Την ημέρα της Πρωτομαγιάς επέλεξε ο Εβο Μοράλες για να ανακοινώσει κατά την επίσκεψη του στις εγκαταστάσεις της Petrobras το προεδρικό διάταγμα με το οποίο εθνικοποιείται όλη η ενεργειακή βιομηχανία της χώρας (κοιτάσματα, αγωγοί, διυλιστήρια). Αμέσως μετά δύναμη του στρατού και υπάλληλοι της κρατικής εταιρίας ενέργειας μετακινήθηκαν σε 56 εγκαταστάσεις της ενεργειακής βιομηχανίας και τις έθεσαν υπό έλεγχο.
Η Βολιβία διαθέτει τα μεγαλύτερα, μετά την Βενεζουέλα, κοιτάσματα φυσικού αερίου της Νότιας Αμερικής, τα οποία εκμεταλλεύονται η βραζιλιάνικη Petro-bras, η ισπανο – αργεντίνικη εταιρία Repsol YPF, οι βρετανικές εταιρίες British Gas και British Petrole-um, η γαλλική Total και η αμερικάνικη Exxon Mobil.
Παρά τις αναμενόμενες αντιδράσεις, τόσο από τις άμεσα εμπλεκόμενες όσο και από άλλες πλευρές, ο βολιβιανός πρόεδρος δεν είχε περιθώρια να καθυστερήσει περισσότερο την απόφαση εθνικοποίησης, την οποία ήδη είχε αναβάλει επίσημα αρκετές φορές. Γιατί, όπως επισημαίνουν και αρκετά διεθνή ΜΜΕ, αντιμετώπιζε τρομερή λαϊκή πίεση, όχι μόνο γιατί ήταν η βασική προεκλογική του δέσμευση, αλλά κυρίως γιατί το μέτρο αυτό έχει την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού. Ας μην ξεχνάμε ότι το ζήτημα της διαχείρισης του ενεργειακού πλούτου της χώρας πυροδότησε δύο αιματηρές λαϊκές εξεγέρσεις, που οδήγησαν στην ανατροπή δύο προέδρων μεταξύ 2003 και 2005, ενώ σε δημοψήφισμα που έγινε το 2004, το 95% του πληθυσμού ψήφισε υπέρ της εθνικοποίησης.
Σίγουρα δεν αποτελεί σύμπτωση το γεγονός ότι ο Μοράλες προχώρησε στην υπογραφή του διατάγματος εθνικοποίησης αμέσως μετά τη συνάντηση που είχε το περασμένο Σαββατοκύριακο στην Αβάνα με το Φιντέλ Κάστρο και τον Ούγο Τσάβες, όπου οι τρεις ηγέτες υπέγραψαν την «Εμπορική Συμφωνία των Λαών», η οποία προβλέπει την ενίσχυση των τριμερών συναλλαγών σε διάφορους τομείς. Μεταξύ άλλων, η Κούβα δεσμεύτηκε να παράσχει στη Βολιβία ιατρική και διδακτική εξειδίκευση, η Βενεζουέλα πετρέλαιο και κεφάλαια για αναπτυξιακά προγράμματα, ενώ θα αγοράσουν από κοινού όλη την παραγωγή σόγιας της Βολιβίας, που έμεινε απούλητη μετά την πρόσφατη απόφαση της Κολομβίας να υπογράψει συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών με τις ΗΠΑ.
Τι σημαίνει όμως στην πράξη η εθνικοποίηση της ενεργειακής βιομηχανίας της Βολιβίας;
Παρόλο που οι λεπτομέρειες εφαρμογής της απόφασης δεν έχουν αποσαφηνιστεί, είναι σαφέστατο ότι οι ξένες πετρελαϊκές εταιρίες ούτε διώχνονται, ούτε τα περιουσιακά τους στοιχεία απαλλοτριώνονται. Υποχρεώνονται όμως μέσα σε 6 μήνες να συνάψουν νέα συμβόλαια, τα οποία, σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, θα αυξάνουν τη φορολογία και τα δικαιώματα εκμετάλλευσης από 50 σε 82% και θα κατοχυρώνουν την πλειοψηφική συμμετοχή και τον έλεγχο της κρατικής εταιρίας ενέργειας, της Yacimientos Petroliferos Fiscales Bolivianos, σ’ όλη τη διαδικασία παραγωγής.
Με άλλα λόγια, ο Εβο Μοράλες επιχειρεί να εφαρμόσει στη χώρα του μεταρρυθμίσεις τύπου Βενεζουέλας, με τις οποίες αφαιρείται ένα μέρος από τα υπερκέρδη των ιδιωτικών εταιριών και διοχετεύεται σε κοινωνικά προγράμματα (υγείας, εκπαίδευσης, απασχόλησης κ.ά) για την ανακούφιση των πιο φτωχών και εξαθλιωμένων λαϊκών στρωμάτων.
Πρόκειται δηλαδή για ένα αστικοδημοκρατικό μέτρο, το οποίο βέβαια αποτελεί πλήγμα για τις ξένες πετρελαϊκές εταιρίες, αφού αναγκάζονται να περιορίσουν τα υπερκέρδη τους, και ταυτόχρονα λειτουργεί ως βαλβίδα εκτόνωσης της κοινωνικής έντασης, που καταλήγει συχνά σε κοινωνικές εκρήξεις και λαϊκές εξεγέρσεις στις χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Ωστόσο, με τις σημερινές υψηλές τιμές του πετρελαίου, ακόμη και με πιο επαχθείς όρους, οι πετρελαϊκές εταιρίες προτιμούν να ανανεώσουν τα συμβόλαιά τους παρά να εγκαταλείψουν τη χώρα. Αυτό έγινε στη Βενεζουέλα, όταν η κυβέρνηση Τσάβες αποφάσισε να αυξήσει τη φορολογία και τα δικαιώματα εκμετάλλευσης των πετρελαϊκών εταιριών και να αναθεωρήσει τα συμβόλαιά τους, υποχρεώνοντάς τις να σχηματίσουν μικτές εταιρίες με την κρατική πετρελαϊκή εταιρία, στις οποίες το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών θα ανήκει στην τελευταία. Το ίδιο πιθανότατα θα γίνει και στη Βολιβία, παρόλο που οι συνθήκες είναι πιο δυσμενείς για την τελευταία (δεν έχει διέξοδο στη θάλασσα, οι βασικοί πελάτες της είναι δυο γειτονικές χώρες, η Βραζιλία και η Αργεντινή, με τις οποίες συνδέεται με ένα αγωγό, γενικά η ενεργειακή βιομηχανική υποδομή της είναι περιορισμένη και συνεπώς και οι δυνατότητες εξόδου της στη διεθνή αγορά). Πράγμα που σημαίνει ότι οι ξένες πετρελαϊκές εταιρίες και οι κυβερνήσεις τους έχουν περισσότερα περιθώρια πίεσης στην κυβέρνηση του Εβο Μοράλες.
Παρότι αναμενόμενη, η απόφαση του Εβο Μοράλες προκάλεσε πάταγο και έγινε κεντρικό θέμα στα διεθνή ΜΜΕ, ενώ εκδηλώθηκαν έντονες αντιδράσεις κυρίως από τη βραζιλιάνικη Petro-bras και την ισπανοαργεντίνικη Repsol, που έχουν τη μερίδα του λέοντος στην παραγωγή και την εμπορία του βολιβιανού φυσικού αερίου. Τη δυσαρέσκειά τους εξέφρασαν αρχικά και οι κυβερνήσεις της Βραζιλίας και της Ισπανίας, όμως οι τόνοι έπεσαν γρήγορα και ο βραζιλιάνος πρόεδρος δήλωσε λίγο πριν τη συνάντηση στις 4 Μάη των προέδρων Αργεντινής, Βενεζουέλας, Βολιβίας και Βραζιλίας γι’ αυτό το ζήτημα ότι δεν υπάρχει ούτε θα υπάρξει κρίση στις σχέσεις με τη Βολιβία και ότι οι όποιες διαφορές θα λυθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Τότε γιατί τόσος θόρυβος;
♦ Γιατί η απόφαση του Εβο Μοράλες μειώνει τα υπερκέρδη και αποτελεί πλήγμα για τις πετρελαϊκές εταιρίες.
♦ Γιατί αμφισβητεί το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο, όπου οι ιδιωτικοποιήσεις, η συνεχής περικοπή των κοινωνικών δαπανών και η επιβολή ενός εργασιακού μεσαίωνα προβάλλεται ως μονόδρομος για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.
♦ Γιατί έχει σημαντικό αντίκτυπο στην υπόλοιπη Λατινική Αμερική, όπου κυριαρχεί ο αντιαμερικανισμός και η αντίθεση στη ληστρική εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου από τις πολυεθνικές, ενώ οι λαοί στενάζουν από τη φτώχεια. Ο αντίκτυπος αυτός φαίνεται καθαρά στο Περού, όπου και οι δύο υποψήφιοι στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών που θα πραγματοποιηθούν μέσα στο Μάιο υπόσχονται, μεταξύ άλλων, αύξηση του κρατικού ελέγχου στη διαχείριση του φυσικού πλούτου και αναθεώρηση των συμβολαίων με τις πολυεθνικές, ενώ ο νικητής του πρώτου γύρου, ο Ολάντα Χουμάλα, υπόσχεται ότι θα ακυρώσει τη συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών που υπέγραψε η απερχόμενη κυβέρνηση με τις ΗΠΑ.
♦ Γιατί, τέλος, αυτή η πολιτική αποτελεί πρόκληση στη σημερινή συγκυρία που μαίνεται ο πόλεμος με στρατιωτικά και διπλωματικά μέσα για τον έλεγχο των παγκόσμιων ενεργειακών πηγών.