Με αφορμή τη διακοπή του ελληνικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου, στον αθλητικό Τύπο και στις αθλητικές ιστοσελίδες διαβάσαμε αρκετές «αναλύσεις» που υιοθετούν την πολιτική Θάτσερ ως το μοναδικό αποτελεσματικό μέσο για να αντιμετωπιστούν τα φαινόμενα βίας στους αθλητικούς χώρους. Δεν είναι η πρώτη φορά που δια-βάζουμε τέτοιου είδους «αναλύσεις» και παρά το γεγονός ότι δεν έχουν καταφέρει να βρουν ιδιαίτερη απήχηση στις τάξεις των ελλήνων φιλάθλων, χρειάζεται να κάνουμε ένα σχόλιο για να βάλουμε τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση. Καταρχάς, πρέπει να θυμίσουμε ότι στόχος της Θάτσερ δεν ήταν να προστατεύσει το ποδόσφαιρο από την οπαδική βία, αλλά να χρησιμοποιήσει την καταστολή στις εξέδρες των γηπέδων ως πρόβα τζενεράλε για τη γενικότερη καταστολή του εργατικού κινήματος και της νεολαίας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκείνη την περίοδο, εξαιτίας της οικονομικής πολιτικής της βρετανικής κυβέρνησης, είχαν ξεσπάσει δεκάδες εργατικοί αγώνες, με αποκορύφωμα τον αγώνα των ανθρακωρύχων, στους οποίους συμμετείχε και η εργατική νεολαία, ένα σημαντικό ποσοστό της οποίας δραστηριοποιούνταν και στους συνδέσμους των οπαδών των ομάδων. Μπροστά στον κίνδυνο να γενικευτούν οι αντιδράσεις και να πάρουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις, αποφασίστηκε από την κυβέρνηση Θάτσερ, να αξιοποιηθούν τα περιστατικά οπαδικής βίας και να επιβληθεί σκληρή καταστολή, η οποία πολύ εύκολα μεταφέρθηκε από τα γήπεδα στην αντιμετώπιση των εργατικών αγώνων.
Τηρουμένων των αναλογιών, μπορούμε να πούμε ότι το δόγμα No Politica, που προσπαθεί να επιβάλει στο ποδόσφαιρο η ΦΙΦΑ σε στενή συνεργασία με τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, είναι μια ραφιναρισμένη κατασταλτική τακτική που έχει τον ίδιο ακριβώς στόχο με την απροκάλυπτη κατασταλτική τακτική της Θάτσερ. Στόχος είναι να «αποστειρωθούν» οι εξέδρες των γηπέδων, προκειμένου να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να χρησιμοποιηθούν ως χώροι πολιτικών διεργασιών εναντίον του συστήματος από την πολιτικοποιημένη μερίδα της νεολαίας που δραστηριοποιείται στις οπαδικές θύρες και στους συνδέσμους οπαδών, η οποία στη συντριπτική της πλειοψηφία ανήκει στην εργατική τάξη. Μόνο τυχαίο δεν είναι το ότι, όσο βαθαίνει η οικονομική κρίση και οι επιπτώσεις της κάνουν ολοένα και πιο δύσκολη την καθημερινότητα της εργατικής τάξης και της νεολαίας, τόσο αρχίζει να χρησιμοποιείται ως κατασταλτικό «εργαλείο» από τις κυβερνήσεις το Νο Politica.
Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος που αξιοποιείται από την ισπανική κυβέρνηση. Η οικονομική κρίση οξύνεται, η δυσαρέσκεια εναντίον της κυβέρνησης Ραχόι διογκώνεται, οι εθνικές αντιθέσεις (που κρύβουν μέσα τους και κοινωνικές αντιθέσεις), όπως στην Καταλονία, θέτουν σε αμφισβήτηση την κυριαρχία της ισπανικής κυβέρνησης και δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν παρά μόνο με συνεχώς αυξανόμενη καταστολή. Σε αυτό το πλαίσιο, η ισπανική κυβέρνηση προσπαθεί να ελέγξει τα δρώμενα στις εξέδρες των γηπέδων, αξιοποιώντας και ερμηνεύοντας κατά το δοκούν τη σχετική νομοθεσία. Η ισπανική Λίγκα αποφάσισε -με πρόσχημα την προβλεπόμενη διαδικασία- να επιβάλει πρόστιμα στις ομάδες ακόμα και για θέματα που είναι «εντός των ορίων» και των κατευθύνσεων της ΦΙΦΑ.
Πριν από μερικές αγωνιστικές, οι παίχτες της Ράγιο Βαγιεκάνο εμφανίστηκαν στις «ημέρες κατά του ρατσισμού», στις οποίες συμμετέχει και η ομάδα τους, με πανό που είχαν φτιάξει οι οπαδοί και έγραφε: «Γκολ στον ρατσισμό». Αν και το περιεχόμενο του πανό ήταν σύμφωνο με τον ισπανικό αθλητικό νόμο και την πολιτική της ΦΙΦΑ για την αντιμετώπιση (λέμε τώρα) του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, η αρμόδια επιτροπή της ισπανικής Λίγκας τιμώρησε την ομάδα με πρόστιμο 30.000 ευρώ, με πρόσχημα ότι δεν τηρήθηκε η διαδικασία. Σύμφωνα με τον κανονισμό, οι ομάδες είναι υποχρεωμένες τουλάχιστον 48 ώρες πριν τη σέντρα να καταθέτουν το περιεχόμενο των πανό και των χορογραφιών που ετοιμάζουν οι οπαδοί τους, προκειμένου να πάρουν έγκριση από τον συντονιστή ασφαλείας του πρωταθλήματος και τον υπεύθυνο ασφαλείας του συλλόγου, αφού θα πρέπει να μην έχουν αναφορά στον αντίπαλο, ούτε πολιτικό, κοινωνικό, θρησκευτικό ή διεκδικητικό περιεχόμενο.
Η τιμωρία μόνο τυχαία δεν είναι. Δε χρειάζεται ιδιαίτερη επιχειρηματολογία για το «μήνυμα» που θέλησαν να στείλουν η Λίγκα και η ισπανική κυβέρνηση. Οι οπαδοί της Ράγιο είναι γνωστοί για τις αντικαπιταλιστικές και αντιφασιστικές καταβολές τους και συχνά-πυκνά βρίσκονται στην επικαιρότητα για τις πρωτοβουλίες και τις δράσεις τους σε αυτή την κατεύθυνση. Για ένα καθαρά διαδικαστικό ζήτημα και με το περιεχόμενο του πανό απόλυτα συμβατό με τις επιδιώξεις της ΦΙΦΑ, η επιτροπή αποφάσισε την τιμωρία της ομάδας, για να προειδοποιήσει ότι θα είναι αμείλικτη στις περιπτώσεις που αμφισβητηθεί το No Politica.
Η τιμωρία της Ράγιο Βαγιεκάνο θεωρείται ότι αποτελεί την αρχή μιας συστηματικής προσπάθειας της ισπανικής κυβέρνησης να σκληρύνει την κατασταλτική της πολιτική. Από πολλούς συνδέθηκε με την τιμωρία της Σέλτικ για πανό με το οποίο οι οπαδοί της εξέφραζαν αλληλεγγύη στον αγώνα του παλαιστινιακού λαού, για να τονιστεί ότι η ΦΙΦΑ θα είναι αρωγός κάθε κυβέρνησης που θα προσπαθήσει να «αποστειρώσει» το ποδόσφαιρο από την αντικαπιταλιστική και αντιφασιστική δράση και ότι το No Politica είναι ένα ακόμα «εργαλείο» της αστικής τάξης.
Κος Πάπιας
papias@eksegersi.gr
ΥΓ. Οταν ο υφυπουργός Αθλητισμού Βασιλειάδης ανακοίνωσε την επ' αόριστον διακοπή του ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος, λόγω των όσων ακολούθησαν την εισβολή του Σαββίδη στον αγωνιστικό χώρο της Τούμπας (με το όπλο φόρα-παρτίδα για να στείλει το ξεκάθαρο μήνυμά του), είχαμε τονίσει δυο πράγματα. Αφενός την «κωλοτούμπα» που έκανε για να φτάσει από το «ένα από τα καλύτερα πρωταθλήματα» στο «είμαστε πολύ κοντά σε ποδοσφαιρικό Grexit» και αφετέρου τη δυσκολία της κυβέρνησης να διαχειριστεί το πρόβλημα. Επίσης, είχαμε σημειώσει ότι η κυβέρνηση θα επιθυμούσε να υπάρξουν πρωτοβουλίες από την ΟΥΕΦΑ και τη ΦΙΦΑ, για να βγει από τη δύσκολη θέση να πάρει σκληρές αποφάσεις. Η εκτίμησή μας περί ανικανότητας διαχείρισης της κατάστασης από την κυβέρνηση επαληθεύεται από την απόφαση επανέναρξης, μολονότι δεν έχει υλοποιηθεί καμία από τις βασικές προϋποθέσεις που είχαν τεθεί. Οι διεθνείς ομοσπονδίες δεν έδειξαν διατεθειμένες να κάνουν τη «βρώμικη» δουλειά για λογαριασμό της κυβέρνησης και έμειναν σε ευχολόγια και παραινέσεις. Οι «ανιδιοτελείς εργάτες» του ελληνικού πρωταθλήματος πίεζαν με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο για την επανέναρξη, προκειμένου να διασφαλίσουν τα φράγκα από τη συμφωνία τους με το συνδρομητικό κανάλι. Ο δημοσιογραφικός εσμός έκανε τη δική του κωλοτούμπα και από την απαίτηση για «γενναίες αποφάσεις» συντάχθηκε με την άποψη ότι «η διακοπή δε λύνει το πρόβλημα». Ετσι, η κυβέρνηση πήρε πίσω την απόφαση για διακοπή και το Βατερλό της ολοκληρώθηκε με την ανακοίνωση επανέναρξης. Σύμφωνα μ' αυτή, ο Βασιλειάδης αποφάσισε «λαμβάνοντας υπόψη την ομόφωνη απόφαση του ΔΣ της Super League για αποδοχή των δεσμεύσεων που είχαν ζητηθεί, σχετικά με την τροποποίηση πειθαρχικών κανόνων, με γνώμονα την πρόοδο του ποδοσφαίρου και την ασφαλή διεξαγωγή των αγώνων, καθώς και τις σχετικές προτάσεις της ΕΠΟ»!
Η απόφαση της κυβέρνησης, όπως ήταν φυσικό, έγινε δεκτή με σκωπτικό τρόπο από τη συντριπτική πλειοψηφία των φιλάθλων. Αρκεί μια ανάγνωση των σχολίων που συνοδεύουν την είδηση στο Διαδίκτυο για να καταλάβουμε το επικοινωνιακό (και όχι μόνο) πλήγμα που έχει υποστεί η «παιδική χαρά» του Μαξίμου. Αλλωστε, υπάρχει και η εκκρεμότητα με τις δικαστικές αποφάσεις, αφού δεν έχει βγει ακόμη η πρωτόδικη απόφαση για το ντέρμπι ΠΑΟΚ-ΑΕΚ και όλα δείχνουν ότι καθυστερεί για να είναι ασορτί με την κατάσταση που θα διαμορφωθεί από την αγωνιστική δράση.
Στο δικαστικό μέρος της διαμάχης, έχουμε την απόρριψη της έφεσης του Ολυμπιακού και την οριστικοποίηση της ποινής των -3 βαθμών συν την απόφαση για κατακύρωση του ματς της Τούμπας στην ΑΕΚ. Το πρωτάθλημα το παίρνει ο Μελισσανίδης στα χαρτιά! Η τελευταία απόφαση ήταν έτοιμη από μέρες, αλλά ανακοινώθηκε -για ευνόητους λόγους- αφού πρώτα έφυγε ο Τσίπρας από τη Θεσσαλονίκη.
