Μετά το πέρας του πρώτου κύματος της πανδημίας του κοροναϊού, ο απολογισμός των νεκρών στα ευρωπαϊκά γηροκομεία ήταν τεράστιος. Σχεδόν οι μισοί νεκροί από τη νόσο προέρχονταν από αυτά. Από τη Σουηδία, που πάντα παρουσιαζόταν από τους ντόπιους όψιμους και νέους σοσιαλδημοκράτες ως ο παράδεισος της «κοινωνικής πρόνοιας», έως τη Γαλλία και την Ισπανία, οι απόμαχοι του μόχθου και της εργασίας, που γεμίζουν τα χιλιάδες γηροκομεία των βιομηχανικών μητροπόλεων της Ευρώπης, βρέθηκαν εντελώς ανυπεράσπιστοι απέναντι στη φονική πανδημία.
Οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών, σχεδόν παντού, έριξαν δημαγωγικά την ευθύνη της επέλασης του ιού στα γηροκομεία, στις ιδιωτικές επιχειρήσεις που τα διαχειρίζονται και οι οποίες δεν συμμορφώθηκαν με τα υγειονομικά μέτρα. Αλλά αυτές οι επιχειρήσεις είναι γνωστό ότι κάνουν μπίζνες και κανένας καπιταλιστής δε συμμορφώνεται με μέτρα επιβάρυνσης του κόστους της επιχείρησής του και μείωσης των κερδών του, εφόσον ειδικά δε δεχτεί καμία πίεση από το κράτος στο οποίο δραστηριοποιείται. Τέτοια πίεση όχι μόνο δε δέχτηκαν, άλλα ίσα-ίσα, μετά τη λήξη της καραντίνας, αντί να αυστηροποιηθεί το πλαίσιο λειτουργίας τους προκειμένου να θωρακιστούν οι ηλικιωμένοι τρόφιμοι, οι διοικήσεις των γηροκομείων μένουν στο απυρόβλητο για να διασωθούν τα κέρδη τους.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Guardian στις 27 Αυγούστου, στη Μεγάλη Βρετανία η αρμόδια κρατική ρυθμιστική αρχή των γηροκομείων αρνείται να δώσει τον αριθμό των κρουσμάτων και των νεκρών σε κάθε γηροκομείο με την αιτιολογία ότι κάτι τέτοιο «θα μπορούσε να υπονομεύσει το σύστημα φροντίδας του Ηνωμένου Βασιλείου που βασίζεται σε ιδιωτικούς φορείς»!
Τα νούμερα που έχουν δοθεί στη δημοσιότητα είναι μόνο συγκεντρωτικά για δεκάδες γηροκομεία σε κάθε πόλη και κάθε μεγάλο προάστιο. Συγγενής νεκρού τρόφιμου από τη νόσο καταγγέλλει τα εξής στην ίδια έκδοση του Guardian: «Το εμπορικό συμφέρον όταν διακυβεύεται η ζωή των ανθρώπων δεν θα έπρεπε να αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα (σ.σ: κοινοποίησης των στοιχείων). Ο ασθενής είναι ο σημαντικός εδώ, όχι η επιχείρηση».
Το βήμα αυτό, βέβαια, ήταν προάγγελος της εγκληματικής ολιγωρίας που θα έδειχνε η κυβέρνηση Τζόνσον μέρες μετά. Ενώ η κυβέρνηση υποσχόταν μαζικά τεστ στα γηροκομεία μέχρι τα τέλη Ιούλη, στις 7 Σεπτέμβρη αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι υπάρχουν σημαντικές καθυστερήσεις. Για να καταλάβουμε για τι μιλάμε, οι καθυστερήσεις εξέτασης δείγματος από τα γηροκομεία μπορεί να φτάσουν τις εφτά μέρες και να τις ξεπεράσουν! Με αυτό το χρονικό διάστημα αναμονής, οι τρόφιμοι των γηροκομείων είναι εντελώς εκτεθειμένοι στη πανδημία. Οι εργαζόμενοι σε αυτά μπορούν να δουλεύουν για μέρες και να μεταδίδουν ασταμάτητα τον κοροναϊό, μέχρι να έχουν συμπτώματα της νόσου.
Στις νέες της υποσχέσεις η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η καθυστέρηση θα μειωθεί σε 72 ώρες (Guardian, 7 Σεπτέμβρη), δηλαδή σε τρεις μέρες. Ακόμη και αν καταφέρει να εξασφαλίσει αυτό το νούμερο, αν και μάλλον πρόκειται για άλλη μια δημαγωγική εξαγγελία στις κατά συρροή εξαγγελίες που ποτέ δεν πραγματοποιούνται, οι νεότερες έρευνες δείχνουν ότι η μετάδοση πραγματοποιείται σε μεγάλο βαθμό πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων, δηλαδή τις πρώτες τρεις μέρες για τη μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών. Επομένως, τα γηροκομεία θα παραμένουν εντελώς ανοχύρωτα.
Για άλλη μια φορά διαφαίνεται ότι οι απόκληροι της εργασίας θα πληρώσουν με τη ζωή τους τη ταξική διαχείριση της πανδημίας. Ο Μπόρις Τζόνσον θα έπρεπε να είναι ήδη υπόλογος για τους δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, στριμωγμένος στο καναβάτσο της πολιτικής αντιπαράθεσης. Κι όμως, κάτι τέτοιο δε συμβαίνει. Οι κυβερνήσεις των καπιταλιστικά αναπτυγμένων χωρών δεν έχουν καμία στοιχειώδη κοινωνική αντιπολίτευση στη διαχείριση της πανδημίας και μπορούν για άλλη μια φορά να ολιγωρούν και να κινούνται τυχοδιωκτικά υπερασπιζόμενες τα συμφέροντα των καπιταλιστών.