Καθώς οι αμερικάνικες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην επαρχία Κανταχάρ συνεχίζονται εδώ και ενάμισι μήνα, χωρίς σημαντικά και σταθερά αποτελέσματα, και ενώ ο Δεκέμβριος πλησιάζει και το Πεντάγωνο με το Λευκό Οίκο πρέπει να επανεξετάσουν τη στρατηγική τους στο Αφγανιστάν, η αμερικανονατοϊκή διοίκηση στο Αφγανιστάν και ο επικεφαλής της στρατηγός Ντ. Πετρέους έχουν επιδοθεί σε μια εκστρατεία παραπληροφόρησης, αφενός για να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι σημειώνεται σημαντική πρόοδος στο πεδίο της μάχης και αφετέρου για να προκαλέσουν σύγχυση και διάσπαση στις γραμμές των Ταλιμπάν.
Ετσι λοιπόν, εκτός από τις στρατιωτικές ανακοινώσεις για την εκκαθάριση περιοχών γύρω από την πόλη της Κανταχάρ και την εξόντωση εκατοντάδων ανταρτών, προβάλλεται πολύ πιο έντονα το τελευταίο διάστημα το χαρτί των διαπραγματεύσεων σε ανώτατο επίπεδο των Ταλιμπάν με την κυβέρνηση Καρζάι, η οποία έχει συγκροτήσει γι’ αυτό το σκοπό, με τις οδηγίες του Λευκού Οίκου, ένα 70μελές Ανώτατο Συμβούλιο Ειρήνης. Μάλιστα, ο αφγανός πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι ισχυρίστηκε ότι είχε «προσωπικές συναντήσεις με ηγέτες των Ταλιμπάν», νατοϊκοί αξιωματούχοι μίλησαν για συνατήσεις που είχαν με τέσσερις διοικητές Ταλιμπάν, ένας από οποίους του στενού ηγετικού πυρήνα, που δήλωσε ότι εκφράζει «τη συλλογική θέληση» και έχει την «έγκριση του Μουλά Ομάρ», ενώ ο στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους δήλωσε ότι οι δυνάμεις του διευκόλυναν τις συνομιλίες επιτρέποντάς σε ηγέτες των Ταλιμπάν να μετακινηθούν με ασφάλεια.
Ομως, η βρετανική εφημερίδα «Guardian» (24/10/10) αποκαλύπτει ότι οι συναντήσεις που γίνονται διογκώνονται σκόπιμα για να ενισχυθεί η εντύπωση ότι οι νατοϊκές δυνάμεις έχουν πετύχει στρατηγικής σημασίας κέρδη στο Αφγανιστάν και ότι είναι παράδοση σ’ αυτή τη χώρα να γίνονται ανάμεσα στις αντίπαλες πλευρές παράλληλα πολεμικές συγκρούσεις και συναντήσεις για την ανταλλαγή χρημάτων, αιχμαλώτων ή φυλακισμένων. Σε σχετικό άρθρο της, επικαλούμενη διπλωμάτες και πολιτικούς αναλυτές, μεταξύ άλλων, γράφει: «Οι συναντήσεις ανάμεσα σε διοικητές των Ταλιμπάν και την κυβέρνηση της Καμπούλ, για τις οποίες γίνεται πολύς λόγος πρόσφατα, έχουν να κάνουν πολύ λίγο με την ειρηνευτική διαδικασία και περισσότερο με την ανταλλαγή χρημάτων και φυλακισμένων, όπως δήλωσαν στη Guardian διπλωμάτες και αναλυτές. Αυτοί (οι διπλωμάτες και οι αναλυτές) υποστηρίζουν ότι συναντήσεις με τους Ταλιμπάν γίνονται εδώ και αρκετά χρόνια και δείχνουν πώς γίνεται ο πόλεμος στο Αφγανιστάν, όπου οι συνομιλίες και ο πόλεμος ταυτόχρονα είναι σύνηθες. Ομως οι συναντήσεις αυτές μεγαλοποιούνται και παρουσιάζονται ως σημάδια μιας κίνησης προς την ειρήνευση, στα πλαίσια μιας εκστρατείας παραπληροφόρησης, που έχει στόχο την ηγεσία των Ταλιμπάν, ή για να ενισχύσουν την εντύπωση ότι οι νατοϊκές και αφγανικές δυνάμεις πετυχαίνουν στρατηγικά κέρδη».
Και συνεχίζει: «Το μέλος των Ταλιμπάν που πήγε στην Καμπούλ για να συναντήσει τον Καρζάι έχει επιρροή, αλλά δεν είναι μέλος του ηγετικού συμβουλίου, της Σούρα της Κουέτα, και πιθανόν δεν εκπροσωπεί τις απόψεις τους. Ο Καρζάι δεν αντιμετωπίζει την προοπτική μοιράσματος της εξουσίας ή εδαφικής διαίρεσης της χώρας, αλλά μάλλον επιδιώκει να εξαγοράσει τους συνομιλητές του, προσφέροντας στον καθένα χωριστά χρήματα».
Παρακάτω το δημοσίευμα της «Guardian» παραθέτει την εκτίμηση του Wahid Mudja, πολιτικού αναλυτή και μεσαίου στελέχους κατά τη διακυβέρνηση της χώρας από τους Ταλιμπάν τη δεκαετία του ’90: «Αυτός υποθέτει ότι ένας απ’ αυτούς που εμπλέκεται στις συνομιλίες με την κυβέρνηση Καρζάι είναι ο Maulvi Abdul Kabir, μέλος της Σούρα της Κουέτα, ο οποίος είχε συλληφθεί στο Πακιστάν τον περασμένο Φεβρουάριο. Απαξ και συλληφθείς, δεν έχεις πια καμιά δικαιοδοσία να μιλάς εκ μέρους των Ταλιμπάν, μας εξήγησε. Και οι Ταλιμπάν είναι πολύ συνεπείς στο ότι δεν θα συνομιλήσουν ποτέ μ’ αυτούς που θεω- ρούν κυβέρνηση ανδρεικέλων και θα συνομιλήσουν μόνο απευθείας με τους Αμερικάνους. Μου φαίνεται πολύ παράξενο να έχει γίνει τόσο μεγάλη αλλαγή από το Μουλά Ομάρ».
Το δημοσίευμα της «Guardian» επιβεβαιώνει τόσο τις ανακοινώσεις της ηγεσίας των Ταλιμπάν, που αρνείται κατηγορηματικά ότι παίρνει μέρος σε συνομιλίες με την κυβέρνηση Καρζάι, την οποία χαρακτηρίζει ανδρείκελο των κατακτητών, και θέτει ως απαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη διαπραγματεύσεων την αποχώρηση όλων των κατοχικών στρατευμάτων από τη χώρα, όσο και τις δηλώσεις πρόσφατα στο «Ρόιτερς» (22/10/10) του Μουλά Αμπντούλ Σαλάμ Ζάεεφ, που υπηρέτησε ως πρεσβευτής των Ταλιμπάν, συνελήφθη και έμεινε μερικά χρόνια στο Γκουντανάμο. Τώρα ζει στην Καμπούλ και αρνήθηκε να πάρει μέρος στο 70μελές Ανώτατο Συμβούλιο Ειρήνης που συγκρότησε ο Καρζάι.
Ο Ζάεεφ μιλώντας στο «Ρόιτερς», μεταξύ άλλων, είπε: «Η Ουάσιγκτον θέλει ασφάλεια και ειρήνη στο Αφγανιστάν με τους δικούς της όρους, καθώς επιδιώκει μια μακρόχρονη παρουσία στην περιοχή και υποστηρίζει τις συνομιλίες ανάμεσα στην Καμπούλ και τους Ταλιμπάν μόνο για να σπείρει σύγχυση στις γραμμές των μαχητών. Το θεμελιώδες πρόβλημα, το βασικό πρόβλημα είναι η κατοχή του Αφγανιστάν. Αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα και οι Αμερικάνοι θέλουν να το αγνοούν. Ενδιαφέρονται για την ειρήνη με τις δικές τους προϋποθέσεις. Για να είναι ασφαλείς, για να είναι εδώ… και να λένε στις άλλες χώρες κάντε αυτό κι αυτές πρέπει να το κάνουν. Είμαι βέβαιος ότι δεν έχει γίνει τίποτα και το μόνο που θέλουν είναι να σπείρουν σύγχυση στους Ταλιμπάν, να σπείρουν σύγχυση στο έθνος και να δημιουργήσουν προβλήματα ανάμεσα στο λαό».
Το «χτύπημα του δράκου» σπέρνει τον όλεθρο
Η μεγάλη αμερικάνικη εκκαθαριστική επιχείρηση, με την κωδική ονομασία «Το χτύπημα του δράκου», που συνεχίζεται εδώ και ενάμισι μήνα στην επαρχία Κανταχάρ με τη συμμετοχή δεκάδων χιλιάδων στρατιωτών, σπέρνει τον καταστροφή και το θάνατο, όπως καταγγέλει η αφγανική οργάνωση για τα ανθρώπινα δικαιώματα «Afghan Rights Monitor». Σε ανακοίνωσή της που, όπως δηλώνει, βασίζεται σε δεκάδες πηγές στην περιοχή και δόθηκε στη δημοσιότητα στις 4 Νοεμβρίου αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι έχουν καταστραφεί εκατοντάδες σπίτια και καλλιέργειες και έχει σκοτωθεί μεγάλος αριθμός αμάχων από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς στην προσπάθεια των αμερικάνικων στρατευμάτων να χτυπήσουν τις θέσεις των Ταλιμπάν και να ανατινάξουν αυτοσχέδιες βόμβες και νάρκες, για να μπορέσουν να ανοίξουν δρόμους και να προχωρήσουν.
Η ανακοίνωση της «Afghan Rights Monitor» επιβεβαιώνει τις πληροφορίες σχετικά με την εξέλιξη της επιχείρησης «Το χτύπημα του δράκου» που είχαν δώσει σε συνεντεύ-ξεις τους διοικητές των Ταλιμπάν στην εμπόλεμη ζώνη στα τέλη Οκτώβρη, οι οποίες δημοσιεύτηκαν στην ιστοσελίδα «Alemarah». Στις συνεντεύξεις αυτές, μεταξύ άλλων, αναφέρουν ότι αποφάσισαν να μην εμπλακούν σε κανονικές μάχες, αλλά να χρησιμοποιήσουν τακτικές ανταρτοπόλεμου για να μεγιστοποιήσουν τις απώλειες στον αντίπαλο και ότι αποφάσισαν να ναρκοθετήσουν όλους τους βασικούς δρόμους. Και επειδή ο εχθρός δεν μπορούσε να προχωρήσει, αποφάσισε να ισοπεδώσει καλλιέργειες και αγροκτήματα της περιοχής για να ανοίξει νέους δρόμους, αλλά κι αυτή η προσπάθεια αποδείχτηκε άκαρπη, γιατί οι αντάρτες ναρκοθέτησαν κι αυτούς τους δρόμους, έστηναν ενέδρες και έκαναν επιθέσεις. Γι’ αυτό ο εχθρός αποφάσισε να βομβαρδίσει αδιάκριτα την περιοχή χρησιμοποιώντας πυραύλους, που προκάλεσαν το θάνατο πολλών αμάχων, ισοπέδωσαν εκατοντάδες σπίτια και καταστήματα, κατέστρεψαν τις καλλιέργειες και τα χωράφια τους και ανάγκασαν πολλούς ανθρώπους να φύγουν και να αναζητήσουν αλλού καταφύγιο. Επιπλέον, εκατοντάδες άνθρωποι συνελήφθηκαν και οδηγήθηκαν στις φυλακές της Κανταχάρ. Αναφέρουν ακόμη ότι οι Αμερικάνοι κατέλαβαν κατοικίες και τις μετέτρεψαν σε στρατώνες, πολλούς από τους οποίους εγκατέλειψαν αργότερα, όμως και σ’ όσους παραμένουν δεν τολμούν να βγουν έξω, γιατί όλη η γύρω περιοχή είναι σπαρμένη με νάρκες και αυτοσχέδιες βόμβες και οι αντάρτες τους περιμένουν σε ενέδρες.
Παρόλα αυτά, ο διοικητής των αμερικανονατοϊκών δυνάμεων στο Αφγανιστάν στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους επιμένει ότι σημειώνεται «σημαντική πρόοδος» και ότι οι Ταλιμπάν έχουν υποστεί μεγάλες απώλειες και το ηθικό τους έχει πέσει, ενώ την ίδια στιγμή αμερικάνοι αξιωματού-χοι της «αντιτρομοκρατίας» δήλωναν στη «New York Daily News» (5/11/10) ότι οι Ταλιμπάν αντέχουν, ότι το ηθικό τους είναι υψηλό και ότι μετά από τόσα χρόνια πόλεμο έχουν σκληραγωγηθεί περισσότερο και έχουν γίνει πιο εμπειροπόλεμοι και πιο ευέλικτοι στην τακτική τους, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά όσα ισχυρίζονται στις ανακοινώσεις τους οι Ταλιμπάν.
Ανάλογη εκτίμηση διατυπώνεται σε ρεπορτάζ στο τελευταίο τεύχος του αμερικάνικου περιοδικού «ΤΙΜΕ» (9/11/10). Στο ρεπορτάζ αυτό, με τίτλο «Πόσο καλά πηγαίνουν οι ΗΠΑ στην Κανταχάρ;», μεταξύ άλλων, αναφέρεται:
«Ομως τα κέρδη που ισχυρίζεται ότι έχει πετύχει ο στρατός στη νότια πολεμική ζώνη δεν συμβαδίζουν με τη θλιβερή εικόνα που περιγράφεται από τις περισσότερες πηγές….
Πολλά ρεπορτάζ από δημοσιογράφους ενσωματωμένους με τα στρατεύματα στο πεδίο της μάχης διαφέρουν από τους επίσημους ισχυρισμούς. Τα περισσότερα περιγράφουν ένα αδιέξοδο στην καλύτερη περίπτωση ή ακόμη ότι την πρωτοβουλία έχουν οι Ταλιμπάν. Στο μεταξύ, ανθρωπιστικές οργανώσεις επισημαίνουν ότι υπάρχουν μεγάλες απώλειες αμάχων, ότι χιλιάδες έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους και ότι τα αναπτυξιακά έργα έχουν σχεδόν σταματήσει».
Και συνεχίζει παραθέτοντας το προηγούμενο της μεγάλης αμερικάνικης εκκαθαριστικής επιχείρησης στη Μαρτζάχ της επαρχίας Χέλμαντ, όπου αρχικά τα αμερικάνικα στρατεύματα συνάντησαν μικρή αντίσταση και εγκατέστησαν κυβερνήτη της επιλογής τους, γιατί οι Ταλιμπάν είχαν αποσυρθεί από την περιοχή. Ομως σύντομα ανασυγκροτήθηκαν και επέστρεψαν χτυπώντας καθημερινά με ανταρτοπόλεμο τα αμερικάνικα στρατεύματα, που παραμένουν εγκλωβισμένα εδώ και 9 μήνες στην περιοχή.