Το ρόλο της αστυνόμευσης των διαδηλώσεων που συνεχίζονται σχεδόν καθημερινά από την 25η Ιανουαρίου, την πρώτη επέτειο της λαϊκής εξέγερσης ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς Μουμπάρακ, με κεντρικό αίτημα την άμεση παραίτηση της στρατιωτικής χούντας και την ανάληψη της εξουσίας από πολιτική κυβέρνηση, έχει αναλάβει η Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Συγκεκριμένα, μετά από τη μεγαλειώδη διαδήλωση της 25ης Ιανουαρίου, πολλά μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας παρέμειναν στην πλατεία Ταχρίρ για λόγους «ασφάλειας», επικαλούμενοι τον υποτιθέμενο κίνδυνο σαμποτάζ σε κρατικά κτίρια από πληρωμένες συμμορίες. Αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν στις 28 Ιανουαρίου, αφού δέχτηκαν από χιλιάδες διαδηλωτές επίθεση με συνθήματα, απαιτώντας την απομάκρυνσή τους από την πλατεία.
Ακόμη πιο απροκάλυπτα έπαιξαν το ρόλο των δυνάμεων καταστολής στις 31 Ιανουαρίου, όταν χιλιάδες διαδηλωτές από τέσσερα διαφορετικά σημεία του Καΐρου ξεκίνησαν με προορισμό το κτίριο του κοινοβουλίου. Τη διαδήλωση είχαν καλέσει 56 πολιτικά κόμματα και κινήματα με στόχο να απαιτήσουν από τους βουλευτές, που συνεδρίαζαν εκείνη την ώρα, να υποστηρίξουν την άμεση παραίτηση του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου που κυβερνά τη χώρα, χωρίς εγγυήσεις ασυλίας για τα μέλη του, πριν από την σύνταξη και την επικύρωση του νέου συντάγματος και την εκλογή προέδρου. Ομως η Μουσουλμανική Αδελφότητα είχε διαφορετική γνώμη. Εκατοντάδες μέλη της αναπτύχθηκαν σ’ όλους τους δρόμους που οδηγούν στη βουλή και σχημάτισαν ανθρώπινες ασπίδες εμποδίζοντας τους διαδηλωτές να προχωρήσουν προς τη βουλή, με πρόσχημα την προστασία των βουλευτών και του κτιρίου από ενδεχόμενη εισβολή των διαδηλωτών. Πίσω τους είχαν αναπτυχθεί ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις για να επέμβουν σε περίπτωση ανάγκης.
Οι διαδηλωτές απάντησαν με συνθήματα ενάντια στη Μουσουλμανική Αδελφότητα και τη στρατιωτική χούντα, μερικοί πέταξαν πλαστικά μπουκάλια και πέτρες και σημειώθηκαν κάποιες συμπλοκές, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό 71 ανθρώπων, από τους οποίους 30 νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομεία, μεταξύ των οποίων οι 10 ήταν Αδελφοί Μουσουλμάνοι.
Υστερα από τα γεγονότα αυτά το ρήγμα ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις και τα κινήματα που αντιπολιτεύονται τη στρατιωτική χούντα και στη Μουσουλμανική Αδελφότητα βαθαίνει.Οι επικριτές της την κατηγορούν ότι πρόδωσε την εξέγερση, ότι μετά την πτώση του Χόσνι Μουμπάρακ απείχε από πολλές διαδηλώσεις που απαιτούσαν την ικανοποίηση των αιτημάτων της εξέγερσης, ότι αρνήθηκε να υποστηρίξει τους αντικυβερνητικούς διαδηλωτές ακόμη και όταν δέχτηκαν βάρβαρες επιθέσεις από τις δυνάμεις καταστολής με νεκρούς και πολλούς τραυματίες, ότι συνεργάζεται με τη στρατιωτική χούντα και υποστηρίζει κρίσιμες πολιτικές επιλογές της τελευταίας για να διασφαλίσει τα εκλογικά της κέρδη. Μια από τις επιλογές αυτές είναι η συμφωνία με το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο τον περασμένο Νοέμβριο, που προβλέπει την παράδοση της εξουσίας από τη στρατιωτική χούντα μέχρι το τέλος Ιουνίου, μετά την επικύρωση του νέου συντάγματος και την εκλογή προέδρου. Συμφωνία που συγκεντρώνει τα πυρά των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, που φοβούνται ότι τα μέλη του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου θα χρησιμοποιήσουν την εξουσία τους για να διατηρήσουν με το νέο σύνταγμα τα προνόμιά τους και να διασφαλίσουν την ασυλία τους.
Με τη στάση της η Μουσουλμανική Αδελφότητα, που αναδείχθηκε σε κυρίαρχη πολιτική δύναμη κερδίζοντας στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές το 47% των ψήφων, εγγυάται ότι δεν αποτελεί κανένα κίνδυνο για τα συμφέροντα της αστικής τάξης και της στρατιωτικής κάστας. Τα αιτήματα της λαϊκής εξέγερσης δεν πρόκειται να ικανοποιηθούν με την ανάληψη της εξουσίας από τους ισλαμιστές. Μια ακόμη λαϊκή εξέγερση λειτούργησε ως δύναμη κρούσης για καθεστωτική αλλαγή. Αυτό θα επαναλαμβάνεται όσο λείπει η πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης και της εργαζόμενης κοινωνίας.