Ο γερμανογαλλικός άξονας δεν αφήνει κανένα τομέα της καπιταλιστικής παραγωγής που να μην επιβάλλει τη θέλησή του, που να μην ενισχύει την κυριαρχική του θέση σε βάρος όχι μόνο των λεγόμενων χωρών ΑΚΕ (Αφρικής, Καραϊβικής και Ειρηνικού) αλλά και σε βάρος των υπόλοιπων κρατών της ΕΕ.
Αναφερόμαστε στον τομέα των τροφίμων που έχουν ως πρώτη ύλη γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Με την Οδηγία 13 του 2000 δόθηκε η δυνατότητα στα κράτη μέλη να αναγράφουν στην ετικέτα των τροφίμων τη χώρα προέλευσης της πρώτης ύλης που χρησιμοποιήθηκε για την παρασκευή τους. Στο άρθρο 3 παράγραφος 1.8 της Οδηγίας αναφερόταν: «Η επισήμανση των τροφίμων περιλαμβάνει (…) τις ακόλουθες υποχρεωτικές ενδείξεις: (…) 8. Τον τόπο καταγωγής ή προελεύσεως στις περιπτώσεις που η παράλειψη της ενδείξεως αυτής θα ήταν δυνατόν να δημιουργήσει στον καταναλωτή εσφαλμένη εντύπωση σχετικά με τον πραγματικό τόπο καταγωγής ή προελεύσεως του τροφίμου».
Αυτό το δικαίωμα των κρατών μελών, η άσκηση του οποίου προστάτευε σ' ένα βαθμό τον καταναλωτή και τον ντόπιο παραγωγό, ίσχυσε μέχρι την έναρξη εφαρμογής του Κανονισμού 1169 του 2011. Με τον Κανονισμό αυτό η υποχρεωτικότητα αναγραφής της χώρας προέλευσης της πρώτης ύλης επιβλήθηκε για ελάχιστα τρόφιμα. Για τα υπόλοιπα ουσιαστικά απαγορεύτηκε. Μεταξύ αυτών ήταν και το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα.
Ανέφερε χαρακτηριστικά η σκέψη 32 του κανονισμού 1169/2011: «Η υποχρεωτική παροχή της καταγωγής αναπτύχθηκε βάσει κάθετων προσεγγίσεων όπως για το μέλι, τα οπωροκηπευτικά, τους ιχθύες, το βόειο κρέας και τα προϊόντα με βάση το βόειο κρέας και το ελαιόλαδο. Είναι αναγκαία η διερεύνηση της δυνατότητας να επεκταθεί η υποχρεωτική επισήμανση καταγωγής και για άλλα τρόφιμα. Είναι, επομένως, σκόπιμο να ζητηθεί από την Επιτροπή να εκπονήσει εκθέσεις που να καλύπτουν τα ακόλουθα τρόφιμα: είδη κρεάτων εκτός του βόειου και χοίρειου κρέατος και του κρέατος προβατοειδών, αιγοειδών και πουλερικών, το γάλα, το γάλα ως συστατικό γαλακτοκομικών προϊόντων, το κρέας ως συστατικό (…) Καθώς το γάλα είναι ένα από τα προϊόντα για τα οποία η αναγραφή καταγωγής θεωρείται ως έχουσα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, η έκθεση της Επιτροπής, σχετικά με αυτό το προϊόν θα πρέπει να παρασχεθεί το συντομότερο δυνατόν».
Ο Κανονισμός αυτός άρχισε να συζητιέται από το 2011. Οπως βλέπουμε, μέσω της σκέψης 32 τονίζεται ότι η αναγραφή της καταγωγής του γάλακτος θεωρείται ως έχουσα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Παρολαυτά, η Επιτροπή αρνείται να ετοιμάσει νομικά κείμενα και ν’ αρχίσει να τα συζητά με το Συμβούλιο Υπουργών και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ώστε να επιβληθεί η αναγραφή της καταγωγής του γάλακτος και άλλων τροφίμων. Αυτό δεν είναι ισχυρισμός δικός μας, που έχουμε πράγματι σαφή αντίθεση με την ΕΕ, που ήταν και θα συνεχίσει να είναι ένας αντιδραστικός σχηματισμός σε βάρος του προλεταριάτου και των λαών της Ευρώπης. Την άρνηση της Επιτροπής να προχωρήσει σε νομικά κείμενα για να αρχίσει η συζήτηση με τα άλλα δύο θεσμικά όργανα της ΕΕ για να επιβληθεί η αναγραφή της καταγωγής του γάλακτος την επισημαίνει και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Πρόσφατα, στις 29 Απρίλη του 2016, η Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων του ΕΚ εξέδωσε ψήφισμα για την υποχρεωτική αναγραφή της καταγωγής της πρώτης ύλης στο γάλα και σε άλλα τρόφιμα. Με αυτό το ψήφισμα, που τελικά υπερψηφίστηκε το Μάη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επιδιώκεται η «άσκηση πίεσης» στην Επιτροπή προκειμένου να ανοίξει τη συζήτηση με τα άλλα δύο θεσμικά όργανα πάνω σε νομικά κείμενα. Στο ψήφισμα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ανάμεσα στ’ άλλα, «εκτιμά ότι το συμπέρασμα της Επιτροπής σχετικά με το γάλα και το γάλα ως συστατικό υπερεκτιμά ενδεχομένως το κόστος που έχει η επισήμανση της χώρας καταγωγής για τις επιχειρήσεις, δεδομένου ότι όλα τα γαλακτοκομικά προϊόντα εξετάζονται ως σύνολο».
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δε διαφωνεί με την Επιτροπή ότι πρώτιστο μέλημα, όσον αφορά τις νομικές παρεμβάσεις της Επιτροπής, πρέπει να είναι το συμφέρον των καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Διαφωνεί με την Επιτροπή στην εκτίμηση του κόστους που δήθεν θα προκύψει για τις επιχειρήσεις από την υποχρεωτική αναγραφή της καταγωγής των προϊόντων. Η Επιτροπή αρνείται με την έκθεσή της να εισηγηθεί με νομικά κείμενα την αναγραφή της χώρας προέλευσης του γάλακτος, των γαλακτοκομικών προϊόντων και άλλων προϊόντων, γιατί βάζει σε πρώτη προτεραιότητα το συμφέρον των μεγάλων ευρωπαϊκών βιομηχανιών και αδιαφορεί για τις επιπτώσεις που προκαλούνται στους φτωχούς κτηνοτρόφους και στους ευρωπαϊκούς λαούς.
Την ίδια στιγμή, όμως, η Επιτροπή διαπραγματεύεται με τη γαλλική κυβέρνηση πάνω σε αίτημα της τελευταίας, με το οποίο ζητά να της επιτραπεί να τροποποιήσει το γαλλικό Κώδικα Τροφίμων ώστε να προβλέπει την υποχρεωτική αναγραφή της προέλευσης στο γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα (καθώς και στο κρέας και τα προϊόντα με πρώτη ύλη το κρέας) που παράγονται ή εισάγονται στη Γαλλία. Η γαλλική κυβέρνηση ζητά να ισχύσει αυτή η εξαίρεση μέχρι τις 31 Δεκέμβρη του 2018 και σύμφωνα με πληροφορίες η Επιτροπή έχει συμφωνήσει με το γαλλικό αίτημα. Λέγεται ακόμα ότι θα ακολουθήσει παρόμοιο αίτημα και από την ιταλική κυβέρνηση.
Εννοείται πως η εξαίρεση που ζητά η Γαλλία αφορά την εσωτερική της αγορά. Τα γαλλικά προϊόντα που θα οδεύουν σε άλλες χώρες δε θα έχουν καμιά υποχρέωση αναγραφής της προέλευσης της πρώτης ύλης. Η γαλλική κτηνοτροφική παραγωγή περνάει κρίση και το ιμπεριαλιστικό κράτος ανέλαβε να την προστατεύσει υψώνοντας εμπόδια στον ανταγωνισμό.
Οπως βλέπουμε, λοιπόν, ο γερμανογαλλικός άξονας εφαρμόζει δύο μέτρα και δύο σταθμά. Από τη μια αφήνει πλήρη ελευθερία στο μεγάλο ευρωπαϊκό κεφάλαιο να προστατεύει τη δική του αγορά, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, όπως συμβαίνει με τη Γαλλία και μάλλον θα συμβεί και με την Ιταλία, ενώ από την άλλη υποχρεώνει την Ελλάδα να τροποποιήσει τον Κώδικα Τροφίμων και Ποτών (ΚΤΠ) με Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) και να νομιμοποιήσει τη μαζική χρήση εβαπορέ γάλακτος στην παρασκευή γιαουρτιού. Εβαπορέ γάλακτος που εισάγεται από τη Γερμανία και άλλες χώρες. Οπως έχουμε τονίσει, αυτό οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο να χαθούν όλα τα προϊόντα ΠΟΠ και ΠΓΕ. Η γαλλική κυβέρνηση ενισχύει τον δικό της Κώδικα Τροφίμων, ενώ οι Τσιπροκαμμένοι υπονομεύουν τον ελληνικό και νομιμοποιούν τη μαζική χρήση εβαπορέ γάλακτος, οδηγώντας έτσι σε μαζική καταστροφή την πλειοψηφία των κτηνοτρόφων.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, που με την υπό έκδοση ΚΥΑ, επιχειρεί να νομιμοποιήσει τη χρήση εβαπορέ γάλακτος, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στους γαλακτοβιομήχανους να εισάγουν μαζικά εβαπορέ γάλα και να το χρησιμοποιούν στην παρασκευή όλων των γαλακτοκομικών προϊόντων (όχι μόνο του γιαουρτιού), υποσχέθηκε στους εκπροσώπους της Ενωσης Φυλής Χολστάιν στην Ελλάδα (αγελαδοτρόφοι), ότι θα υποβάλει αίτημα στην Επιτροπή για την αναγραφή της καταγωγής του γάλακτος, τόσο στο παστεριωμένο γάλα όσο και στα υπόλοιπα γαλακτοκομικά προϊόντα. Κάνοντας την υπόθεση εργασίας ότι η Επιτροπή δέχεται αυτό το αίτημα, θα θέλαμε να ρωτήσουμε: σε τι ωφελήθηκαν οι κτηνοτρόφοι από την προαιρετική τοποθέτηση από τις γαλακτοβιομηχανίες στο γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα του σήματος ότι το γάλα είναι 100% ελληνικό; Οι ίδιες γαλακτοβιομηχανίες χρησιμοποιούν παράνομα εβαπορέ γάλα, που εισάγουν σε μαζική κλίμακα, ενώ ταυτόχρονα κοτσάρουν και την ελληνική σημαία.
Αντί λοιπόν η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να δημαγωγεί ότι θα υποβάλει το αίτημα που υποσχέθηκε σε εκπροσώπους της Ενωσης Φυλής Χολστάιν Ελλάδας, να ακυρώσει άμεσα την ΚΥΑ που τροποποιεί τον Κώδικα Τροφίμων και Ποτών και επιτρέπει τη χρήση εβαπορέ γάλακτος στην παρασκευή γιαουρτιού. Να προχωρήσει άμεσα στην αυστηρή εφαρμογή του ΚΤΠ, απαγορεύοντας τη χρήση εβαπορέ γάλακτος για την παρασκευή γαλακτοκομικών προϊόντων και να επιβάλει μεγάλα πρόστιμα στις γαλακτοβιομηχανίες. Γιατί αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, η Ελλάδα θα χάσει όλα τα προϊόντα ΠΟΠ και ΠΓΕ.