Μετά τις δηλώσεις, τις συνεντεύξεις Τύπου και τις εκατέρωθεν απειλές, Μαρινάκης και Μελισσανίδης αποσύρθηκαν για να σχεδιάσουν την τακτική τους σε ένα σίριαλ που θα έχει πολλά επεισόδια. Μια πρώτη αποτύπωση της κατάστασης δείχνει αρχικά ως χαμένο της υπόθεσης τον Μελισσανίδη, αφού του έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για συκοφαντική δυσφήμιση για όσα είπε στη συνέντευξη Τύπου, ενώ κινδυνεύει να βρεθεί και κατηγορούμενος ως ηθικός αυτουργός στην επίθεση εναντίον του Ζωγράφου.
Στην απέναντι όχθη, ο Μαρινάκης δείχνει προς το παρόν να ελέγχει την κατάσταση, αφού ο Σαρρής παραμένει πρόεδρος στην ΕΠΟ και στη Σούπερ Λίγκα ο νέος πρόεδρος Γιώργος Μποροβήλος είναι φιλικά προσκείμενος στην ερυθρόλευκη διοίκηση (όταν ήταν εν ενεργεία διαιτητής είχε αποκτήσει το προσωνύμιο Μπορο-θρύλος). Ομως, όσα είπε για την υπόθεση Ζωγράφου είχαν ως αποτέλεσμα να ταυτοποιηθεί στη συνείδηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των φιλάθλων ως ο αρχηγός της «παράγκας», γεγονός που μπορεί να τον οδηγήσει στο εδώλιο του κατηγορούμενου για την υπόθεση των στημένων αγώνων.
Οταν αποτραβήχτηκαν από τη σκηνή οι πρωταγωνιστές, αποφάσισε να κάνει την εμφάνισή του ο υφυπουργός Αθλητισμού Γιάννης Ανδριανός και να καταθέσει «προς διαβούλευση» το προσχέδιο του νέου αθλητικού νόμου, με 118 άρθρα, δηλώνοντας αποφασισμένος να διασφαλίσει τη διαφάνεια και τη νομιμότητα στο ελληνικό επαγγελματικό ποδόσφαιρο!
Αποτελεί εκ προοιμίου αντίφαση η δήλωση θέλησης να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η νομιμότητα σε ένα χώρο ξένο προς οποιουσδήποτε κανόνες, αφού ο πρωταρχικός στόχος των καπιταλιστών που «επενδύουν» σ’ αυτόν είναι το μέγιστο κέρδος και η χρησιμοποίηση των ομάδων για την προώθηση επιχειρηματικών συμφερόντων. Θα μπούμε όμως στον πειρασμό να σχολιάσουμε το προσχέδιο του νέου αθλητικού νόμου.
Καταρχάς, πρέπει να πούμε ότι η προσπάθεια της κυβέρνησης για αλλαγές που δεν είναι επιθυμητές από τους «ανιδιοτελείς εργάτες» του ελληνικού ποδοσφαίρου, θα πρέπει να εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη της ΟΥΕΦΑ και της ΦΙΦΑ. Ηδη, η διοίκηση της ΕΠΟ έστειλε το προσχέδιο νόμου στη ΦΙΦΑ και της ζητάει να «τραβήξει το αυτί» της κυβέρνησης, γιατί παραβιάζει το αυτοδιοίκητο του ποδοσφαίρου. Από τη στιγμή που η εκάστοτε κυβέρνηση αποδέχεται το αυτοδιοίκητο και κατά συνέπεια αποδέχεται ως ανώτατο κριτή του νομοθετικού της έργου τη ΦΙΦΑ, ξεκινάει με γκολ σε βάρος της από τα αποδυτήρια. Εχει από μόνη της αυτοπεριοριστεί στο εύρος και την τολμηρότητα των επιλογών της.
Οσον αφορά το νομοσχέδιο, η προσπάθεια της κυβέρνησης είναι να δοθεί η εντύπωση ότι θα σπάσουν τα «στεγανά» που υπάρχουν σήμερα. Παρά την προσπάθεια του δημοσιογραφικού εσμού να το παρουσιάσει σαν κάτι σημαντικό (στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχει ο τίτλος «νομοσχέδιο-βόμβα που θα προκαλέσει αντιδράσεις»), δυστυχώς για την κυβέρνηση το μοναδικό της επιχείρημα είναι ότι θα επέλθει διαφάνεια με το νέο τρόπο εκλογής του προέδρου και του ΔΣ της ΕΠΟ! Χωρίς να παραγνωρίζεται το ότι από τη στιγμή που θα ψηφίζουν τα σωματεία και όχι οι Ενώσεις θα αυξηθεί ο βαθμός δυσκολίας εκλογής των «εκλεκτών», όσοι έχουν μια στοιχειώδη επαφή ξέρουν ότι ο μηχανισμός που υπάρχει στις τοπικές Ενώσεις θα καταφέρει να εξασφαλίσει τη νίκη σε όποιον τη διεκδικεί και έχει, βέβαια, τη δυνατότητα να βάλει το χέρι στην τσέπη (χωρίς λαδάκι τα πορτοπαράθυρα τρίζουν). Πιθανόν να κοστίσει κάτι περισσότερο από πριν, όμως η νίκη θέλει θυσίες.
Οσο για τις αλλαγές στον τρόπο επιλογής της ΚΕΔ και του ορισμού των διαιτητών, δεν χρειάζεται να χαλάσουμε φαιά ουσία. Από τη στιγμή που οι περισσότεροι από τους διαιτητές έχουν αποδεχτεί ότι θα σφυρίζουν υπέρ του εκάστοτε ισχυρού καπιταλιστή που ελέγχει το κύκλωμα, είναι ξεκάθαρο ότι ο τρόπος που θα επιλεγούν αυτοί που θα διευθύνουν έναν αγώνα είναι δευτερεύουσας σημασίας, για να μην πούμε παντελώς αδιάφορος.
Τέλος, για την καταπολέμηση της αθλητικής βίας, βασική επιλογή είναι να μην υπάρχει μετακίνηση οργανωμένων οπαδών και να γίνουν πιο αυστηροί οι νόμοι για τους συνδέσμους των οπαδών. Μια από τα ίδια, με τη λογική της καταστολής να κυριαρχεί, όπως και στους προηγούμενους αθλητικούς νόμους. Κατά συνέπεια, ίδιο θα είναι και το αποτέλεσμα. Οι οργανωμένοι οπαδοί θα δρουν σαν ιδιωτικοί στρατοί των προέδρων και θα αποτελούν τη δύναμη για την κυριαρχία τους και το όπλο τους για την προώθηση των επιχειρηματικών τους συμφερόντων.
Αρκεί, λοιπόν, μια απλή ανάγνωση του νομοσχέδιου για να πούμε ότι είναι μια από τα ίδια και θα έχει την τύχη των προηγούμενων αθλητικών νόμων. Οπως ισχύει γενικά για τον καπιταλισμό, κανένα «άλλο» επαγγελματικό ποδόσφαιρο δεν είναι εφικτό. Δεν μπορεί να διορθωθεί, παρά μόνο να καταστραφεί μαζί με το σύστημα που το γεννάει.
Κος Πάπιας
papias@eksegersi.gr
Στην επέτειο των εννιά χρόνων από τότε που το «πέμπτο σκαθάρι» άφησε την τελευταία του πνοή («έφυγε» στο Λονδίνο στις 25/11/2014), η τράπεζα της Βόρειας Ιρλανδίας τύπωσε ένα συλλεκτικό χαρτονόμισμα των 5 λιρών με την εικόνα του Τζορτζ Μπεστ, ως φόρο τιμής στο βιρτουόζο της μπάλας. Δεν χρειάζονται πολλά σχόλια για τον παίχτη που θα ήταν ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής στον κόσμο, αν είχε καταφέρει να τιθασεύσει το πάθος του για τις «ωραίες γυναίκες» και το αλκοόλ. Αρκούν δυο δικές του ατάκες για να καταλάβουμε τον τρόπο που «σπατάλησε» το τεράστιο ποδοσφαιρικό του ταλέντο. «Αν είχα γεννηθεί άσχημος, ο κόσμος δε θα είχε ακούσει για τον Πελέ». «Το 1969 παράτησα τις γυναίκες και το αλκοόλ. Ηταν τα χειρότερα 20 λεπτά της ζωής μου».