Παρόλο που ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία φαίνεται ότι έχει πολύ δρόμο ακόμη, τις τελευταίες μέρες υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι στο διπλωματικό παρασκήνιο αναζητείται από τις εμπλεκόμενες δυνάμεις πιο επιτακτικά από άλλες φορές μια πολιτική λύση που θα αποτρέψει τα χειρότερα. Ετσι, στις 13 Δεκέμβρη, ο ρώσος αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών και ειδικός απεσταλμένος για τη Μέση Ανατολή Μιχαήλ Μπογκντάνοφ δήλωσε ότι θεωρεί πιθανή μια νίκη της αντιπολίτευσης, αλλά ότι αυτό θα χρειαστεί πολύ χρόνο και θα μετατρέψει τη Συρία σε ερείπια. Ηταν η πρώτη δήλωση κορυφαίου ρώσου αξιωματούχου που διαφοροποιείται από την επίσημη θέση του Κρεμλίνου, γεγονός που χαιρετίστηκε από το Λευκό Οίκο και τους συμμάχους του ως ένδειξη ότι η Ρωσία αποσύρει την υποστήριξή της στο σύριο πρόεδρο. Παρόλο που το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών έσπευσε να δηλώσει ότι παρανοήθηκε η δήλωση Μπογκντάνοφ και επανέλαβε ότι η λύση της σύγκρουσης στη Συρία πρέπει να είναι πολιτική και όχι στρατιωτική και ότι η απομάκρυνση του Ασαντ από την εξουσία δεν πρέπει να τίθεται ως προϋπόθεση, είναι βέβαιο ότι η δήλωση Μπογκντάνοφ δεν έγινε τυχαία.
Στις 17 Δεκέμβρη ακολούθησε ο αντιπρόεδρος της Συρίας Φαρούκ αλ Σαράα, παλιός και στενός συνεργάτης των Ασαντ. Σε συνέντευξή του στη λιβανέζικη εφημερίδα «Al Akhbar», δήλωσε, μεταξύ άλλων, ότι ούτε ο κυβερνητικός στρατός ούτε η αντιπολίτευση μπορούν να πετύχουν μια οριστική νίκη και ότι χρειάζεται μια «ιστορική διευθέτηση», που θα θέσει τέλος στη σύγκρουση με την εμπλοκή περιφερειακών δυνάμεων και του ΟΗΕ, και μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας με ευρείες αρμοδιότητες. Και πρόσθεσε: «Πρέπει να είμαστε σε θέση να υπερασπίσουμε την ύπαρξη της Συρίας. Δεν πολεμάμε για ένα άτομο ή ένα καθεστώς». Λόγια προφανώς με ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι είναι ο πρώτος κορυφαίος σύριος αξιωματούχος που κάνει τέτοιες δηλώσεις.
Ο Φαρούκ αλ Σαράα, σουνίτης από τη νότια πόλη Ντεράα, κοιτίδα της εξέγερσης, ανέλαβε ως έμπειρος διπλωμάτης κατ’ εντολήν του Ασαντ στην αρχή της εξέγερσης την ευθύνη του διαλόγου με την αντιπολίτευση. Εκτοτε παρέμεινε σιωπηλός, γεγονός που προκάλεσε φήμες ότι αποσκίρτησε. Οι δηλώσεις του μετά από μια τόσο μακρά σιωπή πιθανόν σημαίνουν ότι του έχει ανατεθεί να βολιδοσκοπήσει για μια πολιτική λύση, που θα διασώζει το κεφάλι του Ασαντ και του στενού κύκλου του. Σημειωτέον ότι τον Οκτώβριο η τούρκικη διπλωματία πρότεινε τον Αλ Σαράα ως πρόσωπο που θα μπορούσε να τεθεί επικεφαλής μιας μεταβατικής κυβέρνησης για να τερματιστεί ο εμφύλιος πόλεμος. «Κανείς δεν γνωρίζει το σύστημα καλύτερα από το Φαρούκ αλ – Σαράα», δήλωσε τότε ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, προσθέτοντας ότι ο αλ Σαράα δεν έχει εμπλακεί στη βία και σε σφαγές.
Οι δηλώσεις του Φαρούκ αλ Σαράα συνέπεσαν με το σχέδιο για τον τερματισμό του εμφύλιου πολέμου στη Συρία που παρουσίασε μια μέρα νωρίτερα, στις 16 Δεκεμβρίου, το ιρανικό υπουργείο Εξωτερικών. Το σχέδιο αυτό προβλέπει άμεση κατάπαυση του πυρός και εποπτεία των ένοπλων ομάδων από τον ΟΗΕ. Αρση των κυρώσεων εναντίον της Συρίας για να ανοίξει ο δρόμος για τη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας. Εναρξη εθνικού διαλόγου μόλις επικρατήσει ηρεμία για το σχηματισμό μεταβατικής κυβέρνησης, που θα αναλάβει τη διεξαγωγή ελεύθερων βουλευτικών και προεδρικών εκλογών. Απελευθέρωση όλων των πολιτικών κρατουμένων από την κυβέρνηση και αμερόληπτη δίκη όσων φυλακίζονται για την εμπλοκή τους σε εγκλήματα από την έναρξη την εξέγερσης. Παρ’ όλο που είναι σχεδόν βέβαιο ότι το ιρανικό σχέδιο θ’ απορριφθεί από την αντιπολίτευση, η κίνηση αυτή σημαίνει ότι η Τεχεράνη αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να στηρίζει όλη τη στρατηγική της στην επιβίωση του Ασαντ, αλλά χρειάζεται να οικοδομήσει νέες συμμαχίες για να παραμείνει ανάμεσα στους παίχτες στις συριακές υποθέσεις σε περίπτωση που ανατραπεί ο Ασαντ.
Στις 17 Δεκεμβρίου, η τούρκικη εφημερίδα «Ραντικάλ» αποκάλυψε ότι η κυβέρνηση της Τουρκίας παρουσίασε στη ρώσικη ηγεσία μια νέα πρόταση για ειρηνική μετάβαση στη μετά Ασαντ εποχή, η οποία καλεί το Μπασάρ Ασαντ να παραιτηθεί στους τρεις πρώτους μήνες του 2013 και να αναλάβει τη διαδικασία μετάβασης ο Εθνικός Συνασπισμός της αντιπολίτευσης, που έχει αναγνωριστεί από κάποιες αραβικές και δυτικές χώρες ως ο μόνος νόμιμος εκπρόσωπος του συριακού λαού. Η πρόταση συζητήθηκε κατά τη συνάντηση Ερντογκάν και του Πούτιν στις 3 Δεκεμβρίου στην Κωνσταντινούπολη και χαρακτηρίστηκε από το ρώσο πρόεδρο, σύμφωνα με τη «Ραντικάλ», ως «δημιουργική φόρμουλα». Η «Ραντικάλ» αποκάλυψε επίσης ότι η νέα πρόταση της Τουρκίας συζητιέται τις τελευταίες 10 μέρες από τις ΗΠΑ, το Κατάρ, την Αίγυπτο, τη Ρωσία και τον ΟΗΕ.
Ολη αυτή η κινητικότητα στο διπλωματικό παρασκήνιο και προσκήνιο επιβεβαιώνει τη δήλωση του αντιπροέδρου της Συρίας Φαρούκ αλ – Σαράα ότι ούτε ο στρατός ούτε οι αντάρτες μπορούν να πετύχουν μια οριστική νίκη, συνεπώς ο πόλεμος θα παραταθεί για απροσδιόριστο ακόμη χρονικό διάστημα. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι στην περίπτωση αυτή θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο στρατιωτικά και πολιτικά οι ένοπλοι σχηματισμοί των μαχητών του ριζοσπαστικού Ισλάμ, που είναι οι πιο ισχυροί και πιο αξιόμαχοι μεταξύ των ανταρτών της αντιπολίτευσης, παρόλο που ο σημαντικότερος απ’ αυτούς, το Μέτωπο Al Nusra, χαρακτηρίστηκε από το Λευκό Οίκο «τρομοκρατική οργάνωση», προκαλώντας έντονες αντιδράσεις απ’ όλο το φάσμα της αντιπολίτευσης. Σημειωτέον ότι το Al – Nusra και οι συμμαχικές του ένοπλες ομάδες, ανάλογης ιδεολογικής κατεύθυνσης, δεν αναγνωρίζουν και δεν ελέγχονται από το Συριακό Εθνικό Συνασπισμό της αντιπολίτευσης, που συγκροτήθηκε το Νοέμβριο, κάτω από την έντονη πίεση των ΗΠΑ, της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ, ως εναλλακτική πολιτική λύση. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση κατάρρευσης του καθεστώτος Ασαντ, η κατάσταση θα είναι πιθανότατα ανεξέλεγκτη και οι πιθανότητες συνέχισης των συγκρούσεων ανάμεσα πια σε ένοπλες ομάδες της αντιπολίτευσης, που θα διαγκωνίζονται για τον έλεγχο τμημάτων της χώρας και τη νομή της εξουσίας, πολλές.
Η προοπτική αυτή τρομάζει τους Αμερικάνους και τους συμμάχους τους, που φοβούνται την εγκαθίδρυση ενός μη φιλικού καθεστώτος σε μια στρατηγικής σημασίας χώρα της Μέσης Ανατολής , δίπλα στο Λίβανο και στο Ισραήλ. Στο ζήτημα αυτό υπάρχει σύγκλιση συμφερόντων και κοινή ανησυχία με το Κρεμλίνο. Γι αυτό, παρόλο που η Ουάσιγκτον θέλει και επιδιώκει την ανατροπή του Ασαντ, είναι αναγκασμένη να διαπραγματευτεί μια πολιτική λύση με τη Μόσχα, για να αποτρέψουν τα χειρότερα. Στις συνθήκες αυτές, η Μόσχα μπορεί να διαπραγματευτεί με τους ανταγωνιστές της με αξιώσεις, γιατί το καθεστώς Ασαντ διατηρεί ακόμη τη συνοχή του, σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις και τον έλεγχο των περισσότερων πόλεων και μεγάλων τμημάτων της χώρας, παρόλο που οι αντάρτες έχουν πετύχει σημαντικά κέρδη στο βόρειο και ανατολικό τμήμα της χώρας.
Στο μεταξύ, από την περασμένη Κυριακή, 16 Δεκεμβρίου, το παλαιστινιακό προσφυγικό στρατόπεδο Γιαρμούκ στη Δαμασκό έχει μετατραπεί σε πεδίο σφοδρών συγκρούσεων ανάμεσα σε σύριους αντάρτες και ένοπλους Παλαιστίνιους του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης – Γενική Διοίκηση, που υποστηρίζει το καθεστώς Ασαντ.
Ομάδες σύριων ανταρτών, με την υποστήριξη Παλαιστινίων εναντίον του καθεστώτος Ασαντ, προσπαθούν εδώ και μήνες να πάρουν υπό τον έλεγχό τους το στρατόπεδο, όμως οι συγκρούσεις κλιμακώθηκαν μετά από αεροπορικό πλήγμα την περασμένη Κυριακή, που προκάλεσε το θάνατο 8 Παλαιστινίων. Οι συγκρούσεις συνεχίζονται μέχρι τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές (μεσάνυχτα 18ης Δεκέμβρη), έχοντας προκαλέσει την έξοδο από το στρατόπεδο δεκάδων χιλιάδων Παλαιστινίων, που ζητούν καταφύγιο σε άλλες γειτονιές, στους δρόμους, σε σχολεία, τζαμιά και στο γειτονικό Λίβανο. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, έχει αδειάσει μέχρι στιγμής σχεδόν το μισό στρατόπεδο, το οποίο φιλοξενούσε 150.000 περίπου παλαιστίνιους πρόσφυγες, ενώ είναι βέβαιο ότι η μαζική έξοδος θα συνεχιστεί, καθώς αναμένεται σφοδρή επίθεση του κυβερνητικού στρατού, που έχει περικυκλώσει το στρατόπεδο και απαγορεύει την είσοδο σε όλους. Το στρατόπεδο Γιαρμούκ έχει στρατηγική σημασία για τους αντάρτες, που επιχειρούν να διεισδύσουν βαθύτερα στην πρωτεύουσα, γιατί βρίσκεται σε απόσταση μόλις 8 χιλιομέτρων από το κέντρο της πόλης.