Κλαυθμός και οδυρμός στην Ευρωλάνδη: οι Ιταλοί δεν ψήφισαν σύμφωνα με τις υποδείξεις της Μέρκελ και του διευθυντήριου των Βρυξελλών. Εδωσαν υψηλά εκλογικά ποσοστά σε «δυο κλόουν», όπως δήλωσε ο σοσιαλδημοκράτης Πεερ Στάινμπρουκ, γνωστός γκαφατζής της γερμανικής πολιτικής σκηνής (γι’ αυτό και του την έπεσαν όλοι, ακόμα και μέσα από το ίδιο του το κόμμα). Το γεγονός ότι οι Ιταλοί μπορεί να έδωσαν πάνω από 30% στον Μπερλουσκόνι και σχεδόν 25% στον Γκρίλο, ρίχνοντας τον εκλεκτό των Βρυξελλών και του Βερολίνου Μόντι κάτω από το 10%, εξοργισμένοι και από τις ωμές παρεμβάσεις κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ούτε που περνάει από το μυαλό των ανθρώπων του διευθυντήριου. Αυτοί νομίζουν ότι μπορεί να καθορίσουν τα πάντα, ξεχνούν όμως πως στην αστική δημοκρατία παίζει ρόλο και η ψήφος και δεν την έχουν πάντα στο τσεπάκι τους.
Τώρα, τρέχουν ν’ ασκήσουν όση επιρροή διαθέτουν, προκειμένου ν’ αποφευχθούν νέες εκλογές. Πιέζουν να σχηματιστεί κυβέρνηση υπό τον Μπερσάνι, στην οποία θα συμμετέχει και ο Μόντι, στο κρίσιμο πόστο του υπουργού Οικονομικών. Προεκλογικά, άλλωστε, ο Μπερσάνι δήλωνε ότι «θα συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις του Μόντι» και ότι θα τον ήθελε για υπουργό Οικονομικών. Οπως σχολίαζε καυστικά αρθρογράφος του Reuters, «αυτοί οι κληρονόμοι της αντικαπιταλιστικής, επαναστατικής ιδεολογίας θεωρούνται σήμερα, ιδιαίτερα από τους επενδυτές, τους τραπεζίτες και τους πολιτικούς της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς, ως η μεγάλη ελπίδα της Ιταλίας για συνταγματική και οικονομική σταθερότητα».
Θα παγιδευόμασταν, αν ασχολούμασταν και εμείς με τις προοπτικές του μετεκλογικού σκηνικού της Ιταλίας, με το αν θα σχηματιστεί κυβέρνηση ή η χώρα θα οδεύσει προς νέες εκλογές. Η Ιταλία έχει μακρά παράδοση τέτοιου είδους πολιτικών κρίσεων. Και με το παλιό πολιτικό προσωπικό και με το καινούργιο, που δημιουργήθηκε μετά την «επιχείρηση καθαρά χέρια» και τη μετατροπή του ιστορικού «Κ»Κ Ιταλίας σε Δημοκρατικό Κόμμα. Το πολιτικό της προσωπικό έχει αποδείξει ότι μπορεί να διαχειρίζεται αυτές τις κρίσεις, ενώ το κράτος συνεχίζει να λειτουργεί ακόμα και χωρίς κυβέρνηση. Αυτή τη στιγμή το μεγάλο πρόβλημά τους είναι ο Γκρίλο, διότι δεν προέρχεται από την «πολιτική τάξη», μπορεί να λειτουργήσει απρόβλεπτα και θα τους πάρει κάποιον καιρό μέχρι να λειάνουν τις γωνίες του. Ομως, όσο δεν υφίσταται εργατική απειλή, θα βρουν και πάλι τη λύση, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Από τη σκοπιά του ιταλικού προλεταριάτου πρέπει να σχολιάσουμε το εκλογικό αποτέλεσμα και την (μικρή ή μεγάλη, μένει να αποδειχτεί) πολιτική κρίση που αυτό παρήγαγε.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ιταλικό προλεταριάτο έβγαλε το άχτι του, ρίχνοντας μια ξεγυρισμένη ροχάλα στον Μόντι, ο οποίος συμβόλιζε τη σκληρή λιτότητα και την αύξηση της ανεργίας κατά την τελευταία διετία. Από εκεί και πέρα, όμως;
Η αποχή αυξήθηκε μόνο κατά 5% (από 20% σε 25%). Οι άλλες επιλογές ήταν… καρατσεκαρισμένες. Ο «κεντροαριστερός» Μπερσάνι βγήκε οριακά πρώτος, ενώ ο Μπερλουσκόνι έκανε ένα θεαματικότατο comeback και εκεί που τον είχαν τελειωμένο ξεπέρασε το 30%, μια ανάσα από τον Μπερσάνι. Ο Μπέπε Γκρίλο, ένα είδος ιταλού Λαζόπουλου, άγγιξε το 24%, με βασικό μότο του το «βαφανκούλο» («άντε γαμηθείτε»). Ενας δημαγωγός, χωρίς κόμμα, χωρίς πολιτικό πρόγραμμα, με συνθήματα τύπου «αγανακτισμένων», έγινε ο βασικός υποδοχέας της αγανάκτησης μεγάλου μέρους της εργατικής τάξης. Μήπως το ίδιο δεν συνέβη με τον Μπερλουσκόνι, που έβριζε τη Μέρκελ και απειλούσε ότι θα βγάλει την Ιταλία από το ευρώ; Εχοντας στο πλευρό του το δικό του μιντιακό σύστημα, το οποίο έχει διαπαιδαγωγήσει γενιές και γενιές Ιταλών στην ευτέλεια, κατάφερε να μοστράρει και πάλι ως μεσσίας.
Οσο για τον… ΣΥΡΙΖΑ Ιταλίας, έναν αστερισμό κομμάτων, οργανώσεων και παραγόντων (από την «Κομμουνιστική Επανίδρυση» και το «Κόμμα Ιταλών Κομμουνιστών» μέχρι διάφορες οικολογικές ομάδες, συν μια γενναία ενίσχυση από φίρμες των πανεπιστημίων), που για τις ανάγκες των εκλογών ονομάστηκε «Επανάσταση Πολιτών» και τοποθέτησε επικεφαλής του έναν δικαστή (!), δεν κατάφερε να ξεφύγει από το 2% και έμεινε εκτός κοινοβουλίου. Δεν βοήθησε ούτε η στήριξη του «Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς», το κείμενο του οποίου υπέγραφαν όλοι οι ηγέτες των εθνικών κομμάτων, μεταξύ των οποίων και ο Τσίπρας (γι’ αυτό και είναι ευεξήγητη η μούγκα που επικρατεί στον ΣΥΡΙΖΑ για τις επιδόσεις του αδελφού κόμματος).
Η ήττα του ιταλικού προλεταριάτου είχε συντελεστεί πριν, όταν δεν κατάφερε να αποσοβήσει τις «μεταρρυθμίσεις» και την επίθεση λιτότητας του Μόντι. Οι εκλογές απλώς επιβεβαίωσαν το γεγονός. Οταν περιμένεις να σε σώσει κάποιος μεσσίας, είτε αυτός λέγεται Μπερσάνι, είτε Μπερλουσκόνι, είτε Γκρίλο, όταν άγεσαι και φέρεσαι πίσω από δημαγωγούς, όταν δεν έχεις δικό σου πολιτικό πρόγραμμα (όχι για τις εκλογές, αλλά για την επαναστατική μετάβαση στον κομμουνισμό), όταν δεν έχεις ταξική πολιτική οργάνωση, η «μοίρα» σου είναι προδιαγεγραμμένη και η νίκη του ταξικού αντίπαλου εύκολη.