17 Δεκέμβρη του 2010. Ο Μοχάμεντ Μπουαζίζι αυτοπυρπολείται μπροστά στο δημαρχείο στην πόλη Σίντι Μπουζίντ της Τυνησίας. Ο Μπουαζίζι ήταν πλανόδιος μανάβης, του οποίου το κάρο είχε κατασχεθεί μαζί με το εμπόρευμά του από την αστυνομία, επειδή δεν είχε την απαιτούμενη άδεια. Ο Μπουαζίζι, όμως, δεν ήταν απλός μανάβης. Ηταν πτυχιούχος που αναγκάστηκε να γίνει πλανόδιος μανάβης, γιατί με το πτυχίο του δεν έβρισκε δουλειά, μολονότι έψαχνε τέσσερα ολόκληρα χρόνια!
Η θυσία του Μπουαζίζι ήταν η σπίθα που πυροδότησε την κοινωνική έκρηξη σε μία χώρα όπου για δεκαετίες φαινόταν να επικρατεί κοινωνική νηνεμία. Ο Μπεν Αλί ήταν, άλλωστε, μέλος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και παντοδύναμος στη χώρα του, όντας επί 24 χρόνια στον προεδρικό θώκο. Ισχυριζόταν μάλιστα ότι έχει εξαλείψει τη φτώχεια, παρουσιάζοντας πλασματικό ποσοστό της τάξης του 4% περίπου (το 2005), ενώ ήταν τουλάχιστον εξαπλάσια.
Οι προσπάθειες καταστολής της εξέγερσης απέτυχαν και ο Μπεν Αλί εγκατέλειψε σαν κλέφτης τη χώρα ένα μήνα μετά. Παράλληλα, ένα κύμα εξεγέρσεων απλώθηκε σαν ντόμινο σε μια σειρά αραβικές χώρες.
Δυτική Σαχάρα, Αλγερία, Αίγυπτος, Λιβύη, Μπαχρέιν, Υεμένη και Συρία ήταν χώρες που το επόμενο διάστημα ξέσπασαν διαδηλώσεις ρίχνοντας δύο ακόμα δικτάτορες που επί δεκαετίες δέσποζαν στις χώρες τους. Τον αιγύπτιο πρόεδρο Χόσνι Μουμπάρακ και τον λίβυο Μουαμάρ Καντάφι. Ο μόνος που γλίτωσε ήταν ο Ασαντ, ο οποίος κρατήθηκε στην εξουσία χάρη στα ρωσικά όπλα και τη φαγωμάρα στους κόλπους της αντιπολίτευσης που δεν είχε ούτε απελευθερωτική στρατηγική ούτε ισχυρούς δεσμούς με το συριακό λαό.
Αν και η πρώτη πράξη των εξεγέρσεων που πολιτογραφήθηκαν με τον όρο «αραβική άνοιξη» έγινε στο… καταχείμωνο (παίχτηκε στη Δυτική Σαχάρα, όταν χιλιάδες Σαχράουϊ κατασκήνωσαν στην περιοχή Γκντιμ Ιζίκ, 12 χιλιόμετρα έξω από την πρωτεύουσα Λαγιούν, διαμαρτυρόμενοι για τη φτώχεια αλλά και την πολιτική διακρίσεων απέναντι στο λαό των Σαχράουϊ από την κυβέρνηση του Μαρόκο), η αυτοπυρπόληση του Μοχάμεντ Μπουαζίζι στην Τυνησία αποτέλεσε την ημερομηνία ορόσημο αυτών των εξεγέρσεων.
Σήμερα, δέκα χρόνια μετά, η «αραβική άνοιξη» έχει δώσει τη θέση της σε ένα μακρόχρονο κοινωνικό χειμώνα, που γίνεται χειρότερος με την πανδημία που έχει κοστίσει τη ζωή σε πάνω από 20 χιλιάδες άτομα στη Βόρεια Αφρική.
Αυτό όμως δε σημαίνει ότι ήρθε το «τέλος της Ιστορίας». Γιατί η αφύπνιση των λαών της βόρειας Αφρικής άλλαξε μια για πάντα την ροή της Ιστορίας στην πολύπαθη αυτή περιοχή. Η λαϊκή οργή έχει ξεσπάσει πολλές φορές μέσα στην δεκαετία αυτή, τόσο στην Τυνησία και την Αλγερία όσο και στην Αίγυπτο, παρά το γεγονός ότι ο δικτάτορας Σίσι έχει βάλει στο γύψο (με την αμέριστη συμπαράσταση της «διεθνούς κοινότητας» και με ιμπεριαλιστικές πλάτες) όλες τις ελευθερίες που υποτίθεται ότι θα προάσπιζε.
Η έλλειψη οργανωμένης ταξικής πολιτικής δύναμης ήταν επόμενο να οδηγήσει τους λαούς αυτούς στο μαρτύριο του Σισύφου και δύο χώρες (Λιβύη και Συρία) στο βάλτο αιματηρών πολέμων. Ομως, οι λαοί γίνονται σοφότεροι. Κι η ταξική πάλη –άσχετα από το κατά πόσο συνειδητοποιούν οι συμμετέχοντες τη σημασία της ή όχι- δίνει το στίγμα της εποχής μας.
Αν ένα πράγμα αξίζει να κρατήσει κανείς από την «αραβική άνοιξη», είναι ότι οι λαοί που το παγκόσμιο κεφάλαιο έχει καταδικάσει στην εξαθλίωση, δε θα απελευθερωθούν ούτε από «δημοκρατικά κινήματα» ούτε από ισλαμιστικές κυβερνήσεις. Για τους λαούς αυτούς ισχύει η επισήμανση του Μαρξ, όταν πριν από ενάμιση αιώνα ανέλυε τις συνέπειες της βρετανικής κυριαρχίας στην Ινδία: «Οταν μια κοινωνική επανάσταση διαφεντέψει στα επιτεύγματα της αστικής εποχής, στην παγκόσμια αγορά και στις μοντέρνες παραγωγικές δυνάμεις, και τα υποτάξει στον κοινό έλεγχο των πιο προχωρημένων λαών, μονάχα τότε η ανθρώπινη πρόοδος θα πάψει να μοιάζει μ’ αυτό το αποτρόπαιο ειδωλολατρικό ξόανο που δεν πίνει νέκταρ παρά μόνο μέσα από το κρανίο των σφαγιασμένων».
Μέχρι τότε, οι πληβειακές μάζες θα εξεγείρονται, γιατί δε θα βρίσκουν δικαίωση από οποιοδήποτε αστικό καθεστώς, όσο δημοκρατικό κι αν εμφανίζεται αυτό.
Για περισσότερα στοιχεία γύρω από τις εξεγέρσεις της «αραβικής άνοιξης» βλ. στο αφιέρωμα της «Κόντρας» εδώ.