Οπως επισημάναμε στο προηγού-μενο φύλλο, το άπλωμα της εργασιακής ζούγκλας στις ΗΠΑ, με την επικράτηση της λιγότερα αμειβόμενης μερικής απασχόλησης, την αύξηση της ανεργίας, το πάγωμα των μισθών, τις μειώσεις των πραγματικών εισοδημάτων ακόμα και για τα μεσαία νοικοκυριά και τη συνδικαλιστική διάλυση, οδηγεί στην αύξηση του ποσοστού φτώχειας. Αυτό δεν μπορούσε να μην αποτυπωθεί στις επίσημες στατιστικές που ακόμα κι αν υποεκτιμούν το ποσοστό φτώχειας, όπως θα δούμε παρακάτω, δεν μπορούν να εξαφανίσουν την τάση αύξησής της.
Η αύξηση της φτώχειας
Αναφέρει η αμερικάνικη στατιστική υπηρεσία[1]: «Σε εθνικό επίπεδο, μεταξύ 2000 και 2012, το ποσοστό των φτωχών αυξήθηκε από 12.2% σε 15.9%, ενώ ο αριθμός των φτωχών αυξήθηκε από 33.3 εκατομμύρια σε 48.8 εκατομμύρια. Τόσο ο αριθμός όσο και το ποσοστό των φτωχών αυξήθηκαν σε 44 Πολιτείες μεταξύ 2000 και 2012. Το ποσοστό των ανθρώπων στις ΗΠΑ με εισόδημα κάτω του 50% των ορίων φτώχειας αυξήθηκε από 5% το 2000 σε 7% το 2012. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το ποσοστό των ανθρώπων με εισόδημα κάτω του 125% των ορίων φτώχειας αυξήθηκε από 16.5% σε 20.8%».
Τι σημαίνει όμως ότι είσαι φτωχός στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές; Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Για μια τετραμελή οικογένεια με δύο παιδιά το όριο φτώχειας το 2013 ήταν 23.624 δολάρια το χρόνο (γύρω στα 17.100 ευρώ)[2]. Αυτό σημαίνει 1.970 δολάρια το μήνα περίπου (ή γύρω στα 1.425 ευρώ). Αυτό το όριο είναι περίπου μιάμιση φορά παραπάνω από αυτό που ισχύει στην Ελλάδα, όπου ήταν γύρω στα 12.000 ευρώ για μια τετραμελή οικογένεια με δύο παιδιά κάτω των 14 ετών[3].
Αν αναλογιστεί κανείς, ότι οι τιμές των ενοικίων (για όλους τους τύπους διαμερισμάτων) στις ΗΠΑ ήταν το 2013 γύρω στα 734 δολάρια κατά μέσο όρο [4], ενώ για ένα διαμέρισμα με δύο υπνοδωμάτια ο μέσος όρος ενοικίου ήταν 1.141 δολάρια[5], μένουν άλλα 829 (=1.970 – 1.141) με 1.236 (=1970 – 734) δολάρια για όλα τα υπόλοιπα έξοδα της οικογένειας (διατροφή, ένδυση, μεταφορές, ηλεκτρική ενέργεια, θέρμανση κτλ.). Δηλαδή, απομένουν 200 με 300 δολάρια κατ’ άτομο (145 με 217 ευρώ) για να περάσει έναν ολόκληρο μήνα! Αυτό δεν είναι φτώχεια, αυτό είναι εξαθλίωση!
Τα… μαγειρέματα
Ας δούμε, όμως, πώς υπολογίζονται τα ποσοστά φτώχειας στις ΗΠΑ τα τελευταία 50 χρόνια. Τα όρια φτώχειας καθιερώθηκαν για πρώτη φορά τον Ιούλη του 1963 από μια ερευνήτρια του Οργανισμού Κοινωνικών Ασφαλίσεων ονόματι Μόλι Ορσάνσκι[6]. Η Ορσάνσκι ισχυρίστηκε ότι το επίπεδο διαβίωσης κάτω από το οποίο το οικογενειακό εισόδημα αρχίζει να μην είναι ικανό για να ικανοποιήσει με επάρκεια τις θρεπτικές ανάγκες των ατόμων, αποτελεί το όριο φτώχειας.
Χρησιμοποιώντας τις τιμές του φθηνότερου από τα τέσσερα επισιτιστικά προγράμματα του υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ, το «Economy Food Plan», η Ορσάνσκι υπολόγισε το χρηματικό ποσό που απαιτείται για να καλυφθούν οι ελάχιστες ανάγκες σε διατροφή για διάφορους τύπους οικογενειών. Για να υπολογίσει τα υπόλοιπα έξοδα της οικογένειας, πέρα από τη διατροφή, η Ορσάνσκι χρησιμοποίησε τα επίσημα στατιστικά στοιχεία του 1955, σύμφωνα με τα οποία το ποσοστό του εισοδήματος που δαπανούνταν για τη διατροφή αντιστοιχούσε κατά μέσο όρο στο ένα τρίτο του μετά το φόρο (δηλαδή του καθαρού) εισοδήματος της μέσης αμερικάνικης οικογένειας της χρονιάς εκείνης. Ετσι, πολλαπλασιάζοντας το ποσό που υπολόγισε για την ελάχιστη διατροφή της οικογένειας με ένα συντελεστή (ίσο με τρία για τις οικογένειες πάνω από τρία άτομα και μεγαλύτερο για οικογένειες μικρότερες των τριών ατόμων), η Ορσάνσκι υπολόγισε το όριο φτώχειας.
Τα επίπεδα φτώχειας που υπολόγισε η Ορσάνσκι στις αρχές της δεκαετίας του '60 χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα, αναπροσαρμοσμένα μόνο με βάση τον επίσημο πληθωρισμό. Δηλαδή, με βάση τον πληθωρισμό όπως τον υπολογίζουν αυτοί, που δεν οδηγεί κατ' ανάγκη στην πραγματική μέτρηση της αγοραστικής δύναμης των αμερικάνων εργατών. Ομως εδώ δε θ' ασχοληθούμε μ' αυτό (ούτε και με το κατά πόσο η μέθοδος της Ορσάνσκι ανταποκρινόταν επαρκώς στη μέτρηση της φτώχειας εκείνη την εποχή). Θα θεωρήσουμε ότι η Ορσάνσκι είχε απόλυτο δίκιο και ότι η διόρθωση των επιπέδων φτώχειας με βάση τον επίσημο πληθωρισμό είναι αρκετή για να εξασφαλίσει ότι η αγοραστική δύναμη που αντιστοιχεί σε κάθε επίπεδο φτώχειας παραμένει η ίδια κατά μήκος του χρόνου. Ακόμα και μ' αυτές τις παραδοχές, λοιπόν, η μέθοδος υπολογισμού των ορίων φτώχειας βρίσκεται πολύ πίσω από την αποτύπωση της πραγματικότητας.
Εξ οικείων τα βέλη
Αυτό δεν το λέμε εμείς. Το αναφέρει η έκθεση της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ, που κατ’ εντολή του Κογκρέσου εκπόνησε αναλυτική μελέτη πάνω στον τρόπο μέτρησης της φτώχειας στις ΗΠΑ[7]. Η μελέτη κράτησε τρία χρόνια (από το 1992, που συστήθηκε η επιτροπή μελέτης από το Κογκρέσο, μέχρι το 1995, που δημοσιεύτηκε το τελικό κείμενο). Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, ο τρόπος μέτρησης της φτώχειας είχε από την αρχή κάποιες αδυναμίες που έγιναν ακόμα πιο έντονες με τις μεταβολές που συντελέστηκαν τα επόμενα 30 χρόνια στην αμερικάνικη κοινωνία. Σημειώνει η έκθεση:
1. Η αυξημένη είσοδος των γυναικών που είναι μητέρες στην αγορά εργασίας είχε ως συνέπεια περισσότερες εργαζόμενες οικογένειες να πρέπει να πληρώνουν για τη φροντίδα των παιδιών τους (όσο οι γονείς λείπουν απ' το σπίτι, σε παιδικούς σταθμούς κλπ.). Ο σημερινός τρόπος μέτρησης της φτώχειας, όμως, δεν κάνει αυτό το διαχωρισμό μεταξύ των οικογενειών στις οποίες εργάζονται και οι δύο γονείς κι αυτών που δεν εργάζονται και οι δύο, μην παίρνοντας υπόψη αυτά τα απαραίτητα έξοδα.
2. Λόγω των διαφορών που υπάρχουν στην κατάσταση της υγείας και της ασφαλιστικής κάλυψης, οι διάφορες πληθυσμιακές ομάδες αντιμετωπίζουν τελείως διαφορετικές ανάγκες και επομένως διαφορετικά έξοδα για ιατρική περίθαλψη, πράγμα που δε λαμβάνει καθόλου υπόψη του ο σημερινός τρόπος μέτρησης της φτώχειας.
3. Τα όρια φτώχειας είναι τα ίδια για όλες τις περιοχές των ΗΠΑ, αν και υπάρχουν μεγάλες διαφορές στο κόστος διαβίωσης (όπως π.χ. στη στέγαση).
4. Η αλλαγή των δεδομένων διαβίωσης στις ΗΠΑ απαιτεί την αναθεώρηση των ορίων φτώχειας γενικότερα και όχι μόνο τη διόρθωση με βάση τον πληθωρισμό. Ιστορικά στοιχεία αποδεικνύουν ότι τα όρια φτώχειας ακολουθούν τα εκάστοτε επίπεδα κατανάλωσης. Επομένως, μια νέα μέτρηση της φτώχειας, σύμφωνα με τα καταναλωτικά δεδομένα του σήμερα (και όχι του 1960), θα είχε σαν συνέπεια την αύξηση των ορίων φτώχειας πάνω από τα σημερινά.
5. Τελικά, επειδή ο σημερινός τρόπος μέτρησης της φτώχειας μετράει το ακαθάριστο οικογενειακό εισόδημα, δε λαμβάνει υπόψη του τα αποτελέσματα των κυβερνητικών πολιτικών στον τομέα της φορολογίας. Παραδείγματος χάριν, η αύξηση του φόρου κοινωνικής ασφάλισης επί του μισθού των εργατών οδηγεί στη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους.
Το πιο σημαντικό όμως είναι αυτό που αναφέρεται σε άρθρο της Κατερίνας Πόρτερ το Νοέμβρη του 1999, για λογαριασμό του Κέντρου Δημοσιονομικών και Πολιτικών Προτεραιοτήτων[8]: «Από το 1950, η κατανομή των οικογενειακών εξόδων έχει αλλάξει. Εξοδα όπως η στέγαση έχουν ανέβει πολύ περισσότερο σε σχέση με τα έξοδα για τροφή. Αυτό έχει σαν συνέπεια οι δαπάνες για τροφή να αποτελούν ένα πολύ μικρότερο ποσοστό στα οικογενειακά έξοδα απ' ό,τι τη δεκαετία του '50».
Τί σημαίνει αυτό; Οτι η μέθοδος της Ορσάνσκι (η οποία βασιζόταν στο γεγονός ότι οι δαπάνες για τροφή απορροφούσαν το 1/3 του καθαρού εισοδήματος των οικογενειών) δεν μπορεί να ισχύει πλέον. Οι δαπάνες για τροφή είναι σχετικά πολύ μικρότερες σήμερα σε σχέση με πριν από 50 χρόνια κι επομένως το ποσοστό τους στις συνολικές δαπάνες είναι πολύ μικρότερο από το 1/3 που θεωρούσε η Ορσάνσκι. Αν πριν από 50 χρόνια τα υπόλοιπα 2/3 των εσόδων ενός νοικοκυριού επαρκούσαν (αν δεχτούμε την θεώρηση της Ορσάνσκι) για την κάλυψη όλων των υπόλοιπων εξόδων, εκτός της διατροφής, αυτό δε συμβαίνει πλέον.
Η κριτική του παρωχημένου τρόπου μέτρησης της φτώχειας στις ΗΠΑ ανάγκασε το Γραφείο Απογραφής να προχωρήσει από το 2010 (δεκαπέντε χρόνια μετά την έκθεση της Αμερικάνικης Ακαδημίας Επιστημών, που αναφέραμε παραπάνω) σε μια δεύτερη, συμπληρωματική μέθοδο μέτρησης της φτώχειας, που υποτίθεται ότι λαμβάνει υπόψη της τα σημερινά δεδομένα των εξόδων των αμερικάνικων οικογενειών καθώς και τα επιδόματα που δίνει το κράτος[9]. Λέμε «υποτίθεται», πρώτον γιατί από το κείμενο του Γραφείου Απογραφής δεν πειστήκαμε για την ορθότητα των παραδοχών που έχουν γίνει και δεύτερον γιατί το ίδιο το Γραφείο Απογραφής ξεκαθαρίζει ότι αυτή η μέθοδος είναι συμπληρωματική και δεν αναιρεί την επίσημη μέτρηση της φτώχειας που εξακολουθεί να ισχύει. Αν πράγματι το Γραφείο Απογραφής μπορούσε να τεκμηριώσει επιστημονικά την νέα μέτρηση (η οποία δίνει μόλις 1% παραπάνω το ποσοστό φτώχειας στις ΗΠΑ), τότε γιατί δεν το κάνει και παραθέτει αυτή τη συμπληρωματική μέτρηση απλά για… φιλολογικούς λόγους; Επειδή από τα όρια φτώχειας προκύπτουν και τα ποσά που θα πρέπει να δώσει το αμερικάνικο κράτος ως επιδόματα, το τελευταίο έχει κάθε λόγο να τα εμφανίσει μειωμένα, ώστε να μην αναγκάζεται να δίνει επιδόματα σε περισσότερο κόσμο.
Από το κακό στο χειρότερο
Μήπως όμως ο «άνεμος Ομπάμα» αντέστρεψε την πορεία χειροτέρευσης της κατάστασης των φτωχών; Δεν είναι μόνο η συνεχής αύξηση του ποσοστού των φτωχών την τελευταία δεκαετία, ακόμα και βάσει αυτών των μαγειρεμένων ορίων φτώχειας που αναφέραμε παραπάνω, που συνηγορεί υπέρ της αρνητικής απάντησης στο ερώτημα. Είναι και η χειροτέρευση άλλων δεικτών των συνθηκών ζωής, που δείχνει το ίδιο πράγμα. Οπως για παράδειγμα ο αριθμός των νοικοκυριών με τις χείριστες συνθήκες στέγασης. Δηλαδή των νοικοκυριών που ζουν με πολύ χαμηλά εισοδήματα (κάτω του μισού του μέσου εισοδήματος της περιοχής τους), που δεν παίρνουν κανένα κρατικό βοήθημα και ή πληρώνουν πάνω από το μισό των εισοδημάτων τους για νοίκι ή κατοικούν σε σπίτια «κάτω του μετρίου» ή και τα δύο.
Το 2011 8.5 εκατομμύρια νοικοκυριά στις ΗΠΑ ζούσαν σε αυτές τις «χείριστες συνθήκες στέγασης» (σύμφωνα με τον ορισμό του υπουργείου Οικιστικής & Αστικής Ανάπτυξης των ΗΠΑ, που αναφέραμε παραπάνω). Δηλαδή 1.4 εκατομμύρια νοικοκυριά περισσότερα από το 2009[10]! Αυτό, όπως επισημαίνει η έκθεση, αντιστοιχεί σε αύξηση 19% σε σχέση με το 2009 και 43% σε σχέση με το 2007!
Οσο για το πολυδιαφημισμένο πρόγραμμα υποχρεωτικής ιατρικής ασφάλισης (Obamacare), που μέχρι τις 31 Μάρτη 2014 (ημερομηνία που έληγε η υποχρεωτική αγορά κάποιου προγράμματος ασφάλισης, διαφορετικά υπάρχει πρόστιμο) οδήγησε στην ασφάλιση μόλις του 17% περίπου των ανασφάλιστων (από τα 47 εκατομμύρια ασφαλίστηκαν μόλις 8), δεν αποτελεί κάποιο φιλολαϊκό μέτρο. Κι αυτό γιατί οι εργαζόμενοι εξαναγκάζονται (επί ποινή προστίμου) να αγοράσουν την ασφάλισή τους και οι εργοδότες, που σύμφωνα με το νόμο θα πρέπει να πληρώσουν πρόστιμο αν δεν προσφέρουν κάποιο πακέτο ασφάλισης στους εργάτες, ίσως και να προτιμήσουν να το πληρώσουν αντί να προσφέρουν τέτοιο πακέτο, απλά γιατί το πρόστιμο είναι μικρότερο από τις εργοδοτικές εισφορές που θα πλήρωναν!
Αυτό δεν το λέμε εμείς, αλλά πρώην συνεργάτης του Ομπάμα, ονόματι Ezekiel J. Emanuel, ο οποίος διετέλεσε σύμβουλος του Ομπάμα σε θέματα Υγείας μεταξύ 2009 και 2011. Στο βιβλίο του με τίτλο: «Το τέλος της ασφάλισης υγείας από τους εργοδότες»[11], o Emanuel εκτιμά ότι μέχρι το 2025 ελάχιστοι εργοδότες θα προτιμούν να συμμετέχουν σε προγράμματα ιατρικής ασφάλισης των εργαζομένων τους, καθώς «για μια εταιρία με 1.000 εργαζόμενους, το κονδύλι για την ιατρική τους ασφάλιση είναι πιθανώς μεταξύ 7 και 10 εκατ. δολαρίων, ανάλογα με το πόσες οικογένειες καλύπτει. Με τον νόμο ACA (σ.σ. Affordable Care Act, ο περιβόητος Obamacare), αν δεν δώσουν ασφάλιση, η ποινή τους θα είναι 2 εκατ. δολάρια». Με άλλα λόγια, συμφέρει στους καπιταλιστές να πληρώσουν το πρόστιμο παρά να πληρώσουν εργοδοτικές εισφορές για την ιατροφαρμακευτική κάλυψη των εργαζομένων τους! Επειδή οι εργαζόμενοι θα πληρώνουν κι αυτοί πρόστιμο, θα αναγκαστούν να αγοράσουν κάποιο από τα ιδιωτικά συμβόλαια ασφάλισης Υγείας. Εκεί θα οδηγήσει ο «άνεμος Ομπάμα».
Αταξική Δικαιοσύνη;
Πριν από οκτώ δεκαετίες περίπου, ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ είπε τα εξής: «Το έθνος μας, τόσο πλούσια προικισμένο με φυσικούς πόρους και ένα ικανό και βιομηχανικό πληθυσμό, θα έπρεπε να είναι ικανό να βρει μέσα και τρόπους για να εξασφαλίσει σε όλους τους υγιείς άντρες και γυναίκες ένα δίκαιο μεροκάματο για μία δίκαιη εργάσιμη ημέρα»[12]. Πριν από ενάμιση αιώνα περίπου, ο επαναστάτης το όνομα του οποίου έμελλε να γίνει το φάντασμα του παγκόσμιου καπιταλισμού, ο Καρλ Μαρξ, σε μια ομιλία του στο Γενικό Συμβούλιο της Διεθνούς Ενωσης των Εργατών, κάλεσε την εργατική τάξη, αντί για το συντηρητικό σύνθημα «ένα δίκαιο μεροκάματο για μια δίκαιη εργάσιμη ημέρα», να γράψει στη σημαία της το επαναστατικό σύνθημα «κατάργηση του συστήματος της μισθωτής εργασίας».
Σήμερα που έχουν περάσει αρκετές δεκαετίες από τότε που ειπώθηκαν τα παραπάνω και από τον Ρούσβελτ και από τον Μαρξ, το «δίκαιο μεροκάματο για μια δίκαιη εργάσιμη ημέρα» φαντάζει ως το πιο σύντομο ανέκδοτο, κάνοντας το κάλεσμα του Μαρξ πιο επίκαιρο από ποτέ. Η κατάσταση της εργατικής τάξης στις ΗΠΑ, την οποία μόνο περιληπτικά παρουσιάσαμε, δείχνει ότι όσο υπάρχει καπιταλισμός (ακόμα και με τον πιο «γλυκομίλητο» και «δημοκρατικό» πρόεδρο) θα χειροτερεύει. Και η κρίση θα οδηγεί ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης, αν δεν ανατραπεί από μια κοινωνική επανάσταση που θα γράφει στις σημαίες της το σύνθημα της κατάργησης της εκμετάλλευσης και της οικοδόμησης μιας κοινωνίας με επίκεντρο τον εργαζόμενο άνθρωπο και τις ανάγκες του και όχι το ανώτατο κέρδος μιας χούφτας παράσιτων.
Κώστας Βάρλας
Παραπομπές:
1. Γραφείο Απογραφής ΗΠΑ, «Household Income 2012 – American Community Survey Briefs» (Εισόδημα νοικοκυριών 2012 – Σύνοψη Αμερικάνικων Κοινοτικών Καταμετρήσεων) – Σεπτέμβρης 2013 (https://www.census.gov/prod/2013pubs/acsbr12-02.pdf).
2. Τα όρια φτώχειας σύμφωνα με το Γραφείο Απογραφής (US Census Bureau) δίνονται για κάθε χρόνο υπό μορφή πινάκων στην ιστοσελίδα του https://www.census.gov/hhes/www/poverty/data/threshld/index.html .
3. ΕΛΣΤΑΤ – Ερευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών 2012 – Δελτίο Τύπου 29/11/2013 (https://www.statistics.gr/portal/page/portal/ver-1/ESYE/BUCKET/A0802/PressReleases/A0802_SFA10_DT_AN_00_2012_01_F_GR.pdf https://www.statistics.gr/portal/page/portal/ver-1/ESYE/BUCKET/A0802/PressReleases/A0802_SFA10_DT_AN_00_2012_01_F_GR.pdf).
4. Γραφείο Απογραφής ΗΠΑ, Μέσες τιμές ενοικίων ανά έτος: www.census.gov/housing/hvs/data/histtab11.xls.
5. http://www.myapartmentmap.com/rental_data/.
6. Mollie Orshansky, "Children of the Poor", Social Security Bulletin, Vol. 26, July 1963, p.3-13. (Μόλι Ορσάνσκι, «Τα παιδιά των φτωχών», Δελτίο Κοινωνικής Ασφάλισης, τεύχος 26, Ιούλης 1963, σελ.3-13, https://www.ssa.gov/policy/docs/ssb/v26n7/v26n7p3.pdf).
7. «Measuring Poverty: A New Approach», National Academy of Science, 1995 (Μια νέα προσέγγιση για τη μέτρηση της φτώχειας, Εθνική Ακαδημία Επιστημών, 1995). Η μελέτη προτείνει την αναθεώρηση των ορίων φτώχειας που έχουν ορισθεί από το Γραφείο Απογραφής των ΗΠΑ για ν' ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα της σύγχρονης εποχής (https://www.census.gov/hhes/povmeas/methodology/nas/files/ack.pdf).
8. Proposed Changes in The Official Measure of Poverty, by Kathryn Porter, 15/11/ 1999, Center on Budget and Policy Priorities, (Προτεινόμενες αλλαγές στην επίσημη μέτρηση της φτώχειας, της Κάθριν Πόρτερ, 15/11/1999, Κέντρο Δημοσιονομικών και Πολιτικών Προτεραιοτήτων). Στο κείμενο αυτό παρουσιάζονται λεπτομέρειες σχετικά με την πρωτοεφαρμοζόμενη μέθοδο μέτρησης της φτώχειας που ακολουθείται μέχρι και σήμερα (https://www.cbpp.org/cms/index.cfm?fa=view&id=1385).
9. https://www.census.gov/how/pdf/poverty_measure-how-paginated.pdf.
10. Οικιστικά επιδόματα για τους ηλικιωμένους – Εκθεση του αμερικάνικου υπουργείου Οικιστικής και Αστικής Ανάπτυξης για το 2014. https://portal.hud.gov/ hudportal/documents/huddoc?id=HSGELDERLY.pdf.
11. Global Research, https://www.globalresearch.ca/white-house-ally-reveals-anti-working-class-agenda-behind-obamacare/5375963.
12. Franklin Delano Roosevelt, 1937, https://ccrjustice.org/working-and-poor-usa.