Τη ζοφερή εικόνα των μαζικών εκτελέσεων, που μεταφέρουν από το Ιράκ συστηματικά και σε καθημερινή βάση τα ΜΜΕ μετά την επίθεση στο ιερό τέμενος της Σαμάρα, επισκίασε την περασμένη Τρίτη, 21 Μαρτίου, η είδηση της θεαματικής και επιτυχημένης επίθεσης της ιρακινής αντίστασης σε κυβερνητικό συγκρότημα στην πόλη Μικνταντίγια, κοντά στη Μπακούμπα και 65 χιλιόμετρα βόρεια της Βαγδάτης.
Τα ξημερώματα της 21ης Μαρτίου, περίπου 100 αντάρτες, οπλισμένοι με αυτόματα όπλα, χειροβομβίδες και όλμους επιτέθηκαν στο κυβερνητικό συγκρότημα που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης και περιλαμβάνει ένα αστυνομικό τμήμα, ένα δικαστήριο και την αίθουσα του δημοτικού συμβουλίου. Η επίθεση ξεκίνησε από το αστυνομικό τμήμα και κράτησε μισή ώρα. Κατά τη διάρκειά της δραπέτευσαν όλοι οι κρατούμενοι, 33 συνολικά, οι περισσότεροι από τους οποίους κρατούνταν ως ύποπτοι αντάρτες, ενώ σκοτώθηκαν 18 και τραυματίστηκαν τουλάχιστον 13 αστυνομικοί.
Στη συνέχεια έβαλαν φωτιά στο αστυνομικό τμήμα και διέφυγαν, πυροδοτώντας πίσω τους σειρά από βόμβες που είχαν τοποθετήσει στο οδόστρωμα για να εμποδίσουν τις δυνάμεις που έφτασαν στον τόπο της επίθεσης να τους καταδιώξουν.
Η καλά οργανωμένη αυτή επιχείρηση ήρθε να υπενθυμίσει στους Αμερικάνους και στους συμμάχους τους ότι η ιρακινή αντίσταση παραμένει στο προσκήνιο, παρά τη συστηματική προσπάθεια της αμερικάνικης προπαγανδιστικής μηχανής να δείξει ότι έχει περάσει στο περιθώριο και έχει παραγκωνιστεί από την εμφύλια σφαγή.
Αναμφίβολα, τα πράγματα είναι δύσκολα για τον ιρακινό λαό και την αντίσταση. Τα αποσπάσματα θανάτου, που εκπαιδεύτηκαν από τους Αμερικάνους και δρουν υπό την προστασία του υπουργείου Εσωτερικών, έχουν επιδοθεί σε ένα δολοφονικό όργιο εναντίον του σουνιτικού πληθυσμού μετά τον βομβαρδισμό του σιιτικού τεμένους στη Σαμάρα, με στόχο να υλοποιήσουν την αποκαλούμενη «επιλογή Σαλβαντόρ» στο Ιράκ, να επιβάλλουν δηλαδή τη σιωπή του τρόμου στον ιρακινό λαό και την απομόνωση της ιρακινής αντίστασης από τη λαϊκή της βάση και υποστήριξη.
Από την άλλη πλευρά, είναι αναμενόμενο να γίνονται αντεπιθέσεις ως αντίποινα. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι μέχρι στιγμής πρόκειται για μεμονωμένες επιθέσεις και όχι για μαζικές και πολύνεκρες επιθέσεις εναντίον σιιτικών στόχων, τις οποίες θα μπορούσαν εύκολα και γρήγορα να πραγματοποιήσουν οι δυνάμεις της ιρακινής αντίστασης. Αντίθετα, όλες οι βασικές τάσεις της τελευταίας, συμπεριλαμβανομένων των πιο ριζοσπαστικών ισλαμικών οργανώσεων, δείχνουν αυτοσυγκράτηση ακόμη και στα λόγια, περιορίζοντας τις καταγγελίες τους στα σιιτικά αποσπάσματα θανάτου, στην κυβέρνηση και στους Αμερικάνους, προσπαθώντας προφανώς να μην πέσουν στην παγίδα του εμφυλίου πολέμου που έχουν στήσει οι Αμερικάνοι.