Με ελάχιστες πιθανότητες να υπάρξει προσέγγιση στα κρίσιμα ζητήματα στον πόλεμο της Συρίας συγκαλείται στις 10 Φλεβάρη η «Γενεύη 2» για το δεύτερο γύρο των διαπραγματεύσεων. Η έκβαση του πρώτου γύρου, που έληξε στις 31 Γενάρη, προδιαγράφει λίγο – πολύ το αποτέλεσμα και του δεύτερου γύρου, καθώς ο συσχετισμός δυνάμεων σε στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο δεν έχει αλλάξει.
Υστερα από μια βδομάδα διαπραγματεύσεων σε κλίμα έντονης αντιπαράθεσης, τα αντίπαλα στρατόπεδα δεν κατέληξαν σε συμφωνία σε κανένα ζήτημα. Ούτε στο ζήτημα της πολιορκίας από τον κυβερνητικό στρατό στην παλιά πόλη της Χομς και στο άνοιγμα διαδρόμων ανθρωπιστικής βοήθειας, στο οποίο φάνηκε αρχικά να υπάρχει κάποια προσέγγιση, γιατί οι όροι που έθετε η κυβέρνηση απορρίφθηκαν από την αντιπολίτευση και το αντίθετο. Η μεν κυβέρνηση επέτρεπε την αποχώρηση των γυναικών και των παιδιών από την πολιορκημένη πόλη, θέτοντας ως όρο την καταγραφή των ονομάτων των αντρών που θα αποχωρούσαν μαζί τους στα σημεία ελέγχου, γεγονός που σχεδόν σίγουρα θα κατέληγε στη σύλληψή τους, όπως έγινε σε άλλες περιοχές που είχαν χάσει οι αντάρτες. Οι δε αντάρτες απαιτούσαν πλήρη άρση της πολιορκίας, ώστε να μπορεί ο καθένας να φύγει από την παλιά πόλη παίρνοντας μαζί του τα όπλα του. Ούτε στο ζήτημα της κατάπαυσης του πυρός στο Χαλέπι, που είχε προταθεί από τη Μόσχα στις παραμονές της συνόδου. Ούτε πολύ περισσότερο στο ζήτημα της μεταβατικής κυβέρνησης χωρίς τον Ασαντ, όπως ζητά η αντιπολίτευση, με την κυβερνητική αντιπροσωπεία όχι μόνο να μη συζητά καν την παραίτηση του Ασαντ, αλλά να αντιπροτείνει ως κεντρικό θέμα της συνόδου τον πόλεμο κατά της «τρομοκρατίας».
Στις διαπραγματεύσεις αντανακλάται κάθε φορά ο συσχετισμός δυνάμεων ανάμεσα στους αντιπάλους και αποτυπώνεται στις αποφάσεις που παίρνονται. Στη Συρία, ο συσχετισμός δυνάμεων δεν άλλαξε στο δεκαήμερο που μεσολάβησε ανάμεσα στον πρώτο και το δεύτερο γύρο των διαπραγματεύσεων. Ούτε, όπως φαίνεται, μπορεί να αλλάξει δραματικά χωρίς ευρείας έκτασης δυτική στρατιωτική επέμβαση.
Το καθεστώς Ασαντ ενίσχυσε τη διαπραγματευτική του θέση στρατιωτικά και πολιτικά στη διάρκεια του 2013. Ο Ασαντ δεν πιέζεται να παραιτηθεί όταν ελέγχει τις 13 από τις 14 επαρχιακές πρωτεύουσες και τις πιο πολυπληθείς περιοχές. Σε στρατιωτικό επίπεδο υπάρχει σχετική στασιμότητα. Οι γραμμές στα πολεμικά μέτωπα αλλάζουν αργά, όμως ο κυβερνητικός στρατός ανακαταλαμβάνει βήμα βήμα περιοχές στη Δαμασκό, στη Χομς και στο Χαλέπι, που είχαν καταληφθεί από τους αντάρτες το 2012. Αυτό δε σημαίνει ότι μπορεί να κερδίσει μια καθαρή νίκη. Γιατί οι αντάρτες ελέγχουν σημαντικά τμήματα στη βόρεια και ανατολική Συρία και ο κυβερνητικός στρατός έχει υποστεί σοβαρές απώλειες και δεν διαθέτει επαρκείς δυνάμεις για να πολεμά ταυτόχρονα σε πολλά μέτωπα, γι’ αυτό και εφαρμόζει την τακτική του αποκλεισμού θυλάκων που ελέγχονται από τους αντάρτες, βομβαρδίζοντάς τους από ξηρά και αέρα, ώστε να αναγκαστεί ο άμαχος πληθυσμός να τους εγκαταλείψει και να απομονωθούν όσοι παραμείνουν.
Από την άλλη, η πολιτική αντιπολίτευση βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση από κάθε άλλη φορά. Ο Συριακός Εθνικός Συνασπισμός που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις έχει μικρή πολιτική και στρατιωτική επιρροή στη Συρία. Η πλειοψηφία των ανταρτών δεν τον αναγνωρίζει ως εκπρόσωπο ούτε δεσμεύεται να εφαρμόσει τις αποφάσεις της «Γενεύης 2». Συν τοις άλλοις, από τις 3 Γενάρη μαίνεται ένας «εμφύλιος» πόλεμος στις γραμμές των ανταρτών, ανάμεσα στο Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε (ISIL) από τη μια και άλλες ισχυρές ένοπλες ομάδες (Ισλαμικό Μέτωπο, Αλ Νούσρα κ.ά.) από την άλλη, με περισσότερους από 1000 αντάρτες νεκρούς μέχρι στιγμής. Η αντιπροσωπεία του Συριακού Εθνικού Συνασπισμού στις διαπραγματεύσεις αντλεί τη διαπραγματευτική της ισχύ κυρίως από την υποστήριξη που της παρέχουν ο Λευκός Οίκος με τους δυτικούς και άραβες εταίρους του, οι οποίοι ανησυχούν για την ενίσχυση των ακραίων ισλαμιστών ανταρτών στη Συρία και τις επιπτώσεις της στη Μέση Ανατολή και, όπως φαίνεται, επιδιώκουν να πετύχουν σε πρώτη φάση μια αποκλιμάκωση του πολέμου, ασκώντας ταυτόχρονα τη μεγαλύτερη δυνατή πίεση στο καθεστώς Ασαντ και τους στενούς συμμάχους του για να πετύχουν όσο το δυνατόν πιο «αξιοπρεπή» συμβιβασμό. Στις συνθήκες αυτές, με τη Ρωσία να εξακολουθεί να στηρίζει το καθεστώς Ασαντ, το Λευκό Οίκο να προσπαθεί να δώσει σοβαρή υπόσταση σε μια ανυπόληπτη και διασπασμένη αντιπολίτευση και την πλειοψηφία των ένοπλων ομάδων να δρουν αυτόνομα, ακόμη και οι τοπικές συμφωνίες κατάπαυσης του πυρός που μπορεί να επιτευχθούν θα είναι εύθραυστες. Οπως φαίνεται, ο πόλεμος έχει μακρύ δρόμο ακόμη.








