Ενα χρόνο μετά το φιάσκο της Κοπεγχάγης, της παγκόσμιας διάσκεψης για την κλιματική αλλαγή, που τόσο διαφημίστηκε πέρσι τέτοιον καιρό, για να καταλήξει σε μία «καταστροφή», όπως τόσο εύστοχα τη χαρακτήρισε τότε η Σουηδία, η αντίστοιχη διάσκεψη στο Κανκούν του Μεξικού έγινε σε εντελώς διαφορετικό κλίμα. Διάσκεψη χαμηλών προσδοκιών χαρακτηρίστηκε η 16η παγκόσμια διάσκεψη του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή που ολοκληρώθηκε στα τέλη της προηγούμενης βδομάδας. Τα διεθνή ΜΜΕ δεν της έδωσαν και πολλή σημασία. Βλέπετε δεν ήθελαν να την πατήσουν ξανά, όπως με την Κοπεγχάγη, που καλλιεργούσαν φρούδες ελπίδες για να καταλήξουν σε μια συμφωνία έκτρωμα –μετά από πολλά παζάρια– που όλοι συμφώνησαν ότι… διαφωνούν και δεν αποφάσισαν ούτε για τα μάτια του κόσμου να ορίσουν έστω μια ημερομηνία για την έναρξη της μείωσης των εκπομπών CO2, ούτε μία προθεσμία έστω για τη σύναψη μιας «δεσμευτικής» συνθήκης!
Αν, όμως, η διάσκεψη της Κοπεγχάγης χαρακτηρίστηκε κατά γενική ομολογία μια αποτυχία, η διάσκεψη του Κανκούν προέκυψε… επιτυχημένη! Ο Economist μάλιστα δεν ντράπηκε να χαρακτηρίσει τη διάσκεψη «μια εκπληκτική επιτυχία» (αυτός ήταν ο τίτλος κεντρικού άρθρου του «έγκυρου» περιοδικού της βρετανικής μπουρζουαζίας), την οποία απέδωσε στις χαμηλές προσδοκίες αυτής της διάσκεψης! Εσπευσε, δε, να κατακεραυνώσει τη Βολιβία που «ασυμβίβαστα κολλημένη στην πεποίθησή της ότι η μητέρα γη και ο καπιταλισμός δε μπορούν να συμβιώσουν», γιατί ήταν η μόνη χώρα που τόσο ξεκάθαρα κατήγγειλε ότι η διάσκεψη ήταν φιάσκο.
Ομως, κατά τους αστούς καλαμαράδες, η συμβίωση καπιταλισμού και περιβάλλοντος είναι ρεαλιστικότατη, γι’ αυτό και δεν ντρέπονται να παρουσιάσουν σαν «επιτυχίες» τα παπαδίστικα ευχολόγια και τις κάλπικες υποσχέσεις που τόσο ανέξοδα μοιράζουν οι πολιτικοί εκπρόσωποι της καθεστηκυίας τάξης. Ποιες ήταν οι «επιτυχίες» της διάσκεψης του Κανκούν; Το μόνο «μεγάλο επίτευγμα» είναι η δημιουργία ενός «πράσινου ταμείου» για τη στήριξη έργων, προγραμμάτων, πολιτικών και άλλων δραστηριοτήτων στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπως αναφέρει το άρθρο 102 της απόφασης. Το ταμείο θα έχει διαχειριστή την Παγκόσμια Τράπεζα για τα πρώτα τρία χρόνια κι ύστερα θα δούμε. Φυσικά λεφτά για το ταμείο δεν καθορίστηκαν, παρά μόνο οι ανεπτυγμένες χώρες «δεσμεύτηκαν» να δώσουν το… ιλιγγιώδες ποσό των 30 δισ. δολαρίων, όπως μας πληροφορεί το άρθρο 95 της συμφωνίας.
Για να έχετε μια συγκρίσιμη εικόνα του μεγέθους για το οποίο μιλάμε, σημειώστε ότι η αμερικάνικη ομοσπονδιακή τράπεζα (FED) έσπευσε να τυπώσει τον προηγούμενο μήνα χρήμα αξίας 600 δισ. δολαρίων για να αγοράσει τα επενδυτικά… σκουπίδια των τραπεζών (δηλαδή τα ομόλογα που κανείς δεν αγοράζει πια γιατί έχουν φαλιρίσει)! Δηλαδή, μόνο μία από τις ανεπτυγμένες χώρες (οι ΗΠΑ) δίνει 20 φορές περισσότερα για να «χαλαρώσουν» οι τράπεζες! Κι επειδή τα 30 δισ. που υποσχέθηκαν οι ανεπτυγμένες χώρες να δώσουν στις αναπτυσσόμενες τους έπεσαν κομματάκι… βαριά στο στομάχι, αποφάσισαν να τα δώσουν μέσα σε μία διετία (2011-2012). Την ίδια στιγμή, η αμερικάνικη FED θα δώσει τα 600 δισ. δολάρια ζεστό χρήμα για να αγοράσει τα σκάρτα ομόλογα των τραπεζών μέσα στους επόμενους οχτώ μήνες. Η σύγκριση είναι καταλυτική δε νομίζετε;
Ομως, τόσο… κοστολογ-ούν το περιβάλλον οι καπιταλιστές. Τα παπαγαλάκια τύπου Economist θα ισχυρι- στούν, βέβαια, ότι υπάρχει και η «μακροπρόθεσμη» βοήθεια: τα 100 δισ. δολάρια το χρόνο, που είχαν υποσχεθεί και στη διάσκεψη της Κοπεγχάγης. Ομως, αυτά τα λεφτά θα δοθούν από το 2020 και μετά, δηλαδή σε 10 χρόνια, …Θεού (χρήματος) θέλοντος και με την κρίση που μαστίζει το σύστημα αυτός ο «στόχος» (έτσι το αναφέρει το άρθρο 98 της συμφωνίας) θα γίνεται ολοένα και πιο απατηλός. Αφήστε που τα 100 δισ. δολάρια θα ισοδυναμούν με τα… μισά, λόγω πληθωρισμού, μετά από δέκα χρόνια. Αλλά ακόμα κι αν αναφέρονται σε σημερινές τιμές, η υπόσχεση δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά υπόσχεση που κάλλιστα ανατρέπεται, αφού τίποτα δεν είναι δεσμευτικό με την έννοια των κυρώσεων αυτού που θα αρνηθεί να το εφαρμόσει.
Τίποτα το αξιόλογο, πέραν του «πράσινου ταμείου», δεν συμφωνήσανε στο Κανκούν. Μέχρι την επόμενη διάσκεψη, που θα γίνει σε ένα χρόνο, το περιβάλλον μπορεί, επομένως, να συνεχίσει να καταστρέφεται. Το εμπόριο ρύπων, με τις πιο ρυπογόνες βιομηχανίες να αγοράζουν από τις λιγότερο ρυπογόνες το δικαίωμα να ρυπαίνουν, θα συνεχίζεται, καθώς έχει αποδειχτεί επικερδής μπίζνα. Από τους 362 εκατομμύρια τόνους CO2 που εμπορεύτηκαν το 2005, σε τιμή περίπου 7.2 δισ. ευρώ, η ποσότητα των εκπομπών που απετέλεσε αντικείμενο αγοραπωλησίας σχεδόν δεκαπλασιάστηκε μέσα σε τρία χρόνια, φτάνοντας στους 3.1 δισεκατομμύρια τόνους CO2 το 2008, όπως αναφέρει ενημερωτικό φυλλάδιο με τίτλο «Εμπορικό Σχέδιο για τις Εκπομπές της ΕΕ» (“The EU Emmission Trading Scheme”), που εξέδωσε μέσα στο 2009 η Κομισιόν.
Οσο για τις εκπομπές CO2, που υποτίθεται ότι μέχρι το 2012 θα έπρεπε να μειωθούν κατά 5% περίπου, σύμφωνα με το πρωτόκολλο του Κιότο, που υιοθετήθηκε στις 11 Νοέμβρη 1997 και μέχρι σήμερα έχει επικυρωθεί από 187 κράτη (εκτός των ΗΠΑ, της δεύτερης μεγαλύτερης χώρας ρυπαντή στον κόσμο μετά την Κίνα, που ποτέ δεν το επικύρωσαν), αυτές έχουν αυξηθεί πάνω από 40%, σε σχέση με τα επίπεδα του 1992, και τα τελευταία χρόνια παίρνουν την ανηφόρα, όπως φαίνεται στο σχήμα που δημοσιεύουμε. Η μόνη «σωτηρία» για να πέσει κάπως ο ρυθμός αύξησης των εκπομπών δεν είναι άλλη παρά η… οικονομική κρίση που ανάγκασε τις βιομηχανίες να ρίξουν την παραγωγή ή να κλείσουν. Γι’ αυτό και οι ΗΠΑ δείχνουν μια καθοδική τάση στις εκπομπές ρύπων από το 2007, ενώ η Κίνα και η Ινδία συνεχίζουν την ανοδική ρυπαντική τους πορεία.