Δύο χιλιάδες δεκαοχτώ
παρόν και μέλλον: σκότος πηχτό
Για την τρέχουσα εβδομάδα οφείλουμε να ενημερώσουμε ότι στις 6 Μαΐου του 1954 γεννιόταν η Ντόρα Μπακογιάννη και δύο χρόνια αργότερα, την ίδια μέρα, ο Λάκης Λαζόπουλος.
Εντάξει, μπορεί να μην έχουμε τη μόρφωση της Αυλωνίτου, αλλά πέντε πράγματα τα ξέρουμε.
«Η τεχνολογία, παραγωγικός μηχανισμός του καταναλωτισμού, οπλίζει το χέρι του αφέντη, όχι του δούλου. Το δούλο τον φορτώνει αδιάκοπα με καινούργια εφόδια ώστε να γένεται όλο και βαρύτερος, πιο δυσκίνητος, ασήκωτος, δηλαδή όλο και πιο ακίνδυνος για τον αφέντη. Οι καλοθρεμμένοι υπήκοοι της Κίρκης ποτέ δεν θα της αμφισβητήσουν της εξουσία της, γιατί δεν τους “συμφέρει“. Δεν θα γίνουν ποτέ ελεύθεροι. Ευτυχία τους λένε τη σκλαβιά τους…» (Αγγελος Τερζάκης).
Μετά την υποναυαρχοποίηση της Μπουμπουλίνας από τον Πάνο Καμμένο 193 χρόνια μετά τον θάνατό της, ανοίγει ο δρόμος για παλαιότερους και νεότερους που παρέμεναν εγκλωβισμένοι στην επετηρίδα. Πρώτοι τη τάξει ο Μπλεκ και ο κάπτεν Μαρκ που θα τους απονεμηθεί ο βαθμός του υποστράτηγου και ακολουθούν οι Ψωροκώσταινα, Καθιστός Ταύρος, Χάιντι, Κουμπλάι Χαν και η Πέππα το γουρουνάκι. Τέλος, ανώτατο βαθμό θα λάβει και η Εντιθ (Εδίθ) για να τη μάθει επιτέλους ο κόσμος και να πάψει να τη λέει «η γυναίκα του Λωτ».
«Η ταξική κοινωνία μας που ήταν ουσιαστικά μη κατοικήσιμη, τώρα έχει γίνει οφθαλμοφανώς μη κατοικήσιμη. Οποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό, πρέπει να παραιτηθεί από το να καταλάβει κι όλα τα υπόλοιπα» (Gianfranco Sanguinetti – “Del terrorismo e dello stato”).
Μετά τις δηλώσεις της ωραίας και μορφωμένης Ελένης, πολλοί αναθεώρησαν τις απόψεις τους. Πολλαπλασιάστηκαν οι ρεβιζιονιστές, οι φαλλοκράτες έσκυψαν ντροπιασμένοι το κεφάλι, ενώ κάποιοι έσπευσαν ακόμη και να υποβάλουν ενυπόγραφες δηλώσεις μετάνοιας μετ' ανίας και αποκήρυξης από κει ρήξης των βδελυρών θέσεων (θες ΕΟΝ;) και σκέψεών τους. Την ίδια ώρα, η λαϊκή μούσα εγκατέλειπε τον έμμετρο λόγο και κατέγραφε για την ιστορία: «Για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη. Επρεπε να περάσουν δεκάδες αιώνες για να εμφανιστεί η δεύτερη ωραία Ελένη της ιστορίας (Elena Kountoura not included). Η πολύφερνη νύφη, αυτό το θείο πλάσμα (ποια οθόνη ρε;) που έχει όλα όσα θα μπορούσε να ονειρευτεί ένας κοινός κυνός θνητός, καθώς υψώνει τα χέρια ικέτης προς τους θεούς, καθώς η ματιά του τρυπάει το φωτοχημικό νέφος και αντικρίζει τους αιθέρες. Η Ελένη, η ωραία Ελένη, η δραστήρια Ελένη που έχει λόγο, για να υπογράφει με χέρια και με πόδια, που προσκυνάει ευλαβικά τους ελέω θεού αυτοκράτορες και τολμά να υψώνει τη φωνή της στην πλέμπα από την οποία (θεωρεί πως) διέφυγε. Η Ελένη που μας μάγεψε και μας έκανε ποιητές, κεραυνοβολημένους, ερωτοχτυπημένους. Ω Ελένη / μορφωμένη / διαμορφωμένη / εκλεπτυσμένη / φωτισμένη / προικισμένη / εξελιγμένη».
Το ότι πηγαίνουμε προς τα πίσω επιστρέφοντας στην προϊστορία και την εποχή των σπηλαίων, είναι οφθαλμοφανές. Από τον κανόνα δεν θα μπορούσε να ξεφύγει και η τοπική εαυτοδιοίκηση. Ετσι, εν αρχή ην ο Καποδίστριας, ακολούθησε ο Καλλικράτης (5ος π.Χ. αιώνας) και τώρα έρχεται ο Κλεισθένης (6ος π.Χ. αιώνας), με προοπτική να φτάσουμε στον Αδάμ ή στις αμοιβάδες.
είν' η Ραχήλ και η Ζωή που τέτοια δε λογιάζουν.
Κι οι δυο τους λημεριάζουνε κει που φωλιάζουν λύκοι
και πολεμάνε δανειστές, εχθρούς και μεταπράτες
με ντεκολτέ ή και χωρίς, λυμένο το ζωνάρι.
«Στην αλλοτριωμένη μορφή της ευχαρίστησης, τίποτα δεν συμβαίνει μέσα μου. Εχω καταναλώσει τούτο ή εκείνο, τίποτα δεν άλλαξε μέσα μου και το μόνο που έχει μείνει είναι η ανάμνηση αυτού που έκανα. Ο τουρίστας με τη φωτογραφική μηχανή είναι ένα ξεχωριστό σύμβολο μιας αλλοτριωμένης σχέσης με τον κόσμο. Η συλλογή φωτογραφιών του αποτελεί το υποκατάστατο μιας εμπειρίας που θα μπορούσε να είχε αλλά δεν την απέκτησε» (Erich Fromm).
Κοκκινοσκουφίτσα