Ποιος μπορεί να υπερασπιστεί και να προάγει καλύτερα τα συμφέροντα των καπιταλιστών; Τσίπρας και Μητσοτάκης έδωσαν και φέτος τον ετήσιο διαγωνισμό τους σ' αυτό το θέμα, ενώπιον της γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ. Δεν είχαν, βέβαια, τίποτα καινούργιο να πουν, πέρα απ' αυτά που λένε καθημερινά σε δηλώσεις ή ομιλίες τους. Ούτε συγκίνησε κανέναν από τους μεγαλοκαπιταλιστές ο διαξιφισμός τους για το αν αυτή είναι η τελευταία γενική συνέλευση του ΣΕΒ υπό καθεστώς Μνημονίων (Τσίπρας) ή αν έχει ήδη υπογραφεί τέταρτο Μνημόνιο, χωρίς χρηματοδότηση (Μητσοτάκης).
Οι καπιταλιστές ξέρουν πολύ καλά πού βρίσκεται και πού βαδίζει η ελληνική καπιταλιστική οικονομία. Και ειδικά αυτοί δεν κακοπέρασαν την περίοδο των Μνημονίων. Συνεργάστηκαν άψογα με την τρόικα των ιμπεριαλιστών δανειστών και κατάφεραν μέσα σε λίγα χρόνια να υλοποιηθούν αιτήματά τους που τα προέβαλαν εδώ και δεκαετίες. Το καθεστώς εργασιακού μεσαίωνα που διαμορφώθηκε, αυτό που εμείς ονομάζουμε κινεζοποίηση του ελληνικού λαού, προς όφελός τους είναι και όχι προς ζημιά τους.
Γι' αυτό και ο Φέσσας, που τον ξαναδιόρισαν πρόεδρο του ΣΕΒ, λόγω των δικαστικών εκκρεμοτήτων του Μυτιληναίου, κάλεσε τις πολιτικές δυνάμεις σε «εθνική ενότητα» και συνέστησε «συνολική αλλαγή νοοτροπίας για να αποτραπεί ένας νέος κίνδυνος αστάθειας ενόψει και των επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων».
Φυσικά δεν υπήρχε περίπτωση -ειδικά ο Τσίπρας, που ακόμα παριστάνει τον αριστερό και τον κοινωνικά ευαίσθητο- να βγει και να κάνει νεοφιλελεύθερης χροιάς δηλώσεις. Φρόντισε, όμως, να στείλει με έμμεσο τρόπο καθησυχαστικά μηνύματα προς τους καπιταλιστές, με αναφορές όπως: «Θα ήταν λάθος και ανοησία να θεωρήσουμε ότι με το ημερολογιακό τέλος του προγράμματος, θα μας περίμεναν όλοι να μας δανείσουν με επιτόκια αντίστοιχα με της Γερμανίας για παράδειγμα. Σε αντίθεση με την είσοδό μας στα μνημόνια, η έξοδός μας από αυτά δεν θα τα αλλάξει όλα στη ζωή μας απότομα και θεαματικά, αλλά οι αλλαγές θα έρχονται βήμα το βήμα και θα είναι προς το καλύτερο και για την οικονομία και για την ελληνική κοινωνία. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να γίνει αλλιώς; Οταν βγάζεις έναν ασθενή από την εντατική, ακόμη κι αν είναι αθλητής, δεν τον βάζεις να τρέξει κατοστάρι. Πρέπει να δώσουμε χρόνο».
Ακόμα και στο ζήτημα των περιβόητων μέτρων για το χρέος, ο Τσίπρας υπήρξε συγκρατημένος, γνωρίζοντας ότι μιλάει σε καπιταλιστές και όχι στην κεντρική επιτροπή ή την κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, όπου επιλέγει το φραστικό ντοπάρισμα. Είπε ότι «διεκδικούμε μια λύση βιώσιμη στο χρόνο που δε θα αφήνει περιθώρια αμφιβολίας ως προς την προοπτική της οικονομίας μας και θα υποστηρίζει την αναπτυξιακή της δυναμική». Το ρήμα διεκδικούμε σημαίνει ότι τίποτα δεν έχει ακόμη αποφασιστεί, ενώ η σκόπιμη ασάφεια αφήνει ανοιχτό το έδαφος για την αποδοχή κάθε λύσης που θα προσφέρουν οι ιμπεριαλιστές δανειστές, κυρίως οι Γερμανοί που «μοιράζουν την τράπουλα». Το μήνυμα προς τους καπιταλιστές ήταν ότι αυτός (ο Τσίπρας) δε θα βάλει τη χώρα σε «περιπέτειες», πραγματοποιώντας ρήξη επειδή δε θα του αρέσει η λύση για το χρέος. Οι καπιταλιστές, βέβαια, πάντοτε διατηρούν αμφιβολίες (ειδικά όταν έχουν μπροστά τους αριβίστες και αδίστακτους ψεύτες σαν τον Τσίπρα), όμως δεν μπορούσαν να πουν τίποτα, καθώς τους είπε αυτό που ήθελαν ν' ακούσουν.
Ο Μητσοτάκης, από την άλλη, μολονότι ανήκει σ' ένα παλιό πολιτικό τζάκι και αρχηγεύει σ' ένα κόμμα που διατηρεί παραδοσιακούς δεσμούς με τη μεγάλη κεφαλαιοκρατία, δεν τους έχει πείσει να βγουν ανοιχτά να τον στηρίξουν, ασκώντας πίεση στην κυβέρνηση. Βλέπετε, οι καπιταλιστές είναι πραγματιστές. Βλέπουν ότι ο Τσίπρας τους κάνει όλα τα χατίρια, βλέπουν ότι τον στηρίζουν όλες οι ιμπεριαλιστικές πρωτεύουσες, οπότε δεν έχουν κανένα λόγο να ξιφουλκήσουν εναντίον του, μόνο και μόνο επειδή ο Κούλης βιάζεται να γίνει πρωθυπουργός.
Ετσι, η ομιλία του ήταν άχρωμη, σχεδόν απολογητική και θύμιζε έντονα τις ομιλίες που βγάζει στις περιοδείες του. Οταν λες στους καπιταλιστές ότι η Ελλάδα θα μπει σ' ένα καθεστώς αυστηρής μεταμνημονιακής εποπτείας, δεν τους λες κάτι που δε θέλουν (το αντίθετο ισχύει). Κι όταν τους λες ότι πρέπει να ξεχάσουν τις πελατειακές σχέσεις με την εξουσία, αντιλαμβάνονται ότι δε μιλάς σ' αυτούς αλλά στο «πόπολο».