Σε μπούμερανγκ για το Λευκό Οίκο εξελίσσεται, όπως φαίνεται, ο πόλεμος κατά της «τρομοκρατίας», πέντε χρόνια μετά το πολεμικό χτύπημα της 11ης Σεπτέμβρη. Οι εξελίξεις στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν καθώς και το πατατράκ των Σιωνιστών πρόσφατα στο Λίβανο αποτελούν σοβαρό πλήγμα για την αμερικάνικη εξωτερική πολιτική και την αξιοπιστία του Λευκού Οίκου και δεν του αφήνουν περιθώρια μεγαλόστομων διακηρύξεων ενόψει της πέμπτης επετείου της 11ης Σεπτέμβρη. Ο Οσάμα Μπιν Λάντεν παραμένει άφαντος, στο Ιράκ βασιλεύει το χάος, στο Αφγανιστάν επιστρέφουν οι Ταλιμπάν, οι επιτυχίες της λιβανέζικης αντίστασης αλλάζουν το κλίμα στη Μέση Ανατολή, όλος ο αραβικός και μουσουλμανικός κόσμος είναι καζάνι που βράζει, ενώ τα δεσποτικά αμερικανόφιλα καθεστώτα, απομονωμένα περισσότερο από ποτέ από τους λαούς των χωρών τους, νιώθουν τους θρόνους τους να τρίζουν. Την εικόνα αυτή επιβεβαιώνει μια έκθεση του «The Senlis Council», με τίτλο «Αφγανιστάν: πέντε χρόνια μετά: Η επιστροφή των Ταλιμπάν», που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 4 Σεπτεμβρίου, στην οποία θα αναφερθούμε αναλυτικά στο επόμενο φύλλο.
Η 5η επέτειος της 11ης Σεπτέμβρη συμπίπτει με την επιχείρηση «Μέδουσα», τη μεγαλύτερη νατοϊκή εκκαθαριστική επιχείρηση στο νότιο Αφγανιστάν εναντίον των Ταλιμπάν. Η επιχείρηση ξεκίνησε στις 2 Σεπτεμβρίου στην περιοχή Panjwayi, 35 χιλιόμετρα δυτικά της πόλης Κανταχάρ, με τη συμμετοχή 2.000 περίπου νατοϊκών και αφγανών στρατιωτών.
Κατά τη διάρκεια σφοδρών μαχών έχουν σκοτωθεί μέχρι τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές, σύμφωνα με νατοϊκές ανακοινώσεις, 5 καναδοί στρατιώτες, ο ένας από φίλια πυρά, από αμερικάνικο αεροπλάνο που βομβάρδιζε τις θέσεις των Ταλιμπάν, και περισσότεροι από 200 Ταλιμπάν, ενώ την πρώτη μέρα των επιχειρήσεων κατέπεσε και συνετρίβη βρετανικό κατασκοπευτικό ελικόπτερο με αποτέλεσμα να σκοτωθούν οι 14 επιβαίνοντες. Συνολικά, από τις 31 Ιουλίου που οι νατοϊκές δυνάμεις αναπτύχθηκαν και ανέλαβαν δράση εναντίον των Ταλιμπάν έχουν χάσει 30 άντρες, Αμερικάνους, Καναδούς, Βρετανούς και Γάλλους. Ωστόσο, τα στοιχεία για τους νεκρούς Ταλιμπάν διέψευσε κατηγορηματικά ο στρατιωτικός διοικητής τους, ο μουλάς Νταντουλάχ, με τηλεφώνημά του στο πρακτορείο «Ασοσιέτεντ Πρες», υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για προπαγάνδα του ΝΑΤΟ, ότι οι Ταλιμπάν έχουν χάσει μόνο 10 μαχητές και ότι οι νατοϊκές δυνάμεις καταστρέφουν μόνο σπίτια αμάχων και καλλιεργήσιμη γη. Ανάλογη δήλωση έκανε δύο μέρες αργότερα εκπρόσωπος των Ταλιμπάν, ο Κάρι Γιουσάφ Αχμάντι, ο οποίος κάλεσε τη νατοϊκή ηγεσία αν έχει σκοτώσει τόσους πολλούς μαχητές, να τους δείξει στα μίντια, αρνήθηκε ότι εκατοντάδες μαχητές έχουν παγιδευθεί στην περιοχή Panjwayi και δήλωσε ότι αντίθετα δίνουν ένα γερό μάθημα στις νατοϊκές και αφγανικές δυνάμεις. Η αμερικάνικη προπαγάνδα, ειδικά αυτή την περίοδο, χρειάζεται «επιτυχίες» στα πολεμικά μέτωπα, γι’ αυτό είναι πολύ πιθανόν η αλήθεια να βρίσκεται πιο κοντά στις δηλώσεις των Ταλιμπάν, όπως άλλωστε έχει συμβεί πολλές φορές μέχρι τώρα.
Ενα άλλο γεγονός, που μπορεί να αξιοποιήσει η αμερικάνικη προπαγάνδα, το οποίο όμως δεν πρόκειται να αλλάξει ουσιαστικά τα πράγματα, είναι η συμφωνία «ειρήνης» ανάμεσα στους πακιστανούς «φιλο – Ταλιμπάν» του βόρειου Βαζιριστάν και την πακιστανική κυβέρνηση, που υπογράφτηκε στις 4 Σεπτέμβρη.
Οπως είναι γνωστό, οι αυτόνομες επαρχίες του δυτικού Πακιστάν στα σύνορα με το Αφγανιστάν, που κατοικούνται από φυλές των Παστούν, θεωρούνται από τους Αμερικάνους κρυσφύγετο των Ταλιμπάν και των ξένων μαχητών που αποσύρθηκαν από το Αφγανιστάν. Τα τελευταία χρόνια είχαν αναπτυχθεί στο έδαφος του Βόρειου Βαζιριστάν και κατά μήκος των συνόρων με το Αφγανιστάν 80.000 περίπου πακιστανοί στρατιώτες, με στόχο την εκκαθάριση της περιοχής από τους ισλαμιστές μαχητές, με αποτέλεσμα αρκετές πολύνεκρες συγκρούσεις, στις οποίες έπαιρναν μέρος μαζί με τους Ταλιμπάν πολλοί ντόπιοι φύλαρχοι και μαχητές, χωρίς ο πακιστανικός στρατός να καταφέρει να επιβάλλει τον έλεγχό του στην περιοχή.
Η συμφωνία που υπογράφτηκε προβλέπει ότι ο πακιστανικός στρατός θα σταματήσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην περιοχή, ότι θα αποσύρει το μεγαλύτερο μέρος της δύναμής τους στους στρατώνες και ότι θα διαλύσει τα νέα φυλάκια που έχει στήσει, αλλά θα παραμείνει στα συνοριακά φυλάκια ελέγχου. Προβλέπει επίσης την απελευθέρωση των συλληφθέντων κατά τη διάρκεια των στρατιωτικών επιχειρήσεων και την επιστροφή των περιουσιακών στοιχείων που κατασχέθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των όπλων.
Από την πλευρά τους, οι φύλαρχοι του Βόρειου Βαζιριστάν δεσμεύτηκαν να σταματήσουν τις επιθέσεις εναντίον του πακιστανικού στρατού καθώς και τις επιθέσεις από το έδαφος του Πακιστάν στο Αφγανιστάν και να απομακρύνουν τους ξένους ισλαμιστές μαχητές από τους έδαφός τους. Οσοι όμως από τους τελευταίους δεν μπορούν να φύγουν θα είναι υποχρεωμένοι να σεβαστούν τη συμφωνία. Η συμφωνία προβλέπει επίσης ότι θα επιτρέπεται η μετάβαση στο Αφγανιστάν μόνο για εμπορικούς λόγους. Το ερώτημα, βέβαια, είναι ποιος και πώς θα ελέγχει την εφαρμογή της συμφωνίας και με ποιο τρόπο θα γίνουν αυτά που δεν κατάφερε να επιβάλλει η ισχυρή παρουσία του πακιστανικού στρατού; Η απάντηση μάλλον είναι αυτή που δίνει η ανταποκρίτρια του BBC στην πακιστανική πρωτεύουσα σε σχετικό ρεπορτάζ (5/9/06):
«…μερικοί παρατηρητές πιστεύουν ότι η συμφωνία προσφέρει στην κυβέρνηση μια έξοδο από μια στρατιωτική στρατηγική που έχει αποτύχει. Δεκάδες στρατιώτες σκοτώθηκαν στο Βόρειο Βαζιριστάν την περασμένη χρονιά και η ντόπια υποστήριξη στους Ταλιμπάν έχει αυξηθεί παρά έχει μειωθεί».Τα συμπεράσματα δικά σας για το ποιος βγαίνει τελικά περισσότερο κερδισμένος από τη συμφωνία. Αλλωστε, δε χρειάζεται και πολλή σκέψη.