Με τη διαχείριση της πανδημίας μάθαμε τον όρο «ακορντεόν», που αναφέρεται στα ψευτο-λοκντάουν, τα οποία πότε εκτείνονται και πότε στενεύουν, χωρίς ποτέ να χάνουν το πρόθεμα ψευτο-, καθώς ουδέποτε περιέλαβαν τα μεγάλα εκκολαπτήρια και υπερμεταδότες του κοροναϊού. Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όμως, το «ακορντεόν» λειτουργεί εδώ και δεκαετίες, χωρίς οι κινήσεις του να αλλάζουν τον πυρήνα αυτών των σχέσεων, που είναι ο εθνικιστικός ανταγωνισμός.
Εσχάτως βρισκόμαστε στη φάση του ανοίγματος του «ακορντεόν». Πήγε ο Δένδιας στην Τουρκία, έρχεται ο Τσαβούσογλου στην Ελλάδα. Ναι, αλλά προτού κατέβει τη Δευτέρα στην Αθήνα, θα επισκεφτεί την Κυριακή τη Θράκη, όπου θα κάνει «τα δικά του», λένε οι εγχώριοι… ανησυχούντες εθνικιστές (ενίοτε και τουρκοφάγοι). Κι αυτό, όμως, είναι ρυθμισμένο μέσω της διπλωματίας. Οπως ο Δένδιας, προτού μεταβεί στην Αγκυρα, έκανε επίσκεψη στην Κωνσταντινούπολη όπου συναντήθηκε με τον πατριάρχη, έτσι και ο Τσαβούσογλου έλαβε την άδεια να επισκεφτεί τη Θράκη. Αυτές οι επισκέψεις, μάλιστα, χαρακτηρίζονται ιδιωτικές, γι’ αυτό οι υπουργοί δε συνοδεύονται από τους ομολόγους της. Και για να μην ξεχνιόμαστε, αντίστοιχη ιδιωτική επίσκεψη στη Θράκη είχε κάνει και ο Ερντογάν, μετά την ολοκλήρωση του επίσημου προγράμματος της τελευταίας επίσκεψής του στην Ελλάδα (επί ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ).
Σημασία έχει ότι από τώρα μέχρι τη Δευτέρα ο ελληνικός λαός θα τροφοδοτείται με… αγωνιώδη δημοσιεύματα για το τι θα πει ο Τσαβούσογλου στη Θράκη (αν θα αναφερθεί σε τουρκική μειονότητα) και για το τι θα πουν οι δύο υπουργοί στις κοινές τους δηλώσεις (αν θα επαναλάβουν το… debate της Αγκυρας). Και ανάμεσα στα… αγωνιώδη ερωτήματα θα ρέει το εθνικιστικό δηλητήριο (όπως γίνεται και στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, φυσικά).
Είναι προφανές ότι βρισκόμαστε σε φάση ύφεσης της διαχρονικής ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης. Υπάρχουν συγκεκριμένες σκοπιμότητες πίσω απ’ αυτή την ύφεση. Δεν είναι μόνο η επαναπροσέγγιση της Τουρκίας με την ΕΕ, που υπαγορεύει προσεκτικούς χειρισμούς. Είναι και η «μάχη» για τα ευρώ μιας ακόμα (δεύτερης στη σειρά) λειψής τουριστικής περιόδου. Και ο ελληνικός καπιταλισμός «καίγεται» για τη «βαριά βιομηχανία» (sic!) του και ο τουρκικός καπιταλισμός αγωνιά για συνάλλαγμα, καθώς βρίσκεται σε βαθιά οικονομική κρίση. Οπότε, και οι δυο πλευρές έχουν λόγους να ρίξουν τους τόνους, ανοίγοντας το «ακορντεόν».
Αυτή την περίοδο «δουλεύουν» οι λεγόμενες διερευνητικές επαφές (με ευθύνη των δύο υπουργείων Εξωτερικών), οι επαφές για τα περιβόητα ΜΟΕ – Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιτοσύνης (με ευθύνη των δύο υπουργείων Αμυνας), συναντιούνται οι υπουργοί Εξωτερικών σε Αγκυρα και Αθήνα, ενώ οι υπουργοί γίνονται δεκτοί και από τους επικεφαλής των κυβερνήσεων (ο Μητσοτάκης θα δεχτεί τον Τσαβούσογλου, ανταποδίδοντας την πρόσκληση από τον Ερντογάν στον Δένδια, όταν ο τελευταίος επισκέφθηκε την Αγκυρα), το πιθανότερο είναι να έχουμε και μια συνάντηση Ερντογάν-Μητσοτάκη, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στα μέσα Ιούνη.
Ιδιαίτερα η ελληνική πλευρά έχει κάθε λόγο να αποφύγει την προσφυγή στη Χάγη (η σύνταξη του συνυποσχετικού θα απαιτήσει… εθνικές υποχωρήσεις). Αρκετά έχει στην «καμπούρα» του ο Μητσοτάκης, δε θα ήθελε με τίποτα να πάει κάποια στιγμή σε εκλογές κατηγορούμενος και για… «ενδοτισμό». Η τουρκική πλευρά έχει τους δικούς της λόγους, τα δικά της προβλήματα. Ως περιφερειακή δύναμη, η Τουρκία παίζει σε άλλη «πίστα» και γι’ αυτό προτεραιότητα για το καθεστώς Ερντογάν αυτή την περίοδο είναι οι σχέσεις με τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
«Να εστιάσουμε στη θετική ατζέντα», ακούγεται ως λάιτ μοτίφ και από τις δυο πλευρές του Αιγαίου. Πρόκειται για τη συνήθη μπουρδολογία. Στην πραγματικότητα, τίποτα δεν έχει αλλάξει στις σχέσεις των δύο χωρών, που χαρακτηρίζονται από τον εθνικιστικό ανταγωνισμό. Απλώς, τώρα περνάμε τη φάση του… ανοιχτού «ακορντεόν».