Ενα ουσιαστικά ασήμαντο γεγονός, ένα ατύχημα, όπως υποστηρίζουν οι Αμερικάνοι, η καραμπόλα που προκάλεσαν τρία αμερικάνικα Χάμβι, ήταν η αφορμή για μια πρωτοφανή έκρηξη οργής και μίσους εναντίον των κατακτητών στην Καμπούλ.
Ολα άρχισαν το πρωί της Δευτέρας, 29 Μαϊου, σε ώρα αιχμής, όταν το κονβόι με τα Χάμβι έπεσε πάνω σε αυτοκίνητα στο κέντρο της Καμπούλ, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 5 Αφγανοί. Πολύ γρήγορα ένα οργισμένο πλήθος περικύκλωσε το αμερικάνικο κονβόι και άρχισε να το λιθοβολεί. Οι αμερικάνοι στρατιώτες και η αφγανική αστυνομία που έσπευσε να τους βοηθήσει άνοιξαν πυρ εναντίον του κόσμου, που ξεκίνησε να διαδηλώνει με συνθήματα «Θάνατος στην Αμερική, θάνατος στον Καρζάι» και να κατευθύνεται προς το προεδρικό μέγαρο και τις ξένες πρεσβείες.
Το Γαλλικό Πρακτορείο και ο ανταποκριτής των «Times» στην Καμπούλ κάνουν λόγο για χιλιάδες διαδηλωτές, πολύ νέους στην πλειοψηφία, που έβαλαν φωτιά σε πολλά κτίρια, σε αυτοκίνητα και αστυνομικά φυλάκια, τα οποία οι αστυνομικοί είχαν εγκαταλείψει έντρομοι, επιτέθηκαν σε πολυτελή εστιατόρια και λεηλάτησαν καταστήματα. Στόχος τους ήταν κυρίως τα σύμβολα της ξένης παρουσίας. Γι’ αυτό και τις μεγαλύτερες καταστροφές υπέστησαν κτίρια στα οποία στεγάζονται οι ποικιλώνυμες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, που ροκανίζουν μπόλικο χρήμα από την ξένη «βοήθεια». Τα κεντρικά γραφεία της CARE International έγιναν στάχτη, αφού οι διαδηλωτές τα περιέβρεξαν με βενζίνη και τους έβαλαν φωτιά.
Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, οι νεκροί από τα πυρά εναντίον των διαδηλωτών είναι 20 και τουλάχιστον 160 οι τραυματίες. Το ίδιο βράδυ ο αφγανός πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι επέβαλε απαγόρευση της κυκλοφορίας τη νύχτα, που την παρέτεινε για μια βδομάδα, και κατέβασε στρατό και τανκς στους δρόμους.
Σύμφωνα με τα ξένα πρακτορεία, πρόκειται για τις ογκωδέστερες και βιαιότερες διαδηλώσεις από την πτώση του καθεστώτος των Ταλιμπάν το 2001. Οπως επισημαίνουν αρκετοί ξένοι ανταποκριτές, οι διαδηλώσεις για τις γελοιογραφίες του Μωάμεθ δεν έχουν καμιά σχέση ως προς τον όγκο και τη βιαιότητα με τις τελευταίες, τις οποίες θεωρούν καμπή για τις εξελίξεις από δω και πέρα.
Αυτό που πρώτα απ’ όλα σηματοδοτούν οι τελευταίες διαδηλώσεις είναι ότι το κλίμα γίνεται όλο και πιο εχθρικό για τους κατακτητές και τους συνεργάτες τους ακόμη και στη θεωρούμενη πιο ασφαλή περιοχή της χώρας, την πρωτεύουσα, ότι το ποτήρι της λαϊκής οργής έχει ξεχειλίσει και αρκεί μια σπίθα για να προκληθεί πυρκαγιά. Αυτό που ξεχωρίζει τις ταραχές αυτές, επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ένας παλαίμαχος ινδός διπλωμάτης σε άρθρο του με τίτλο «Η μέρα που άλλαξε το Αφγανιστάν» στην εφημερίδα «Asia Times» (3/6/06), είναι ότι η Καμπούλ κατοικείται κατά μεγάλο μέρος από Τατζίκους, που αποτελούσαν και σημαντικό ποσοστό των διαδηλωτών και φώναζαν σκληρά αντιαμερικάνικα και αντικυβερνητικά συνθήματα. Και συνεχίζει: «Είναι πολύ κακό σημάδι το ότι οι Τατζίκοι, που αποτελούν το 30% του πληθυσμού του Αφγανιστάν, στρέφονται ανοιχτά ενάντια στον Καρζάι και τον κατηγορούν ως ανδρείκελο των Αμερικάνων». Οταν αυτά συμβαίνουν στην Καμπούλ, στην έδρα της κυβέρνησης και των νατοϊκών δυνάμεων, είναι εύκολο να φανταστεί κανείς τι συμβαίνει παραέξω.
Η διαφθορά των κυβερνητικών αξιωματούχων, οι οποίοι, εκτός των άλλων, είναι άμεσα αναμεμιγμένοι στο εμπόριο ναρκωτικών, η απογοήτευση ακόμη κι αυτών που είχαν εναποθέσει ελπίδες στην ξένη παρουσία και τους εκλεκτούς της, ο πολλαπλασιασμός των τιμών σε βασικά αγαθά, η φτώχεια και η ανεργία φουντώνουν την εχθρότητα και το μίσος του λαού ενάντια στους ξένους και ντόπιους δυνάστες του και τροφοδοτούν συνεχώς με νέο αίμα τις γραμμές των ισλαμιστών μαχητών, οι οποίοι κλιμακώνουν τη μεγαλύτερη από το 2001 αντεπίθεση στο νοτιοανατολικό Αφγανιστάν και παράλληλα επεκτείνουν τη δράση τους σε όλο και περισσότερες επαρχίες. Παραθέτουμε ενδεικτικά κάποιες από τις πρόσφατες επιθέσεις. Στις 30 Μαΐου, εκατοντάδες Ταλιμπάν επιτέθηκαν και κατέλαβαν το αρχηγείο της αστυνομίας και το κυβερνείο στην πόλη Χόρι της επαρχίας Ουρουζγκάν. Το πρωί της επόμενης μέρας αποχώρησαν, αφού έβαλαν φωτιά στο κυβερνείο και σε αυτοκίνητα της αστυνομίας, παίρνοντας μαζί τους ως ομήρους 40 αστυνομικούς, ενώ 12 ακόμη σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της επίθεσης. Λίγες ώρες αργότερα, επιτέθηκαν με ρουκέτες και σκότωσαν τον αστυνομικό διευθυντή της επαρχίας Ζαμπούλ, καθώς κατευθυνόταν στον τόπο που είχε δεχτεί επίθεση μια αστυνομική δύναμη σε αυτοκινητόδρομο της επαρχίας. Κατά την επίθεση τραυματίστηκαν και τέσσερα άτομα από τη συνοδεία του, μεταξύ των οποίων δύο κυβερνητικοί αξιωματούχοι της επαρχίας.
Μετά τις επιθέσεις αυτές, η βρετανική εφημερίδα «Times» (31/5/06) σε σχετικό ρεπορτάζ, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι οι ισλαμιστές μαχητές κάνουν πολλές επιθέσεις φορώντας αστυνομικές στολές, με αποτέλεσμα να αιφνιδιάζουν τον αντίπαλο και να χτυπούν όποτε θέλουν.
Στις 5 Ιουνίου, σύμφωνα με το «Reuters», στην Κανταχάρ, 7 αφγανοί αστυνομικοί, αφού σκότωσαν 5 συναδέλφους τους την ώρα που κοιμόντουσαν, τους πήραν τα όπλα και αυτομόλησαν στους Ταλιμπάν.
Στις 6 Ιουνίου σκοτώθηκαν δύο αμερικάνοι στρατιώτες και τραυματίστηκε ένας ακόμη και ο αφγανός διερμηνέας τους όταν κατά τη διάρκεια περιπολίας τους στην Ναγκαχάρ το όχημά της ανατινάχτηκε από βόμβα τοποθετημένη στο οδόστρωμα. Με τον ίδιο τρόπο σκοτώθηκαν την ίδια μέρα τρεις αφγανοί στρατιώτες και τραυματίστηκαν πέντε ακόμη στην επαρχία Κουνάρ.
Κάθε μέρα γίνεται όλο και πιο φανερό ότι έρχονται πολύ δύσκολες μέρες για τους αμερικάνους κατακτητές και τους νατοϊκούς συμμάχους τους στο Αφγανιστάν.