Ζοφερές εκτιμήσεις για την προοπτική των επιχειρήσεων που διεξάγουν τα βρετανικά και τα νατοϊκά στρατεύματα στο Αφγανιστάν κάνουν Ρώσοι στρατηγοί, που ήταν επικεφαλής του καταστροφικού για τη Μόσχα πολέμου εναντίον των υποστηριζόμενων από τις ΗΠΑ Μουτζαχεντίν στη δεκαετία του ’80, σε γραπτή συνέντευξή τους στη βρετανική εφημερίδα «Σάντεϊ Τέλεγκραφ» (24/9/06).
Υπενθυμίζουμε ότι το 1979 ο τότε Σοβιετικός στρατός εισέβαλε στο Αφγανιστάν για να υποστηρίξει τη φιλορώσικη κυβέρνηση. Γρήγορα όμως βρέθηκε αντιμέτωπος με τους Μουτζαχεντίν και ο πόλεμος αυτός κόστισε τη ζωή σε 15.000 στρατιώτες. Παρά την αριθμητική υπεροχή και τη στρατιωτική υπεροπλία, ο Σοβιετικός στρατός υπέστη ταπεινωτική ήττα και η Μόσχα αναγκάστηκε να αποσύρει 100.000 στρατιώτες μετά από μια δεκαετία.
Ο στρατηγός Ρουσλάν Αουσέφ, που είχε τραυματιστεί σ’ αυτό τον πόλεμο, προειδοποίησε: «Θα τραπείτε σε φυγή από κει. Πολλοί έχουν πολεμήσει στο Αφγανιστάν. Πρώτοι απ’ όλους πολέμησαν εκεί οι Βρετανοί το 19ο αιώνα. Αυτό που προκαλεί κατάπληξη σήμερα είναι ότι το ΝΑΤΟ και η συμμαχία φαίνεται να μην έχουν μάθει τίποτα ούτε από τη δικιά τους εμπειρία ούτε από τη δική μας».
Ο στρατηγός Μπόρις Γκρομόφ, γενικός διοικητής των Σοβιετικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, που επέβλεψε και την αποχώρησή τους το 1989, είπε στην ίδια συνέντευξη στη «Σάντεϊ Τέλεγκραφ» ότι η Βρετανία, οι ΗΠΑ και οι νατοϊκοί σύμμαχοί τους φαίνεται ότι θα έχουν την ίδια τύχη. Οποιες διαφωνίες κι αν έχουν με τους Ταλιμπάν ή τους πολέμαρχους, οι Αφγανοί έχουν την τάση να ενώνονται εναντίον των ξένων όταν κρίνουν οτι δεν είναι πια ευπρόσδεκτοι. «Η αφγανική αντίσταση, κατά τη γνώμη μου, αυξάνεται. Αυτή η συμπεριφορά από τη μεριά των ανυπότακτων Αφγανών είναι κατανοητή. Υπαγορεύεται από την παράδοση αιώνων, από τη γεωγραφία, το κλίμα και τη θρησκεία. Είδαμε πόσα χρόνια η χώρα σπαράσσονταν από τον εμφύλιο πόλεμο, όμως μπροστά στην εξωτερική επίθεση, οι Αφγανοί βάζουν στην άκρη τις διαφορές τους και ενώνονται. Προφανώς οι συμμαχικές δυνάμεις θεωρούνται απειλή για το έθνος».
Οι δυο Ρώσοι στρατηγοί επισήμαναν ακόμη ότι τότε υπήρχαν πλεονεκτήματα για τις Σοβιετικές δυνάμεις που σήμερα δεν υπάρχουν. Υπήρχε μια κυβέρνηση στην Καμπούλ που λειτουργούσε. Υπήρχε στρατός, με 100.000 άντρες, αεροπορία, τανκς, πυροβολικό και αξιωματικοί εκπαιδευμένοι στη Μόσχα, λίγο – πολύ ετοιμοπόλεμοι. Σήμερα ο αφγανικός στρατός είναι μόλις το ένα τέταρτο και βρίσκεται στο στάδιο της εκπαίδευσης από νατοϊκές δυνάμεις. Και πρόσθεσαν ότι το μόνο πλεονέκτημα που έχουν οι ΗΠΑ είναι ότι έχουν συμμάχους, ενώ η Ρωσία ήταν μόνη της.
Μόνο που όσο δυσκολεύουν τα πράγματα τόσο πιο απρόθυμοι γίνονται οι σύμμαχοι να ικανοποιήσουν τις αμερικάνικες απαιτήσεις, ενώ στη Βρετανία που, ως πρωτοπαλήκαρο των Αμερικάνων, έχει αναλάβει τις επιχειρήσεις στην επαρχία Χέλμαντ, από τα ισχυρότερα προπύργια των Ταλιμπάν, η ανησυχία και οι αντιδράσεις αυξάνονται από τις αυξανόμενες απώλειες στρατιωτών και τις πληροφορίες που διαρρέουν για τις τεράστιες δυσκολίες και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι βρετανικές δυνάμεις στο πεδίο της μάχης.
Οι δυσοίωνες προβλέψεις των Ρώσων στρατηγών συνέπεσαν τόσο με την ομολογία του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών και του Τόνι Μπλερ ότι η αντίσταση των Ταλιμπάν είναι πολύ μεγαλύτερη από την αναμενόμενη, όσο και με τη διαρροή ηλεκτρονικών μηνυμάτων Βρετανών αξιωματικών που υπηρετούν στο Αφγανιστάν, τα οποία έφεραν σε δύσκολη θέση τη βρετανική στρατιωτική ηγεσία, που επιχείρησε να μπαλώσει τα πράγματα.
Ο ταγματάρχης Τζέιμς Λόντεν, διοικητής του 3ου Τάγματος του Συντάγματος των Αλεξιπτωτιστών, σε ηλεκτρονικό μήνυμα χαρακτήρισε την αεροπορική υποστήριξη στο Αφγανιστάν «εντελώς άχρηστη» και στη συνέχεια δήλωσε στην εφημερίδα «Τάιμς» (25/9/06) ότι το τάγμα του αντιμετώπισε αλλεπάλληλα κύματα επιθέσεων από μαχητές Ταλιμπάν, που προσπαθούσαν να καταλάβουν τη βάση τους στην περιοχή Σανγκίν, ότι η βάση τους δέχτηκε 30 επιθέσεις σε 34 μέρες, και ότι οι άντρες του συχνά κοιμόντουσαν με τον εξοπλισμό τους σε θερμοκρασίες 600 C.
Λίγες μέρες νωρίτερα, ο ταγματάρχης Τζον Σουίφτ, που υπηρετεί στο Βασιλικό Σύνταγμα Τυφεκιοφόρων, σε ηλεκτρονικό μήνυμά του είχε αποκαλύψει ότι ο αριθμός των Βρετανών τραυματιών είναι πολύ μεγαλύτερος απ’ αυτόν που δημοσιοποιείται και ότι δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι θα μειωθεί.
Το πιο πρόσφατο πλήγμα προήλθε, σύμφωνα με τους «Τάιμς» (25/9/06), από έναν ανώτερο αξιωματικό της 16ης Αεροπορικής Ταξιαρχίας, που υπέβαλε την παραίτησή του αγανακτισμένος από τα προβλήματα και την εγκατάλειψη που αντιμετωπίζουν τα βρετανικά στρατεύματα στο Αφγανιστάν, με αποτέλεσμα οι άντρες του να φτάνουν στο σημείο να δανείζονται πυρομαχικά από τους Καναδούς. Είναι ο δεύτερος αξιωματικός που υποβάλλει την παραίτησή του για τον ίδιο λόγο μέσα σε τρεις βδομάδες.
Ακόμη πιο αποκαλυπτική είναι η ανταπόκριση που δημοσιεύτηκε στον κυριακάτικο «Ιντεπέντεντ» (24/9/06), με τίτλο: «Αφγανιστάν – Η νεκρή ζώνη», από την οποία παραθέτουμε μερικά ιδιαίτερα ενδιαφέροντα αποσπάσματα.
«…Το ΝΑΤΟ περίμενε να χρησιμοποιούν οι Ταλιμπάν την κλασσική “χτυπούν και φεύγουν” αντάρτικη τακτική. Ομως αυτοί πραγματοποιούν μετωπικές επιθέσεις, με αποτέλεσμα να χάνουν πολλούς άντρες, αλλά ταυτόχρονα προκαλούν απώλειες. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι δε φαίνεται να υπάρχει καθόλου έλλειψη ισλαμιστών μαχητών, που περνούν τα πορώδη σύνορα του Πακιστάν και αντικαθιστούν τους νεκρούς και τους τραυματίες.
Οι πραγματικές συνθήκες στο πεδίο της μάχης και οι στερήσεις που αντιμετωπίζουν τα στρατεύματα αποκρύπτονται κατά μεγάλο μέρος από την κοινή γνώμη στην πατρίδα, παρά την προειδοποίηση του στρατηγού Ρίτσαρντ ότι παίρνουν μέρος στις πιο σφοδρές μάχες από τον πόλεμο της Κορέας. Ο ταξίαρχος Εντ Μπάτλερ, διοικητής της 16ης Αεροπορικής Ταξιαρχίας, είπε ότι οι άντρες του έχουν χρησιμοποιήσει 400.000 γεμίσματα. Οι μάχες είναι εξαιρετικά σφοδρές. Η σφοδρότητα και η αγριότητα τους είναι πολύ μεγαλύτερες από το Ιράκ σε καθημερινή βάση. Γίνονται από κοντά.
Ο δεκανέας Τρέβορ Κουλτ, που κέρδισε στρατιωτικό παράσημο στο Ιράκ, υπηρετεί στη βάση Σανγκίν. Κατά τη γνώμη του, “η κατάσταση είναι χειρότερη από τη Βαγδάτη. Είναι όπως το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ζούμε σε χαρακώματα, μας είπε. Πρέπει να πολεμάμε για να βγούμε από τη βάση, πρέπει να πολεμάμε για να επιστρέψουμε. Πρέπει να πολεμάμε κάθε μέρα..”.
Ενας αξιωματικός πρόσθεσε: “Ισοπεδώνουμε περιοχές που έχουμε ήδη ισοπεδώσει, αλλά οι επιθέσεις συνεχίζονται. Έχουμε σκοτώσει δεκάδες, αλλά συνεχίζουν να έρχονται περισσότεροι, από την περιοχή ή από τα σύνορα. Έχουμε χρησιμοποιήσει βομβαρδιστικά Β1, Χάριερς και Μιράζ. Έχουμε ρίξει βόμβες 500, 1.000 και 2.000 λιμπρών. Μερικές φορές στα Απάτσι μας εξαντλούνται τα βλήματα, τόσα πολλά ρίχνουν. Σχεδόν κάθε μετακίνησή μας στο έδαφος δέχεται επίθεση. Χρειαζόμαστε ολοκληρη μάχιμη ομάδα για να μεταφέρουμε πράγματα….Πρέπει επίσης να σκεφτείς ότι κάθε φορά που σκοτώνεις έναν απ’ αυτούς, πόσο περισσότερους εχθρούς δημιουργείς ανάμεσα στους αδελφούς και στους γιούς του”…».