωτικών αξιωματούχων ώστε να πληρούν τα στάνταρ που τέθηκαν από το Κογκρέσο όταν ενέκρινε το προαναφερόμενο αποτυχημένο πρόγραμμα εκπαίδευσης και εξοπλισμού «μετριοπαθών» ανταρτών. Το σχέδιο προβλέπει ότι η χερσαία αραβοκουρδική δύναμη, με την υποστήριξη αεροπορικών βομβαρδισμών, θα προχωρήσει προς τη Ράκα, με στόχο όχι να την καταλάβει αλλά να την απομονώσει αποκόπτοντας όλους τους δρόμους ανεφοδιασμού βορειοανατολικά και βορειοδυτικά της πόλης.
Το κατά πόσο θα υλοποιηθεί και θα πετύχει αυτό το σχέδιο είναι ζητούμενο. Το βέβαιο είναι ότι αποτελεί προσπάθεια περιορισμού των ρωσικών επιχειρήσεων και αποκλεισμού μιας πιθανής στρατιωτικής συνεργασίας της Ρωσίας με τους Κούρδους της Συρίας. Οταν πετούν περισσότερα αμερικάνικα μαχητικά πάνω από ένα ευρύτερο τμήμα της περιοχής που ελέγχει το ISIS, αυτό σημαίνει ότι περιορίζεται η περιοχή επιχειρήσεων για τα ρωσικά βομβαρδιστικά και συνεπώς ο ρόλος της ρωσικής στρατιωτικής επέμβασης στη Συρία. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι Κούρδοι της Συρίας δεν κάνουν διάκριση ανάμεσα στο ΙSIS και τις υπόλοιπες ομάδες των ισλαμιστών μαχητών. Να τι δήλωσε σε συνέντευξή του στον «Independent» (24/9/15), ο Σάλεχ Μουσλίμ , πρόεδρος του Κόμματος Δημοκρατικής Ενωσης (PYD), το οποίο διοικεί την κουρδική περιοχή της Συρίας: «Ο βασικός μας στόχος είναι η ήττα του ISIS. Δεν θα νιώθουμε ασφαλείς στον τόπο μας όσο θα υπάρχει έστω και ένας από το ISIS ζωντανός. Η απειλή δεν προέρχεται μόνο απ’ αυτούς αλλά και από τους κλώνους της αλ-Κάιντα, όπως το Jabhat al-Nusra και το Ahrar al-Sham. Ολοι αυτοί έχουν την ίδια νοοτροπία». Στην ίδια συνέντευξη, παρόλο που δήλωσε ότι οι Κούρδοι θέλουν να τερματιστεί η εξουσία του Ασαντ, προειδοποίησε ότι «αν καταρρεύσει το καθεστώς εξαιτίας των σαλαφιστών, αυτό θα είναι καταστροφή για όλους». Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η YPG, η κουρδική πολιτοφυλακή, καλωσόρισε δημόσια τη ρωσική στρατιωτική επέμβαση και προσφέρθηκε να πολεμήσει μαζί με τη Ρωσία εναντίον του ISIS.








