Από το κακό στο χειρότερο πηγαίνει το αμερικάνικο πρόγραμμα εκπαίδευσης και εξοπλισμού «μετριοπαθών» σύριων μαχητών για να πολεμήσουν ενάντια στο ISIS. Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται και από το στρατηγό LIoyd Austin, επικεφαλής της Κεντρικής Διοίκησης (Central Command) των ΗΠΑ. Κατά την κατάθεσή του στις 16 Σεπτέμβρη στην Επιτροπή Ενοπλων Υπηρεσιών της Γερουσίας, σχετικά με την πορεία του προγράμματος, ο αμερικανός στρατηγός παραδέχτηκε ότι το πρόγραμμα δεν προχωρά, ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί σύντομα ο στόχος εκπαίδευσης 5.000 μαχητών, ότι επανεξετάζεται από τη στρατιωτική ηγεσία και ότι από την πρώτη εκπαιδευμένη ομάδα των 54 μαχητών που μπήκε στο έδαφος της Συρίας τον περασμένο Ιούλη έχουν απομείνει μόνο τέσσερις ή πέντε!
Το πρόγραμμα αυτό, ύψους 500 εκατομμυρίων δολαρίων, ξεκίνησε τον περασμένο Μάη, με στόχο την εκπαίδευση 5.000 σύριων μαχητών μέχρι το τέλος της χρονιάς και 15.000 συνολικά μέσα σε τρία χρόνια. Η πρώτη ομάδα των 54 μαχητών της αποκαλούμενης «Μεραρχίας 30», λίγες μέρες αφότου πέρασε από την Τουρκία στο έδαφος της Συρίας, δέχτηκε επίθεση από τους ισλαμιστές αντάρτες του Μετώπου Αλ Νούσρα, κατά την οποία άλλοι σκοτώθηκαν, άλλοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι, άλλοι λιποτάχτησαν και απέμειναν για να πολεμήσουν(;) μόνο τέσσερις ή πέντε, σύμφωνα με το στρατηγό Austin.
Πολύ χειρότερα για το Πεντάγωνο εξελίχτηκαν τα πράγματα με τη δεύτερη ομάδα, από 75 μαχητές, της «Μεραρχίας 30», που πέρασε στο έδαφος της Συρίας στις 21 Σεπτέμβρη. Σύμφωνα με ρεπορτάζ της βρετανικής «Telegraph» (22/9/15), αυτή η ομάδα αμέσως μόλις μπήκε στη Συρία παρέδωσε όλο τον οπλισμό και τα οχήματα που είχε στο Μέτωπο Αλ Νούσρα. Η εφημερίδα, εκτός των άλλων πηγών, επικαλείται ένα μήνυμα στο Twitter από κάποιον Abu Fahd al-Tunisi, μέλος του Αλ Νούσρα, που γράφει: «Ενα ισχυρό χαστούκι για την Αμερική… η νέα ομάδα από τη Μεραρχία 30 που μπήκε χθες παρέδωσε όλο τον οπλισμό της στο Μέτωπο Αλ Νούσρα, αφού της παραχωρήθηκε ασφαλές πέρασμα». Ενα άλλο μήνυμα, από κάποιον Abu Khattab al-Maqdisi, που δηλώνει μέλος του Αλ Νούσρα, επαναλαμβάνει τα περί παράδοσης όλου του οπλισμού και αριθμού φορτηγών αυτοκινήτων και προσθέτει ότι ο διοικητής της ομάδας των 75 μαχητών Anas Ibrahim Obaid εξήγησε στους διοικητές του Αλ Νούσρα ότι ξεγέλασε τους συμμάχους γιατί χρειαζόταν όπλα και υποσχέθηκε να εκδώσει δήλωση με την οποία θα αποκηρύσσει τη Μεραρχία 30, τη συμμαχία και αυτούς που τον εκπαίδευσαν.
Αλλα ρεπορτάζ υποστηρίζουν ότι η ομάδα δέχτηκε επίθεση, πιάστηκε αιχμάλωτη και αναγκάστηκε να παραδώσει τον οπλισμό της.
Αν επιβεβαιωθεί το ρεπορτάζ της «Telegraph», πρόκειται για το δεύτερο ισχυρότατο πλήγμα που δέχεται το αμερικάνικο πρόγραμμα εκπαίδευσης. Αλλά και στην περίπτωση που ισχύει η εκδοχή της επίθεσης, το μόνο που αποδεικνύεται για δεύτερη φορά είναι ότι η «Μεραρχία 30» δεν αποτελεί αξιόπιστη και αξιόμαχη δύναμη και συνεπώς επιβεβαιώνεται ξανά η πλήρης αποτυχία του προγράμματος.
Μια άλλη σημαντική εξέλιξη στον πόλεμο της Συρίας είναι η κλιμάκωση της ρωσικής στρατιωτικής επέμβασης στη χώρα. Τις τελευταίες βδομάδες η Ρωσία έχει ενισχύσει τον κυβερνητικό στρατό με την αποστολή μεγάλων ποσοτήτων οπλισμού καθώς και υπερσύγχρονων πολεμικών και αναγνωριστικών αεροσκαφών, που επιτρέπουν τον εντοπισμό και το χτύπημα στόχων με μεγαλύτερη ακρίβεια και αποτελεσματικότητα. Επίσης, έχουν κάνει την εμφάνισή τους για πρώτη φορά ρωσικά τηλεκατευθυνόμενα κατασκοπευτικά αεροσκάφη. Οι βομβαρδισμοί επικεντρώνονται στις επαρχίες Ράκα και Ιντλίμπ εναντίον θέσεων του ISIS, με πολλές απώλειες μαχητών του αλλά και αμάχων.
Παράλληλα, ενισχύεται σημαντικά η ρωσική στρατιωτική παρουσία στη χώρα. Η δύναμη των πεζοναυτών έχει αυξηθεί φτάνoντας στους 2.000 στη ναυτική βάση της Ταρτούς, ενώ έχει αυξηθεί τόσο το στρατιωτικό προσωπικό όσο και ο εξοπλισμός στην αεροπορική βάση νότια της Λατάκια, με πολεμικά αεροσκάφη και ελικόπτερα, αντιαεροπορικούς πυραύλους SA-22 εδάφους-αέρος και τανκς. Οπως αποκαλύπτεται από δορυφορικές φωτογραφίες, ετοιμάζονται με ταχύτατο ρυθμό δύο ακόμη νέες στρατιωτικές βάσεις σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων βόρεια της Λατάκια. Στις επικρίσεις που δέχεται η ρωσική ηγεσία απαντά ότι απλά εκπληρώνει τις υπάρχουσες στρατιωτικές συμφωνίες με τη Συρία και ότι στόχος της είναι αποκλειστικά να ενισχύσει τον πόλεμο κατά του ISIS στο πλαίσιο μιας ευρύτερης διεθνούς συμμαχίας.
Αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να προβλέψει κανείς μέχρι πού μπορεί να φτάσει η ρωσική στρατιωτική ανάμειξη στον πόλεμο στη Συρία. Είναι όμως βέβαιο, ότι με την κλιμάκωση της στρατιωτικής επέμβασης το Κρεμλίνο στοχεύει να ενισχύσει το καθεστώς Ασαντ, το οποίο, μετά από αρκετές αποτυχίες του κυβερνητικού στρατού στα πολεμικά μέτωπα τους τελευταίους μήνες, έχει περάσει σε άμυνα. Να προστατέψει τη ναυτική βάση της Ταρτούς, τη μόνη ρωσική βάση στη Μεσόγειο, καθώς και το δυτικό μεσογειακό τμήμα της χώρας, που ελέγχεται από το καθεστώς Ασαντ, με τις νέες μεγάλες στρατιωτικές βάσεις γύρω από τη Λατάκια. Να διευρύνει και να εδραιώσει τη ρωσική στρατιωτική παρουσία στη χώρα, γεγονός που, εκτός των άλλων, θα ενισχύσει τη θέση της Μόσχας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την εξεύρεση της όποιας πολιτικής λύσης.