Στα προηγούμενα σημειώματα αναφερθήκαμε στα αντεργατικά μέτρα που πάρθηκαν την περασμένη δεκαετία στη Γερμανία, με αποτέλεσμα το ξεχαρβάλωμα των εργασιακών σχέσεων και τη μετατροπή της εργατικής δύναμης σε λάστιχο, που τεντώνεται και μαζεύεται ανάλογα με τις διακυμάνσεις της καπιταλιστικής παραγωγής. Οι περικοπές στα επιδόματα ανεργίας, για να εξαναγκαστούν οι άνεργοι να βρουν δουλειά «όσο όσο», δε συνοδεύτηκαν μόνο από την ολοένα και μεγαλύτερη εξάπλωση της μερικής απασχόλησης, αλλά και από το πετσόκομμα των πληρωμένων υπερωριών, καθώς και τη ραγδαία επέκταση της εκ περιτροπής εργασίας που μέσα σε ένα χρόνο (από το 2008 στο 2009) 15πλασιάστηκε.
Η διαφορά από την εκ περιτροπής εργασία που κάνει θραύση στη χώρα μας, είναι ότι στη Γερμανία η εργασία αυτή επιδοτήθηκε από το κράτος.
Οπως αναφέραμε στο προηγούμενο φύλλο, για να στηρίξει αυτό το μέτρο, που βόλευε τους καπιταλιστές την περίοδο της αναδουλειάς, το γερμανικό κράτος έσπευσε να επιδοτήσει μέρος του χαμένου μισθού, δίνοντας επίδομα μειωμένου ωραρίου στους εργαζόμενους που είχαν περικοπεί οι μισθοί τους πάνω από 10% λόγω της μείωσης των ωρών εργασίας. Στην κορύφωση της κρίσης (το Μάη του 2009), πάνω από 61 χιλιάδες επιχειρήσεις έκαναν αίτηση για την χορήγηση επιδόματος μειωμένου ωραρίου σε 1.5 εκατομμύριο εργαζόμενους. Ενα χρόνο πριν, ο αριθμός αυτός μόλις που ξεπερνούσε τις 100 χιλιάδες.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών των σαρωτικών αλλαγών στην πώληση της εργατικής δύναμης δε μπορούσε παρά να έχει τις επιπτώσεις του.
Περιορισμός ιδιωτικής κατανάλωσης
Μια από τις επιπτώσεις αυτές άρχισε να αποτυπώνεται πριν από την κορύφωση της τελευταίας κρίσης, από την περιόδο της «ανάκαμψης» ακόμη. Σε έκθεση του ΟΟΣΑ για τη Γερμανία το 2008 αναφέρεται: «Σε αντίθεση με προηγούμενες ανακάμψεις, η ιδιωτική κατανάλωση επιβραδύνει την ανάκαμψη. Αυτή η επίδοση αποδίδεται στον ασυνήθιστα αδύναμο ρυθμό αύξησης των εισοδημάτων των νοικοκυριών, παρά τη σημαντικά μεγαλύτερη αύξηση των συνολικών ωρών εργασίας σε σχέση με προηγούμενες ανακάμψεις, γεγονός που αντανακλά τη μικρή αύξηση στους πραγματικούς μισθούς, η οποία ήταν πολύ πίσω από την αύξηση της παραγωγικότητας. Η άλλη πλευρά αυτών των εξελίξεων για τη συνέχιση της οικονομικής ανάκαμψης είναι ότι οι εταιρίες είναι προετοιμασμένες για τη συνέχιση των επενδύσεων και της επέκτασης της εργασίας, αν και με χαμηλότερο ρυθμό από τα πρόσφατα χρόνια, εξαιτίας των αντίθετων ανέμων που προέρχονται από την παγκόσμια πιστωτική σύνθλιψη και την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών. Ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης θα επιβραδυνθεί από το 2 ½ τοις εκατό το 2007 στο 1 ½ τοις εκατό το 2009, που είναι γύρω στον εκτιμώμενο δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης. Αυτή η ανάπτυξη θα δει ένα μικρό προς τα πάνω άνοιγμα από το 2008»[1].
Οταν ο ΟΟΣΑ παραδέχεται ότι πίσω από την πτώση της κατανάλωσης βρίσκεται το πάγωμα των μισθών, τι άλλο να συμπληρώσουμε εμείς; Μόνο το γεγονός ότι για μια ακόμα φορά τα «τσακάλια» του ΟΟΣΑ ήταν πολύ… αισιόδοξα. Γιατί η επιβράδυνση του γερμανικού ΑΕΠ ήταν πολύ μεγαλύτερη το 2009 από αυτή που προέβλεψαν, με αποτέλεσμα η προβλεπόμενη κατά 1.5% ανάπτυξη να εξελιχθεί σε συρρίκνωση του γερμανικού ΑΕΠ κατά 5.1% το 2009!
Πληθωρισμός και νέα «φούσκα»
Αν και ο επίσημος πληθωρισμός στην Γερμανία είναι λίγο μεγαλύτερος από τον μέσο όρο στην ευρωζώνη (φτάνοντας στο 1.3% το Νοέμβρη, με τον μέσο όρο στην ευρωζώνη να είναι 0.9%)[2], η αλήθεια είναι διαφορετική. Οπως επισημαίνει το περιοδικό Spiegel[3], «ίσως το κοινό δεν έχει καλή όσφρηση γι’ αυτό που πραγματικά συμβαίνει, επειδή οι τιμές καταναλωτή δε λένε όλη την ιστορία». Και συνεχίζει, επικαλούμενο τα λόγια του πρώην επικεφαλής οικονομολόγου της Deutsche Bank Τόμας Μάγιερ: «Ο δείκτης τιμών καταναλωτή δεν αντανακλά σημαντικές αγορές, όπως των κατοικιών, έτσι ο πληθωρισμός που παρατηρείται είναι μεγαλύτερος από τον επίσημο πληθωρισμό. Η πραγματική αγοραστική δύναμη συνεχώς μειώνεται». Εκεί που η άνοδος των τιμών «σπάει κόκαλα» είναι στις τιμές των κατοικιών.
Επεσήμαινε το Spiegel στο παραπάνω δημοσίευμα που γράφτηκε πριν από έναν χρόνο: «Οι νέες φούσκες των τιμών τροφοδοτούνται από φτηνό χρήμα από τις κεντρικές τράπεζες όπως και από επενδυτές και αποταμιευτές που καταφεύγουν σε υποτιθέμενα ασφαλέστερα περιουσιακά στοιχεία»[3]. Με την πτώση των επιτοκίων δανεισμού και καταθέσεων, οι πιο πλούσιοι αποταμιευτές προτι- μούν να αγοράσουν σπίτια παρά να αφήσουν τα λεφτά τους να… αποσυντίθενται στα θησαυροφυλάκια των τραπεζών. Σύμφωνα με το Spiegel[4], «οι αιτήσεις αγορών στο Immobilienscout24, ιστοσελίδα για την αγορά ακινήτων που χρησιμοποιείται ευρέως στη Γερμανία, έχουν αυξηθεί κατά 500% από το 2007».
Η αύξηση της ζήτησης, όπως ήταν φυσικό, εκτόξευσε τις τιμές των κατοικιών αλλά και τα ενοίκια. Σε περσινή έκθεσή του, το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών του Βερολίνου, επεσήμαινε: «Από το 2007, την αρχή της περιόδου έρευνάς μας, οι τιμές των διαμερισμάτων στο Βερολίνο έχουν αυξηθεί κατά 73%, που αντιστοιχεί σε περίπου 10% το χρόνο. Στο Αμβούργο και το Μόναχο, η ετήσια αύξηση των τιμών ήταν 7.3% και 5.6% αντίστοιχα»[5]. Αν σκεφτούμε ότι το 85% των Βερολινέζων ζουν με ενοίκιο[5], η ραγδαία αύξηση των ενοικίων στο Βερολίνο αποκτά ιδιαίτερα αρνητική σημασία για τη ζωή τους.
Το ζήτημα των υψηλών ενοικίων ήταν φυσικό να απασχολήσει την προεκλογική εκστρατεία στην Γερμανία από τον περασμένο Γενάρη κιόλας. Οπως μας πληροφορούσε τότε το Spiegel, «τα εκτοξευμένα κόστη και η ελαττωμένη προσφορά αστικών κατοικιών σπρώχνουν αργά τους Γερμανούς με μεσαία εισοδήματα έξω από τις πόλεις»[6]. Η τάση της αύξησης του κόστους κατοικίας θα συνεχιστεί και το 2014, όπως προέβλεψε πρόσφατα το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DWI)[7].
Εισοδηματικές ανισότητες
Για να έχει κανείς μια πρώτη εικόνα για την εξέλιξη των εισοδημάτων των νοικοκυριών στη Γερμανία, αρκεί να ρίξει μια ματιά στον πίνακα που δημοσιεύουμε. Ο πίνακας αυτός προέρχεται από έκθεση του ΟΟΣΑ για τις εισοδηματικές ανισότητες στην ΕΕ το 2012. Αυτό που δείχνει ο πίνακας είναι η μεταβολή των εισοδημάτων των νοικοκυριών από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 μέχρι το 2008, ανά εισοδηματική κατηγορία, ξεκινώντας από την 1η, στην οποία ανήκει το φτωχότερο 10% των νοικοκυριών, και καταλήγοντας στην 10η, στην οποία ανήκει το πλουσιότερο 10% των νοικοκυριών. Για να υπάρχει μέτρο σύγκρισης, εκτός από την Γερμανία, εμφανίζουμε τα στοιχεία που δίνει ο ΟΟΣΑ για την Ελλάδα και το μέσο όρο των χωρών της ΕΕ.
Για το πόσο αληθής είναι αυτός ο πίνακας ως προς τα πραγματικά του μεγέθη δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι, γιατί γνωρίζουμε πως «μαγειρεύονται» τα στοιχεία από τους αστούς οικονομολόγους και τις κυβερνήσεις προκειμένου να φανεί μία καλύτερη εικόνα από την πραγματική (θα μιλήσουμε παρακάτω γι’ αυτό). Εξάλλου, τα εισοδήματα των νοικοκυριών που καταγράφονται σε αυτές τις στατιστικές δεν περιλαμβάνουν τα κέρδη ενός μεγάλου μέρους των καπιταλιστικών επιχειρήσεων που μέσω ανώνυμων εταιριών, θυγατρικών, offshore κτλ, ξέρουν να τα κρύβουν για να γλιτώνουν τη φορολογία.
Παρολαυτά, η κατάσταση στη Γερμανία για το φτωχότερο 30% των νοικοκυριών φαίνεται ξεκάθαρα ότι επιδεινώθηκε, ενώ οι αυξήσεις για τα υπόλοιπα είναι πολύ μικρότερες από το μέσο όρο της ΕΕ, ακόμα και από την Ελλάδα! Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν η συνεχής αύξηση του ποσοστού των φτωχών. Στο εβδομαδιαίο δελτίο του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW)[8], από το 2007 κιόλας, επισημαίνεται αυτή η αύξηση. Το DIW επεσήμανε, ότι περίπου το ένα δέκατο του πληθυσμού ζει σε συνθήκες συνεχούς φτώχειας, με εισόδημα κάτω του 43% του μέσου εισοδήματος στη Γερμανία.
Νέα φτώχεια
Η εξάπλωση της φτώχειας στη μητρόπολη του ευρωπαϊκού καπιταλισμού φάνηκε από έκθεση της κυβερνητικής υπηρεσίας συνταξιοδότησης με τίτλο «Συντάξεις ηλικιωμένων στη Γερμανία», που έγινε το 2007. Σύμφωνα με το Spiegel[9], που αναδημοσιεύει ορισμένα από τα συμπεράσματα της έκθεσης, την οποία παρουσιάζει ως τη μεγαλύτερη αποτίμηση των συνταξιοδοτικών δεδομένων που έγινε ποτέ μεταξύ των Γερμανών που γεννήθηκαν από το 1942 μέχρι το 1961, τα αποτελέσματα της έκθεσης κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Δείχνουν δηλαδή ότι ο αριθμός των Γερμανών ηλικιωμένων που έπεσαν στη φτώχεια αυξάνεται, επισημαίνοντας και την αιτία που σύμφωνα με το περιοδικό είναι:
«Ο αριθμός των Γερμανών σε μη κανονικές συνθήκες εργασίας έχει αυξηθεί δραματικά από το 1996, από 6 εκατομμύρια σε πάνω από 10. Αυτό περιλαμβάνει περίπου τρία εκατομμύρια μίνι-τζόμπερς (σ.σ αυτούς δηλαδή που δουλεύουν σε δουλειές μερικής απασχόλησης κάτω των 400 ευρώ το μήνα) μαζί με άλλα πέντε εκατομμύρια μερικά απασχολούμενους που συνεισφέρουν πολύ λίγα στα κρατικά ασφαλιστικά ταμεία και περιμένουν να λάβουν σχετικά λίγα ως αντάλλαγμα».
Το περιοδικό συμπληρώνει ότι ο αριθμός των εργαζόμενων με χαμηλούς μισθούς αυξάνεται συνεχώς, με τους εργαζόμενους που αμείβονται με κάτω από 5 ευρώ την ώρα να έχουν αυξηθεί στο 1.4 εκατομμύριο.
Κατώτατο ωρομίσθιο αντί κατώτατου μισθού
Αυτή η κατάσταση υποτίθεται ότι θα ανατραπεί με την πρόσφατη συμφωνία μεταξύ των εταίρων του «μεγάλου συνασπισμού» (χριστιανοδημοκρατών και σοσιαλδημοκρατών) για θέσπιση κατώτατου ωρομίσθιου στα 8.5 ευρώ από το 2015. Πέρα από τα διάφορα «παραθυράκια» της νομοθεσίας, που δεν τα γνωρίζουμε ακόμα καθώς τίποτα δεν έχει γίνει σε νομοθετικό επίπεδο μέχρι στιγμής, αλλά θα πρέπει να τα θεωρούμε δεδομένα γιατί η κρίση δεν έχει ξεπεραστεί, κατά πόσο η θέσπιση του κατώτατου ωρομίσθιου μπορεί να εξασφαλίσει ικανοποιητικούς μισθούς για τους γερμανούς εργαζόμενους;
Το ερώτημα μόνο ρητορικό μπορεί να είναι, αν αναλογιστεί κανείς ότι το κατώτατο ωρομίσθιο δεν επηρεάζει την εξάπλωση της μερικής απασχόλησης, ούτε και της εκ περιτροπής εργασίας. Το ζήτημα θα μπορούσε να τεθεί μόνο έτσι: με την θέσπιση κατώτατου μισθού αντί ωρομισθίου, γιατί με το τελευταίο, ο καπιταλιστής μπορεί κάλλιστα να βάζει τους εργάτες του να δουλεύουν τρεις μέρες τη βδομάδα, αδιαφορώντας αν με τα λεφτά που θα βγάζουν θα μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες.
Κουκούλωμα α’λα γερμανικά
Αν θέλετε ένα παράδειγμα του πώς μαγειρεύονται οι κυβερνητικές εκθέσεις για τη φτώχεια, δεν έχετε παρά να δείτε το σίριαλ με τίτλο: «Εκθεση για τον πλούτο και τη φτώχεια στη Γερμανία». Η έκθεση αυτή εκδίδεται κάθε τέσσερα χρόνια από το υπουργείο Εργασίας της Γερμανίας. Η τελευταία φορά που έπρεπε να εκδοθεί ήταν το 2012. Ετσι, το αρχικό κείμενο της έκθεσης σε «πρόχειρη» (draft) μορφή δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στις 21 Νοέμβρη του 2012 και απευθυνόταν στα μέλη της γερμανικής κυβέρνησης και τα συνδικάτα. Ξέρετε πότε δημοσιεύτηκε το οριστικό κείμενο; Μόλις… τέσσερις μήνες μετά, το Μάρτη του 2013!
Ο λόγος της καθυστέρησης δεν ήταν άλλος από το «μαγείρεμα». Πράγμα που στιγματίστηκε από τον γερμανικό Τύπο[10] που έκανε τη σύγκριση μεταξύ των δύο κειμένων. Τι προέκυψε από τη σύγκριση ; Τα επίμαχα αποσπάσματα είχαν πετσοκοπεί, όπως αυτό που ανέφερε: «Ενώ οι υψηλοί μισθοί σημείωσαν θετική αύξηση, οι χαμηλότεροι μειώθηκαν τα τελευταία 10 χρόνια, αυξάνοντας την εισοδηματική ανισότητα».
Η διαπίστωση δεν άρεσε στους κυβερνητικούς αξιωματούχους, με πρώτο τον τότε υπουργό Οικονομίας Φίλιπ Ρέσλερ, που έσπευσε να δηλώσει ότι τα συμπεράσματα της έκθεσης «δεν απηχούν τις απόψεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης». Ετσι, το επίμαχο απόσπασμα αντικαταστάθηκε από άλλο που αιτιολογούσε τη μείωση των μισθών με τις «δομικές βελτιώσεις στην αγορά εργασίας» μεταξύ 2007 και 2011, που έδωσαν την ευκαιρία στους ανέργους να βρουν δουλειά! Η θρασύτητα στο απόγειό της. Πετσόκοψαν τα επιδόματα ανεργίας μετατρέποντάς τα σε φιλανθρωπικά βοηθήματα και εξαναγκάζοντας τους ανέργους να δουλέψουν «όσο-όσο», και έχουν το θράσος να βγαίνουν κι από πάνω! Αυτό όμως είναι η πεμπτουσία της αστικής πολιτικής.
Αλλο συμπέρασμα που πετσόκοψε η τελική έκδοση της έκθεσης για τη φτώχεια στη Γερμανία ήταν τα χαμηλά ωρομίσθια ορισμένων εργαζόμενων σε πλήρη απασχόληση, τα οποία δεν αρκούν για να ζήσει κανείς. Η πρώτη έκδοση επεσήμαινε τον κίνδυνο της φτώχειας γι’ αυτούς τους εργαζόμενους, πράγμα που αφαιρέθηκε από την τελευταία έκδοση και αντικαταστάθηκε με τη χλιαρή διατύπωση ότι το ζήτημα αυτό «θα έπρεπε να θεωρηθεί ως κρίσιμο»!
Υπάρχουν όμως και στοιχεία που επιμελώς αποκρύφτηκαν. Οπως η διαπίστωση ότι «το 2010, μόλις λίγο πάνω από τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι στη Γερμανία εργάζονταν με ακαθάριστο ωρομίσθιο κάτω από τα εφτά ευρώ». Αυτό φυσικά έγινε… γαργάρα στο τελικό κείμενο!
Κάτι σαν επίλογος
Το θέμα της κοινωνικής κατάστασης στη Γερμανία είναι τεράστιο και οι στήλες μιας εφημερίδας δεν μπορούν να καλύψουν επαρκώς όλες τις πλευρές. Αυτό όμως που αβίαστα προκύπτει από τα θέματα που παρουσιάσαμε στο παρόν αφιέρωμα είναι ότι η μητρόπολη του ευρωπαϊκού καπιταλισμού έγινε «ανταγωνιστική» τσαλακώνοντας τα εργασιακά δικαιώματα των εργατών της. Πλάι στους «κανονικά εργαζόμενους» δημιούργησε μία πληθώρα εργαζόμενων (πολλοί από τους οποίους μετανάστες) που ζουν σε συνθήκες σύγχρονης δουλείας, κυριολεκτικά για ένα κομμάτι ψωμί. Ταυτόχρονα δημιούργησε το νομικό οπλοστάσιο για να ανατρέπει όποτε τη βολεύει εργασιακά δικαιώματα δεκαετιών, δίνοντας στους καπιταλιστές τη δυνατότητα να μειώνουν το ωράριο όσο θέλουν για να αποφύγουν να πληρώνουν τους εργαζόμενους έστω για ένα λεπτό ανάπαυλας την ώρα της δουλειάς.
Μ’ αυτό τον τρόπο, όμως, δημιουργούν ένα ολοένα και αυξανόμενο δυναμικό που βιώνει τον κοινωνικό αποκλεισμό και δεν έχει να χάσει τίποτα πέρα απ’ τις αλυσίδες του, σε μία κοινωνική επανάσταση που σήμερα φαντάζει ανέφικτη στη Γερμανία. Ομως, με την κρίση να βρίσκεται σε εξέλιξη, ποιος μπορεί να αποκλείσει εξεγερτικά φαινόμενα στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον, όπως σημειώθηκαν τα τελευταία χρόνια στη Βρετανία ή τη Γαλλία; Το «κοινωνικό ντάμπινγκ», για το οποίο κατηγορούσε τους Γερμανούς η Κριστίν Λαγκάρντ, όταν ήταν υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, έδωσε στη Γερμανία την ηγεμονία στην ΕΕ. Μια ηγεμονία με πήλινα πόδια, που βασίζεται στο ξεχαρβάλωμα των εργασιακών σχέσεων και τη δημιουργία εργαζόμενων φτωχών που ζουν στα όρια της εξαθλίωσης. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο «επίτευγμα» του γερμανικού ιμπεριαλισμού, με σοσιαλδημοκρατική σφραγίδα φυσικά, μιας και η αντεργατική νομοθεσία πέρασε επί καγκελαρίας Σρέντερ.
Παραπομπές
1. Οικονομική έκθεση για την Γερμανία το 2008, ΟΟΣΑ (https://www. oecd.org/eco/economicsurveysandcountrysurveillance/economicsurveyofgermany2008.htm).
2. Δελτίο Τύπου Στατιστικής Υπηρεσίας για τον πληθωρισμό το Νοέμβρη 2013 (https://www.destatis.de/EN/PressServices/Press/pr/2013/12/PE13_419_611.html) και στοιχεία από Eurostat για τη ζώνη του ευρώ (https://epp.eurostat.ec.europa.eu/statistics_explained/index.php/Inflation_in_the_euro_area).
3. Το τέρας του πληθωρισμού: Πώς η νομισματική πολιτική απειλεί τις αποταμιεύσεις, Spiegel 8/10/1012 (https:// www.spiegel.de/international/europe/how-central-banks-are-threatening-the-savings-of-normal-germans-a-860021.html).
4. Η μεταμόρφωση του Βερολίνου από "φτωχό και σέξι" σε πλούσιο και όχι ανεκτό οικονομικά, Spiegel 4/10/12 (https://www.spiegel.de/international/germany/real-estate-boom-threatens-to-end-dream-of-affordable-life-in-berlin-a-859420.html).
5. Οι γερμανικές πόλεις θα δουν περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές των κατοικιών και των ενοικίων το 2013, DIW Economic Bulletin, 12.2012, (https://www. diw.de/documents/publikationen/73/diw_01.c.412712.de/diw_econ_bull_2012-12-3.pdf).
6. Η εκτόξευση των ενοικίων γίνεται προεκλογικό ζήτημα στη Γερμανία, Spiegel 2/1/2013 (https://www.spiegel.de/international/germany/german-renters-pinched-by-rising-costs-and-decreasing-supply-a-875224.html).
7. Κατοικίες στις γερμανικές πόλεις: Οι τιμές αγοράς θα εξακολουθήσουν να αυξάνονται γρηγορότερα από τα ενοίκια το 2014, 5/12/13 (https://www. diw.de/en/diw_01.c.100366.en/research_advice/macroeconomics_and_financial_markets/macroeconomics/news/news.html?id=diw_01.c.432964.en).
8. Αυξάνεται η συνεχής φτώχεια στη Γερμανία – Εβδομαδιαίο Δελτίο του DIW, No.4, Ιούνης 2007 (https://www.diw.de/sixcms/media.php/73/diw_wr_2007-4.pdf).
9. Συνταξιοδοτικός Αρμαγεδώνας: Οι Γερμανοί φοβούνται τη φτώχεια μετά από μία ζωή στη δουλειά – Αρθρο του περιοδικού Spiegel, 13/9/2012 (https:// www.spiegel.de/international/germany/germans-fear-poverty-in-retirement-even-after-life-of-work-a-855352.html).
10. Αποκλειστικό: Η γερμανική κυβέρνηση συγκαλύπτει και υποβαθμίζει έκθεση για τη φτώχεια. Αρθρο του Worldcrunch βασισμένο σε στοιχεία της γερμανικής εφημερίδας Süddeutsche Zeitung (https://www.worldcrunch.com/business-finance/exclusive-german-government-covers-up-waters-down-poverty-report/poverty-and-wealth-report-germany-government/c2s10269/#.Uqjvk-L57GA).