δεν έχει τέλος η ύπνωση;
Η επιστροφή σε μαύρες σελίδες και μέρες έχει και τα συνεπακόλουθά της, όπως αυτή την απερίγραπτη κατρακύλα στην αμορφωσιά, την ανορθογραφία, την ανατίναξη της επικοινωνίας. Ηδη διαβάζουμε δυο και τρεις φορές ακόμη και σύντομες φράσεις για να καταλάβουμε τι λένε (αφήστε δε την ορθογραφία!…). Υποκείμενα, αντικείμενα, ρήματα, όλα κουλουβάχατα κι ατάκτως παραχωμένα σε μια (αν)ακολουθία. Πίκρα…
το ένα μάτσο και μπρουτάλ, τ' άλλο σε τύπο φλώρου
που τριγυρνάν' τα δυο μαζί για να τα βλέπουν όλοι
να σφάζονται οι έμορφες και να βογκάνε οι άντρες.
Οπως δείχνουν τα πράγματα και όπως περιγράφει η πένα της λαϊκής μούσας, δεν πρόκειται να ξεμπερδέψουμε εύκολα ούτε με τον κορονοϊό ούτε με τους απίθανους και πιθανούς τύπους που τον πλαισιώνουν.
πέστε και τραγουδήσετε πώς πιάνεται το κρούσμα.
Από τη μύτη πιάνεται ή και από το στόμα
πιάνεται από τον τουρισμό κι απ' την αδιαφορία.
Κι αν κάθονταν και τα 'ξυναν ούλοι οι καπεταναίοι
έτρεχε ο μαχαλόμαγκας ο Νίκος ο ντερβίσης
οπού 'ταν νευρικός πολύ και γούσταρε μανούρα
γι' αυτό και κλωθογύριζε στου κάστρου τις επάλξεις
πότε με μάσκα στο ζερβό και στο δεξί μετρήσεις
μα πάντα με εκείνο το γελοίο του γιλέκο.
Υψωνε ο Νίκος τη φωνή και τρέμανε οι κάμποι
αντιλαλούσαν τα βουνά και άκουγε το ασκέρι.
«Ενοχος ένοχο ου ποιεί» λέει ένα νομικό θέσφατο, αλλά στην περίπτωση της Ξάνθης δεν φαίνεται να ισχύει τίποτε άλλο πέρα από την ατομική ευθύνη, η χαλαρότητα της οποίας φέρνει το νέο μάντρωμα.
αρκούν να μπαρουτιάσουνε τους δυο καπεταναίους
να σηκωθούν χαράματα και με το super puma
να πάνε να μαντρώσουνε χιλιάδες ξανθιωτάκια.
«Εμείς δεν γονατίσαμε σκυφτοί / τα πόδια να φιλήσουμε του δυνατού / σαν τα σκουλήκια που πατεί τους. / Μα για ν’ αντισταθεί με το σπαθί / βρέθηκε σαν πολύ στοχαστική / και σαν πολύ ονειρόπλεχτη η ψυχή τους» (Κωστής Παλαμάς). Κρίμα…
τα βάζει η Γιάννα στη σειρά και τα αναβαπτίζει.
Πάντως δεν μπορεί να πει κανείς πως δεν συμβαίνουν πραγματάκια στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας. Ολο και κάτι βρίσκεται για να μην αφήσει τους ιθαγενείς να πλήξουν.
πούθ' έρχεσαι και πού τραβάς, πού έχεις τη φωλιά σου;
Δόμνα με λένε κι η φωλιά μου είναι στη Σταδίου
όπου δεν έχει κυνηγούς, δόκανα και κινδύνους.
Σε άλλες ειδήσεις, μπαίνουμε και τυπικά στο καλοκαίρι με το θερινό ηλιοστάσιο το οποίο έτρεξε να προλάβει ο άξιος τιμονιέρης της χώρας και να σαλπίσει την επανεκκίνηση του τουρισμού.
δόθηκε πρόσταγμα τρανό από τον πατερούλη
να 'ρθουνε όλοι κι όρθιο τίποτα να μη μείνει
ν' αλλάξουνε τα νούμερα, να μας ξαναμαντρώσουν
γιατί δίχως το «rooms to le» Γραικία δεν υπάρχει.
Τώρα προέχει ο τουρισμός, να έρθουνε οι ξένοι
να τους καλοταΐσουμε γκρικ σάλαντ εντ μουζάκα
να κοιμηθούνε σε resorts, σε πρώην αχυρώνες
να παίξουν με τα κύματα, να τα χρυσοπληρώσουν.
Και βέβαια, συνεχίζεται –έστω και αδικαίωτος- ο άτυπος αγώνας συγγραφής του καλύτερου κειμένου στα μέσα κυνωνικής δικτύωσης. Ο απόλυτος στόχος του 21ου αιώνα δεν είναι οι εχθροί της εργατικής τάξης αλλά το θυμικό της.
πιάστηκαν και μαλώνανε καλύτερο ποιο είναι
ώσπου εμπήκε στον καβγά τ' ωραίο καρυοφύλλι
κι έπαψε ξάφνου ο καβγάς, τέλος οι μαλακίες.
Κοκκινοσκουφίτσα