Εντονη κινητικότητα παρατηρείται το τελευταίο διάστημα γύρω από την ανέγερση των νέων γηπέδων της ΑΕΚ και του Παναθηναϊκού. Η αποχώρηση του Νικολαΐδη συνοδεύεται από αλλαγή γραμμής και όπως όλα δείχνουν το νέο γήπεδο της ΑΕΚ θα γίνει στη Νέα Φιλαδέλφεια, ενώ οι πράσινοι ψάχνουν να βρουν εναλλακτικά σενάρια για το Βοτανικό, στην περίπτωση που ο νόμος της διπλής ανάπλασης κριθεί από το ΣτΕ αντισυνταγματικός.
Με αφορμή τις εξελίξεις αυτές, νομίζουμε ότι αξίζει να δούμε τι συμβαίνει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αν μάλιστα αναλογιστούμε ότι στην πρόταση της Ενωσης Ευρωπαϊκών Συλλόγων για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Λίγκας, που είχαμε παρουσιάσει σε παλιότερο φύλλο, ένα από τα κριτήρια συμμετοχής θα είναι και η αρτιότητα των γηπεδικών εγκαταστάσεων των ομάδων, καταλαβαίνουμε τη σοβαρότητα του θέματος.
Η εικόνα που έχουμε από τις ευρωπαϊκές χώρες δεν είναι ενιαία. Στην Ιταλία, οι καπιταλιστές που διοικούν τις ομάδες δεν έχουν μπει στον πειρασμό να «επενδύσουν» δικά τους κεφάλαια για να φτιάξουν γήπεδα και βολεύονται, με τα δημοτικά γήπεδα, τα περίφημα «κομουνάλε». Η ιταλική νομοθεσία προβλέπει ότι η κατασκευή των αθλητικών εγκαταστάσεων είναι ευθύνη των Δήμων και γι’ αυτό σε κάθε ιταλική πόλη υπάρχει ένα δημοτικό ποδοσφαιρικό γήπεδο, που αποτελεί και έδρα των ομάδων της πόλης. Στις περιπτώσεις μάλιστα που υπάρχουν δυο ομάδες στη μεγάλη κατηγορία, (π.χ. Τορίνο και Γιουβέντους) μοιράζονται την κοινή έδρα, χωρίς να υπάρχουν προβλήματα από τη συγκατοίκηση.
Στην Αγγλία τα πράγματα είναι διαφορετικά και η συντριπτική πλειοψηφία των ομάδων έχει ιδιόκτητο γήπεδο. Η ανακατασκευή ή η ανέγερση νέου γηπέδου δεν επιδοτείται από το κράτος (υπάρχουν ορισμένα μικροκίνητρα που δεν ξεπερνούν το 10-15% του κόστους). Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Αρσεναλ, που αποφάσισαν να φτιάξουν νέο γήπεδο. Το «Emirates» κόστισε 180 εκατομμύρια λίρες και τα φράγκα βρέθηκαν από δανεισμό, χορηγίες και δραστικό περιορισμό του μπάτζετ για τις μεταγραφές. Τα περισσότερα γήπεδα είναι απλές κατασκευές, χωρίς πολλές εμπορικές χρήσεις, μέσα στον ιστό της πόλης. Το ιστορικό «Ολντ Τράφορντ», το γήπεδο της Μάντσεστερ (βλέπε φωτογραφία), που θεωρείται μια από τις πιο εμπορικές ομάδες του πλανήτη, είναι μια λιτή κατασκευή σε μια εργατική συνοικία της πόλης και κάτω από τις κερκίδες υπάρχει μόνο η μπουτίκ και το μουσείο της ομάδας.
Ανάλογο είναι το καθεστώς και στην Ισπανία, όπου κάθε μεγάλη ομάδα έχει το δικό της γήπεδο. Από τις ομάδες που αγωνίζονται φέτος στην Α’ κατηγορία, μόνο η Εσπανιόλ δεν έχει γήπεδο και αγωνίζεται στο παλιό δημοτικό στάδιο της Βαρκελώνης. Οσον αφορά τις εμπορικές χρήσεις και εδώ είναι περιορισμένες και σε καμία περίπτωση δεν βλέπουμε δίπλα στα γήπεδα εμπορικά κέντρα, Mall και άλλες κατασκευές σαν και αυτές που θέλουν να κατασκευάσουν οι ελληνικές ομάδες στα γήπεδά τους. Το καθεστώς στην Ισπανία διαφοροποιείται κάπως από την Αγγλία, διότι το κράτος ή οι δήμοι συμμετέχουν κατά ένα ποσοστό στο κόστος συντήρησης των εγκαταστάσεων.
Ιδιόκτητα είναι τα γήπεδα και στην Πορτογαλία. Εκεί, με αφορμή την ανακαίνιση των γηπέδων για τις ανάγκες του Euro, το κράτος συμμετείχε με ένα ποσοστό στο κόστος ανακαίνισης.
Σε Γερμανία και Γαλλία το σύστημα είναι μικτό (κρατικά και ιδιόκτητα), ενώ τα τελευταία χρόνια παρατηρείται η τάση ορισμένων ομάδων να αποκτήσουν δικό τους γήπεδο. Στις περιπτώσεις ανέγερσης νέων γηπέδων, όπως το Αλιάνζ Αρίνα στο Μόναχο, το γήπεδο δεν είναι ιδιοκτησία μόνο μιας ομάδας, αλλά έχουν μετοχές η Μπάγερν, η Μόναχο 1860 και ένα μικρό ποσοστό ο δήμος. Το χαρακτηριστικό και σε αυτή την περίπτωση είναι ότι η συγκατοίκηση των δυο ομάδων είναι ομαλή και δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Υπάρχει κάποιος που να μπορεί να φανταστεί, το ενδεχόμενο αρμονικής μόνιμης συγκατοίκησης του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ στο ΟΑΚΑ και τη μοιρασιά των εγκαταστάσεων εμπορικής χρήσης;
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι είναι αποκλειστικά ελληνική πατέντα να πληρώνει το κράτος για να φτιάχνουν ιδιόκτητα γήπεδα οι ομάδες. Σε συνδυασμό με το επιχείρημα που προβάλουν οι ανιδιοτελείς εργάτες του ελληνικού ποδοσφαίρου, περί της αναγκαιότητας εγκαταστάσεων εμπορικής χρήσης δίπλα στα γήπεδα, γιατί έτσι συμβαίνει στην Ευρώπη, καταλαβαίνουμε ότι όλα αυτά τα λαμόγια έχουν μια και μοναδική επιδίωξη. Να πληρώσει ο ελληνικός λαός για να αποκτήσουν σύγχρονες γηπεδικές εγκαταστάσεις και εμπορικά κέντρα, τα οποία θα χρησιμοποιούν για να βάζουν χοντρά φράγκα στις τσέπες τους.
Κος Πάπιας
papias@eksegersi.gr
ΥΓ1: Ο μπάρμπα-Κάρολος είχε πει ότι «η θρησκεία είναι το όπιο των λαών». Η φράση του έχει παραφραστεί πολλές φορές και συνηθίζεται να λέμε ότι «το ποδόσφαιρο είναι το όπιο του λαού». Τι συμβαίνει, όμως, όταν μπλέξουν θρησκεία και ποδόσφαιρο; Ο καθολικός παπάς Ζοάο Ζοσέ Μάρκες Ελεουτέριο είναι φανατικός οπαδός της Σπόρτινγκ Λισαβόνας και όποτε το επιτρέπουν οι υποχρεώσεις του πηγαίνει στο γήπεδο για να υποστηρίξει την αγαπημένη του ομάδα. Στον τελικό του πορτογαλικού Λιγκ Καπ, η Σπόρτινγκ έχασε από τη Μπενφίκα με 3-2 στα πέναλτι, όμως είχε σοβαρά παράπονα από το διαιτητή της αναμέτρησης Λουτσίλιο Μπαμπίστα. Την επαύριο του τελικού, ο παπάς, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την απαράδεκτη διαιτησία, ανακοίνωσε στους πιστούς της ενορίας του ότι δεν θα ξαναβαφτίσει παιδί με το όνομα Λουτσίλιο. Η στήλη αναφωνεί: άξιος, άξιος…
ΥΓ2: Η οικονομική κρίση που απλώνεται απ’ άκρη σ’ άκρη στον πλανήτη θα έχει οδυνηρές συνέπειες για την εργατική τάξη και τη νεολαία. Οπως λέει και ο Μπάμπης, «τα πράγματα θα γίνουν στριμόκωλα». Αν ο εργοδότης σας, ανάμεσα στις άλλες προτάσεις που θα κάνει για να ξεπεραστεί η κρίση, σας προσφέρει μπακλαβά, αρνηθείτε κατηγορηματικά. Η λέξη μπακλαβάς παραπέμπει σε ένα ωραίο σιροπιαστό γλυκό (αν συνοδεύεται από παγωτό καϊμάκι είναι άπαιχτο), αν όμως προσπαθήσουμε να την αναλύσουμε στα Αγγλικά, τα χαμόγελα παγώνουν, αφού προκύπτουν στη σειρά οι λέξεις: back-love-ass. Πιστεύω ότι δεν χρειάζεται να πούμε περισσότερα.
ΥΓ3: Η ατάκα, που αποτελεί τον σημερινό τίτλο της στήλης, αφορά τον Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς, ο οποίος ανακοίνωσε ότι μετά την λήξη του πρωταθλήματος θα σταματήσει την καριέρα του. Είναι ίσως ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε στα ελληνικά γήπεδα τα τελευταία 15 χρόνια και σίγουρα θα αποτελεί σημείο αναφοράς στην ιστορία των ερυθρόλευκων. Αν και μας έχει πικράνει ουκ ολίγες φορές, δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε την προσφορά του και να παραδεχτούμε ότι το ελληνικό πρωτάθλημα θα είναι πιο φτωχό χωρίς αυτόν.