Η ένταση των επιθέσεων εμφυλιοπολεμικού χαρακτήρα στο Ιράκ, που παρουσιάζεται από τα διεθνή ΜΜΕ το τελευταίο διάστημα, κάνει εύλογο το ερώτημα προς τα πού βαδίζει το Ιράκ: σε ένα χάος εμφυλίου πολέμου ή στη συνέχιση της Αντίστασης στους ξένους κατακτητές; Παρακάτω, θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε σε μια πρώτη φάση στο παραπάνω ερώτημα έχοντας το μειονέκτημα του εκ του μακρόθεν ρεπορτάζ, καθώς και της αδυναμίας αναζήτησης πληροφοριών από τον αραβικό τύπο και τα διάφορα αραβικά sites στο διαδίκτυο, που είναι μόνο στην αραβική γλώσσα. Παρολαυτά, πιστεύουμε ότι μπορούμε να καταλήξουμε σε κάποια πρώτα συμπεράσματα σχετικά με το πού βαδίζει αυτή η πολύπαθη χώρα τρισίμιση χρόνια μετά την αμερικανοβρετανική κατοχή, βασιζόμενοι σε πληροφορίες από αγγλόφωνες αραβικές ιστοσελίδες και από Αραβες γνώστες της κατάστασης στο Ιράκ.
♦ Ποιοι κρύβονται πίσω απ’ τον εμφύλιο;
Οι προσπάθειες των Αμερικάνων και των Βρετανών να στρέψουν την αντίσταση σε ένα αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, ώστε να εδραιώσουν τη θέση τους σαν τοποτηρητές της τάξης, είναι γνωστές από τις πρώτες μέρες της εκδήλωσής της. Γι’ αυτό το στόχο έχουμε γράψει σε παλαιότερα φύλλα της «Κόντρας» και δεν θα επανέλθουμε τώρα. Επίσης, γνωστό είναι από πού πυροδοτήθηκε ο εμφύλιος, με τις μαζικές εκτελέσεις Σουνιτών από τα τάγματα θανάτου του υπουργείου Εσωτερικών και της Ταξιαρχίας Μπαντρ (του φιλοϊρανικού «Συμβουλίου για την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράκ», που ηγείται ο Αλ-Χακίμ), που έχουν επανειλημμένα καταγγελθεί ακόμα κι από αξιωματούχους του ΟΗΕ (όπως ο John Pace, επικεφαλής του τμήματος ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ). Απ’ αυτές τις στήλες έχουμε επισημάνει εδώ και καιρό, ότι ο εμφύλιος πόλεμος έχει ξεσπάσει και εκδηλώνεται παράλληλα με την αντίσταση. Ομως, το τελευταίο διάστημα, ταυτόχρονα με τη δράση των σιιτικών ταγμάτων θανάτου, οι δολοφονικές επιθέσεις των οποίων έχουν πάρει το χαρακτήρα επιδημίας (ιδιαίτερα στην περιοχή της Βαγδάτης, που πολλοί Σουνίτες αναγκάζονται να την εγκαταλείψουν), έχουν πληθύνει οι επιθέσεις σε σιιτικούς στόχους, που δεν περιλαμβάνουν μόνο συνεργάτες των κατακτητών, αλλά και άμαχο πληθυσμό (π.χ. επιθέσεις σε τζαμιά, λαϊκές αγορές και εμπορικά κέντρα).
Σύμφωνα με την τελευταία τριμηνιαία έκθεση του αμερικάνικου Πενταγώνου, οι νεκροί απ’ τις «φυλετικές συγκρούσεις» έχουν αυξηθεί κατά 50% το τελευταίο τρίμηνο, ενώ ο ίδιος ο «πνευματικός ηγέτης των Σιιτών», Αγιατολάχ Αλ-Σιστάνι δήλωσε ότι δε μπορεί να κάνει τίποτα για να αποτρέψει τον εμφύλιο. Δε χρειάζονται όμως οι Αμερικάνοι και ο Σιστάνι για να διαπιστώσει κανείς αυτή την πραγματικότητα, που περιγράφουν ακόμα και τα αραβικά ΜΜΕ και υποστηρίζουν ότι ισχύει ακόμα και άνθρωποι της ίδιας της Ιρακινής Αντίστασης.
Μέχρι σήμερα, μόνο μία σουνιτική οργάνωση έχει αναλάβει την ευθύνη τέτοιου είδους επιθέσεων. Η Jamaat Jund al-Sahaba (Στρατός των Συντρόφων του Προφήτη), μια οργάνωση πολύ λίγο γνωστή και με μικρή δύναμη, ήταν η μόνη που έβγαλε ανακοινώσεις ανάληψης ευθύνης για τουλάχιστον δύο τέτοιες επιθέσεις: μία επίθεση αυτοκτονίας με παγιδευμένο αυτοκίνητο σε λαϊκή αγορά βόρεια της Βαγδάτης, το Μάη του 2005, με 31 νεκρούς, και μία ακόμα επίθεση αυτοκτονίας στις 10 του περασμένου Αυγούστου, στη Νατζάφ, έξω από το τζαμί του Ιμάμη Αλή, με 35 νεκρούς και 122 τραυματίες. Αυτές οι επιθέσεις, που στρέφονται συλλήβδην κατά του σιιτικού πληθυσμού (επιθέσεις καθαρά αντεκδίκησης για τον άγριο διωγμό των Σουνιτών από τα τάγματα θανάτου) δεν βρίσκουν, όμως, σύμφωνη την πλειοψηφία των οργανώσεων της Αντίστασης, που σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες μας αποστασιοποιούνται από τη δράση της.
Το «Συμβούλιο της Σούρας των Μουτζαχεντίν» (στο οποίο συμμετέχει και η ιρακινή «Αλ-Κάιντα»), μάλιστα, έβγαλε πρόσφατα ανακοίνωση με την οποία διαχωρίζεται από τέτοιου είδους επιθέσεις. Το ίδιο κάνουν και οι Μπααθιστές, που καταγγέλλουν ανοιχτά ότι τέτοιου είδους επιθέσεις εξυπηρετούν μονάχα τους κατακτητές. Ομως, ο εμφύλιος πόλεμος φαίνεται να μη μπορεί να αποτραπεί. Κομβικό σημείο σ’ αυτό το αιματηρό παιχνίδι παίζει η αλλαγή της στάσης του πάλαι ποτέ ριζοσπάστη σιίτη κληρικού Μοκτάντα Αλ-Σαντρ, που φαίνεται να στρέφεται πλέον κατά της Αντίστασης.
n Ο ρόλος του Σαντρ
Οι ανταποκρίσεις δυτικών ΜΜΕ (όπως η βρετανική εφημερίδα «Telegraph» της περασμένης Κυριακής) ανέφεραν ότι ο Σαντρ κερδίζει έδαφος, επειδή προστατεύει το σιιτικό στοιχείο απ’ τους «τρομοκράτες». Σύμφωνα με την «Telegraph», εκατοντάδες χιλιάδες Σιίτες έχουν απομακρυνθεί από τον Σιστάνι και προσεγγίζουν τον Σαντρ, γιατί ο πρώτος δεν κάνει τίποτα για να τους προστατεύσει, ενώ ο δεύτερος παίρνει δραστικά μέτρα σκοτώνοντας «τρομοκράτες» που ευθύνονται για επιθέσεις σε Σιίτες. Επειδή, όμως, δε μπορεί κανείς να βασιστεί στις δυτικές πηγές, μιλήσαμε με Αραβες που γνωρίζουν την κατάσταση στο Ιράκ και μας επιβεβαίωσαν την αλλαγή στάσης του Σαντρ, ο οποίος έχει πάρει σημαντικά πολιτικά ανταλλάγματα για έναν αναβαθμισμένο ρόλο στο πολιτικό παιχνίδι που παίζεται στο Ιράκ και προσεγγίζει το Ιράν για να ενισχυθεί σ’ αυτή του τη διεκδίκηση.
Η αλλαγή της στάσης του Σαντρ (ο «Στρατός του Αλ Μεχντί», τον οποίο διοικεί, είχε δύο φορές στο παρελθόν αναμετρηθεί ένοπλα με τους Αμερικάνους) φαίνεται κι απ’ την ανταπόκριση του δημοσιογράφου του ισλαμικού πρακτορείου «Μαφκαράτ Αλ Ισλάμ», που καθημερινά μεταδίδει ανταποκρίσεις για τη δράση της Ιρακινής Αντίστασης μέσα απ’ την ιστοσελίδα της «Ελεύθερης Αραβικής Φωνής» και του «Al Basrah». Στην ανταπόκρισή του της περασμένης Κυριακής (βλ. https://www. albasrah.net/en_articles_2006/0906/iraqiresistancereport_030906.htm) ο ανταποκριτής αναφέρει ότι ο Σαντρ έδωσε εντολή στους άντρες του να κατεβάσουν τα όπλα τους και να μην αντιταχθούν στις αμερικάνικες και ταγματασφαλίτικες ιρακινές δυνάμεις, που διεξάγουν περιπολίες στην Ντιγουανίγια (νότια της Βαγδάτης). Με το αιτιολογικό της «προστασίας της ζωής των μαχητών», ο Σαντρ τους κάλεσε να υποχωρήσουν μετά από τα τελευταία γεγονότα (πολλοί μαχητές του στρατού του Αλ-Μεχντί είχαν καταλάβει κυβερνητικά και αμερικάνικα στρατιωτικά γραφεία στην πόλη). Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Στο παρελθόν είχαμε αναφέρει ότι ο στρατός του Σαντρ εμφανιζόταν να συμμετέχει σε εμφυλιοπολεμικές επιθέσεις, βασιζόμενοι στις ανταποκρίσεις του ίδιου πρακτορείου. Πιστεύαμε, όμως, ότι αυτό δεν γινόταν σε τακτική βάση, ενώ ο Σαντρ εμφανιζόταν αντίθετος σε κάτι τέτοιο.
Ομως, αυτό το πράγμα φαίνεται ν’ άλλαξε στην πορεία. Σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, ο στρατός του Σαντρ συνεργάζεται πλέον με τις ταξιαρχίες Μπαντρ (που απ’ την αρχή ήταν στο πλευρό των Αμερικανών και συνιστούν το βασικό σώμα των ταγμάτων θανάτου κατά των Σουνιτών) και γι’ αυτό δέχεται πλήγματα απ’ τις δυνάμεις της Αντίστασης. Οι πληροφορίες που είχαμε επιβεβαιώθηκαν από την ανταπόκριση του δημοσιογράφου του «Μαφκαράτ Αλ-Ισλάμ» της προηγούμενης Παρασκευής, σύμφωνα με την οποία το υπουργείο Υγείας παραδέχτηκε ότι πάνω από 300 σιίτες πολιτοφύλακες των ταξιαρχιών Μπαντρ και του στρατού «Αλ-Μεχντί» του Σαντρ σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν, όταν δέχτηκαν τα σφοδρά πυρά αντιστασιακών οργανώσεων σε διάφορες περιοχές της Βαγδάτης, που χρησιμοποίησαν ακόμα και ρουκέτες «Κατιούσα».
Η αλλαγή της στάσης του Σαντρ μπορεί να μην κρατήσει για πολύ (σε μια τόσο ρευστή κατάσταση όπως αυτή που επικρατεί στο Ιράκ οι οποιεσδήποτε συμφωνίες μπορεί να σπάσουν ανά πάσα στιγμή), όμως το σίγουρο είναι ότι υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στην Αντίσταση, που επικεντρώνεται πλέον στις σουνιτικές περιοχές, και το σιιτικό στοιχείο, που συνεχίζει να στηρίζει τον Σαντρ και τον Σιστάνι. Χωρίς αυτό φυσικά να σημαίνει ότι δεν εμφανίζονται ορισμένοι σπόροι αντίστασης και στις σιιτικές περιοχές, όπως φάνηκε μετά τις τελευταίες επιθέσεις κατά των βρετανικών στρατευμάτων στη Βασόρα. Το γεγονός, όμως, ότι η πλειοψηφία του ιρακινού πληθυσμού είναι Σιίτες και το σουνιτικό στοιχείο δεν ξεπερνά το 20% περίπου, βάζει εύλογα ένα ακόμα ερώτημα. Πόσο δυνατή μπορεί να είναι η σουνιτική αντίσταση και πόσο μεγάλο πρόβλημα μπορεί να βάλει στους κατακτητές και τα τσιράκια τους;
♦ Είναι μικρή η σουνιτική αντίσταση;
Το πόσο μεγάλο πρόβλημα βάζει η σουνιτική αντίσταση στους κατακτητές φαίνεται καταρχάς απ’ την τελευταία έκθεση του αμερικάνικου Πενταγώνου. Σύμφωνα μ’ αυτή την έκθεση, η σουνιτική αντίσταση είναι «ισχυρή και βιώσιμη», παρά την ενδοφυλετική βία, με τις εβδομαδιαίες επιθέσεις να εκτοξεύονται στις 800 κατά μέσο όρο για όλο το διάστημα απ’ το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης τον περασμένο Μάη μέχρι τον Αύγουστο (επιθέσεις διπλάσιες απ’ τις αρχές του 2004).
Η αδυναμία των Αμερικάνων και των Ιρακινών συνεργατών τους να σταματήσουν την Αντίσταση είναι πλέον εξόφθαλμη. Κι αυτή η αδυναμία οφείλεται στη σκληρή αντίσταση που συναντούν στις σουνιτικές περιοχές και ιδιαίτερα στην επαρχία Ανμπάρ. Χαρακτηριστικός απ’ αυτή την άποψη είναι ο αριθμός των νεκρών Αμερικάνων τον Αύγουστο: 65 νεκροί, απ’ τους οποίους πάνω απ’ τους μισούς (36) σκοτώθηκαν στην επαρχία Ανμπάρ, με το συνολικό αριθμό των νεκρών αμερικάνων στρατιωτών να εκτινάσσεται στους 2.642. Γεγονός που ανάγκασε το Πεντάγωνο να ανακοινώσει ότι αυξάνει τον αριθμό των αμερικάνων στρατιωτών στο Ιράκ σε 140.000 (13.000 περισσότεροι εδώ και πέντε βδομάδες). Αυτά τα στοιχεία τα αλιεύσαμε απ’ το πρακτορείο Inter Press σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του γνωστού άραβα δημοσιογράφου Νταρ Τζαμάιλ με τίτλο «Οι ΗΠΑ χάνουν τον έλεγχο στην επαρχία Ανμπάρ» (6/9/06). Αξίζει να παραθέσουμε μερικά αποσπάσματα:
«Η περιοχή δυτικά της Βαγδάτης περιλαμβάνει τη Φαλούτζα και το Ραμάντι και άλλες πόλεις που έχουν δει τη χειρότερη στρατιωτική κατοχή και την ισχυρότερη αντίσταση. Παρά τις μαζικές στρατιωτικές επιχειρήσει,ς που κατέστρεψαν σχεδόν όλη τη Φαλούτζα και σε μεγάλο βαθμό πόλεις όπως η Χαντίθα και η Αλ-Καΐμ στο Ραμάντι, ο κύριος έλεγχος της περιοχής τώρα φαίνεται να είναι στα χέρια της Αντίστασης». Επικαλούμενος ιρακινό ιστορικό απ’ τη Φαλούτζα, ο Τζαμάιλ αποκαλύπτει ότι σε καθημερινή βάση γίνονται επιθέσεις απ’ το Αλ-Καΐμ στα σύνορα με τη Συρία, το Αμπού Γκράιμπ δυτικά της Βαγδάτης (απ’ όπου και το ομώνυμο κολαστήριο) μέχρι όλο το δρόμο μέσω της Χαντίθα, της Χίτ, του Ραμάντι και της Φαλούτζα. Ενώ σύμφωνα με κυβερνητικό αξιωματούχο στο Αμπού Γκράιμπ: «Κανένας κυβερνητικός αξιωματούχος δε μπορεί να κάνει τίποτα προτού επικοινωνήσει με την Αντίσταση πρώτα. Ακόμα κι ο κυβερνήτης πρέπει να πάρει την έγκρισή του για οτιδήποτε. Αν σταματήσει να το κάνει αυτό, (οι αντάρτες σ.σ.) επιβάλλουν θανατική ποινή και τώρα δε μπορεί να προστατευτεί χωρίς αμερικάνικη προστασία».
Οι αντάρτες ελέγχουν ακόμα και ένα μεγάλο τμήμα της εθνικής οδού Βαγδάτης-Αμάν, που διασχίζει την επαρχία Ανμπάρ. Πράγμα που κάνει αδύνατο τον ανεφοδιασμό των αμερικάνικων και ιρακινών στρατευμάτων με τρόφιμα απ’ αυτή την οδό, εφόσον είτε τα κατάσχουν οι αντάρτες είτε τα αρπάζουν κλέφτες. Μην έχοντας λοιπόν κανένα έλεγχο στην επαρχία Ανμπάρ, οι Αμερικάνοι χάνουν περίπου το ένα τρίτο του Ιράκ κι αυτό δεν είναι καθόλου λίγο. Η διέξοδος σ’ αυτό το ατέλειωτο αδιέξοδο ίσως να μπορεί να «δοθεί» με το διαμελισμό της χώρας. Γι’ αυτό όμως θα μιλήσουμε στο επόμενο φύλλο.