Αποκαλυπτική συζήτηση σε πρωινή τηλεοπτική εκπομπή. Ελληνίδα, που διασώθηκε από την καταστροφή της Νέας Ορλεάνης, βγάζει την οργή της. Σώθηκα γιατί ήμουν λευκή, λέει. Αν ήμουν μαύρη, το πιθανότερο είναι να ήμουν ανάμεσα στα χιλιάδες πτώματα που επιπλέουν στο νερό. «Το θέμα δεν ήταν λευκοί ή μαύροι, αλλά φτωχοί και πλούσιοι», υποστηρίζει ο παριστάμενος υφυπουργός Εξωτερικών Ε. Στυλιανίδης, θεωρώντας πως κακός είναι μόνο ο φυλετικός και όχι με ο ταξικός ρατσισμός (ο νεοφιλελευθερισμός δεν επιτρέπει ψύχραιμες σκέψεις). Η γυναίκα αποκαλύπτει ότι μια μέρα πριν τον τυφώνα την ειδοποίησαν στο ξενοδοχείο που έμενε να πάρει ό,τι θεωρούσε απαραίτητο και να φύγει, πράγμα που έπραξε. Ο υφυπουργός βρίσκει την ευκαιρία να υπερθεματίσει: «Η πολιτεία ειδοποίησε έγκαιρα. Οσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα να φύγουν το έκαναν».
Το πρόβλημα δεν είναι ο όποιος Στυλιανίδης. Ισα ίσα που αυτός με τον κυνισμό του γίνεται και χρήσιμος ως φορέας αποκαλύψεων. Είναι επίσης περιττό να θυμίσουμε στον υφυπουργό πως στη Νέα Ορλεάνη οι έννοιες φτωχός και μαύρος σχεδόν ταυτίζονται. Μας αρκούν οι παραδοχές του: Οποιος είχε λεφτά να φύγει έφυγε και καλά έκανε. Οι υπόλοιποι που έμειναν ήταν άξιοι της τύχης τους. Το κράτος είχε μόνο την υποχρέωση να προειδοποιήσει για την έλευση του τυφώνα και το έπραξε. Τα υπόλοιπα τα ανέλαβε η… αγορά. Οσοι είχαν έστω και πέντε φράγκα στην τσέπη τους το έκαναν. Οσοι ζουν κάτω από το όριο φτώχειας, οι πολλοί, έμειναν να παλέψουν με «τα στοιχειά της φύσης», σ’ έναν αγώνα άνισο. Ο σύγχρονος καπιταλισμός μας γυρίζει στην εποχή της βαρβαρότητας.