Στις 3 το πρωί της Κυριακής 30 Μάρτη του 1952, ο βασιλικός επίτροπος, συνταγματάρχης Αθανασούλας, ανακοινώνει στους Νίκο Μπελογιάννη, Νίκο Καλούμενο, Ηλία Αργυριάδη και Δημήτρη Μπάτση ότι η αίτηση χάριτος απορρίφθηκε. Τους φορτώνουν σ' ένα αυτοκίνητο και τους μεταφέρουν στο Γουδί. Και οι τέσσερις αρνήθηκαν να τους δέσουν τα μάτια. Στις 4:12 ακούστηκαν οι ριπές του εκτελεστικού αποσπάσματος. Το έγκλημα είχε συντελεστεί, παρά τη διεθνή κινητοποίηση.
Κυριακή και πριν φέξει. Ούτε οι ναζιφασίστες κατακτητές δεν έκαναν εκτελέσεις μελλοθάνατων την Κυριακή. Ομως το μοναρχοφασιστικό καθεστώς, υπό την «κεντρώα» κυβέρνηση Ν. Πλαστήρα – Σ. Βενιζέλου, δεν είχε περιθώρια. Στις 29 του Μάρτη, μια μέρα πριν την εκτέλεση, ο Σοφοκλής Βενιζέλος κλήθηκε επειγόντως στην αμερικάνικη πρεσβεία από τον περιβόητο Πιουριφόι. Στη συνέχεια πήγε στο προγραμματισμένο υπουργικό συμβούλιο μεταφέροντας την εντολή των πατρόνων. Ο Μπελογιάννης έπρεπε να εκτελεστεί αμέσως, για να σταλεί ένα μήνυμα στην Ελλάδα και σ' όλο τον κόσμο: κουμάντο εδώ κάνουν οι Αμερικανοί που θ' αντιμετωπίσουν τους κομμουνιστές και το κίνημά τους με τη φωτιά και το μολύβι.
Φανατικός υπέρμαχος της εκτέλεσης ήταν αυτός που μετέπειτα ονομάστηκε «γέρος της δημοκρατίας». Ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο άνθρωπος που ματοκύλησε το λαό της Αθήνας στις 3 Δεκέμβρη του 1944, δεν μπορούσε να μη συμπράξει με τους Αμερικανούς και στο νέο έγκλημα.
Ο Μπελογιάννης ήταν εκείνο το μέλος του ΚΚΕ που προσφερόταν για το στόχο των Αμερικανών. Στα 37 του χρόνια είχε μια πυκνή επαναστατική διαδρομή, που τον είχε αναδείξει στην καθοδήγηση του κόμματος. Μετά τη σύλληψή του, είχε αναπτυχθεί ένα τεράστιο κίνημα αλληλεγγύης, ιδιαίτερα στις ευρωπαϊκές χώρες, που αγκάλιασε διανοούμενους, καλλιτέχνες, επιστήμονες, πολιτικούς. Ο Μπελογιάννης είχε καταστεί σύμβολο και αυτό το σύμβολο η αμερικανοκρατία ήθελε να το δολοφονήσει. Οταν ακόμα και ο Ντε Γκολ είχε ζητήσει τη μη εκτέλεση ενός ήρωα της Αντίστασης, όπως ήταν ο Μπελογιάννης, οι Αμερικανοί ήθελαν να πουν σε όλους (και στον Ντε Γκολ), ότι η Ελλάδα είναι δικό τους βιλαέτι και ότι θα πνίξουν στο αίμα τους κομμουνιστές που τόλμησαν να πραγματοποιήσουν την πρώτη επανάσταση στην Ευρώπη μετά το Β' παγκόσμιο πόλεμο.
Ο Νίκος Μπελογιάννης ήταν ένα από τα πολλά στελέχη του ΚΚΕ που ατσαλώθηκαν στη φωτιά των ταξικών και επαναστατικών αγώνων. Μια γρήγορη ματιά στη σύντομη ζωή του αφήνει έκθαμβο τον άνθρωπο του σήμερα: γεννήθηκε στην Αμαλιάδα στα τέλη του 1915 και από το γυμνάσιο ακόμα έδειξε τη «ζωηράδα» του, οργανώνοντας δυο απεργίες των μαθητών. Το 1932 ξεκίνησε να σπουδάζει στη Νομική της Αθήνας. Την ίδια χρονιά έγινε μέλος της ΟΚΝΕ και το 1934, στα 19 του, μέλος του ΚΚΕ. Το 1935 εκλέχτηκε γραμματέας της κομματικής οργάνωσης Αμαλιάδας κι αρχίζει να οργανώνει διαμαρτυρίες των σταφιδοπαραγωγών και απεργίες. Το Μάρτη του 1936 συνελήφθη και χωρίς δίκη εξορίστηκε στην Ιο. Το Μάη καταδικάστηκε ερήμην σε δυο χρόνια φυλακή, ενώ αποβλήθηκε από τη Νομική. Τον Ιούνη έκανε έφεση και επέστρεψε στην Αμαλιάδα, για να περάσει στη συνέχεια σε κομματική δουλειά στην Πάτρα. Στα τέλη του 1936 συνελήφθη όντας φαντάρος και βασανίστηκε, χωρίς να καταφέρουν να του πάρουν λέξη για την παράνομη επαναστατική δουλειά στο στρατό. Καταδικάστηκε εκ νέου σε φυλακή και εξορία. Το 1937 ξαναγύρισε στην Πάτρα, αναλαμβάνοντας γραμματέας της περιφερειακής οργάνωσης του κόμματος.
Το Μάη του 1938 νέα σύλληψη και νέα καταδίκη σε 5 χρόνια φυλακή και 2 χρόνια εξορία. Στο κολαστήριο της Αίγινας βασανίζεται φρικτά. Από εκεί μετάγεται στην Ακροναυπλία. Οι μοναρχοφασίστες παραδίδουν τους κρατούμενους στους κατακτητές. Ο Μπελογιάννης μεταφέρεται σε ιταλικό στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Αιτωλοακαρνανία. Αρρωστος μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου κατάφερε να δραπετεύσει και να περάσει στον ΕΛΑΣ Πελοποννήσου ως καπετάνιος. Μετά την απελευθέρωση έγινε υπεύθυνος διαφώτισης του κόμματος στην Πελοπόννησο. Στον ΔΣΕ ορίστηκε πολιτικός επίτροπος της 10ης Μεραρχίας. Τον Αύγουστο του 1948 τραυματίζεται στο Γράμμο, αλλά παραμένει στη θέση του. Οταν ο ΔΣΕ υποχώρησε, του ανατέθηκε να μείνει πίσω και να οργανώσει επιθέσεις αντιπερισπασμού, ώστε να καταφέρουν να διαφύγουν εγκλωβισμένα τμήματα του ΔΣΕ από τη Μακεδονία. Θα φύγει με το τελευταίο απόσπασμα, αφού σιγουρευτεί ότι πέρασαν όλοι.
Στην προσφυγιά εκλέγεται μέλος της ΚΕ του κόμματος. Τον Ιούνη του 1950 στέλνεται στην Ελλάδα με αποστολή να οργανώσει νέο παράνομο μηχανισμό, γιατί ο παλιός είχε διαβρωθεί. Δεν τα καταφέρνει. Το Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς συλλαμβάνεται. Δικάζεται δυο φορές σε έκτακτα στρατοδικεία. Καταδικάζεται και τις δυο φορές σε θάνατο και εκτελείται.
Από τις «απολογίες» του στα στρατοδικεία επιλέγουμε ένα μικρό απόσπασμα, χαρακτηριστικό του πολιτικού και ηθικού αναστήματος των κομμουνιστών της πάστας του Μπελογιάννη:
«Είμαι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και ακριβώς για την ιδιότητά μου αυτή δικάζομαι, γιατί το κόμμα μου παλεύει και χαράζει το δρόμο της Ειρήνης, της Ανεξαρτησίας και της Ελευθερίας. Στο πρόσωπό μου δικάζεται η πολιτική του ΚΚΕ… Εάν έκανα δήλωση αποκήρυξης θα αθωωνόμουνα κατά πάσα πιθανότητα μετά μεγάλων τιμών… Αλλά η ζωή μου συνδέεται με την ιστορία του ΚΚΕ και τη δράση του… Δεκάδες φορές μπήκε μπροστά μου το δίλημμα: Να ζω προδίδοντας τις πεποιθήσεις μου, την ιδεολογία μου, είτε να πεθάνω, παραμένοντας πιστός σ' αυτές. Πάντοτε προτίμησα το δεύτερο δρόμο και σήμερα τον ξαναδιαλέγω… Τα δικαστήριά σας είναι δικαστήρια σκοπιμότητας. Γι' αυτό δε ζητώ την επιείκειά σας. Αντικρίζω την καταδικαστική σας απόφαση με περηφάνια και ηρεμία. Με το κεφάλι ψηλά θα σταθώ μπροστά στο εκτελεστικό σας απόσπασμα. Αλλά είμαι σίγουρος πως θα 'ρθει η μέρα, που οι ίδιοι δικαστές που τώρα με δικάζουν, θα ζητήσουν χάρη απ' τον ελληνικό λαό. Δεν έχω άλλο τίποτε να πω».
Γράφαμε πέρυσι, απ' αφορμή τα εγκαίνια του «μουσείου Μπελογιάννη», στα οποία παρευρέθηκαν δίπλα-δίπλα Τσίπρας και Κουτσούμπας: Σταμάτησε άραγε η ταξική πάλη, ώστε ο Νίκος Μπελογιάννης, ένας επαναστάτης κομμουνιστής, να τοποθετηθεί σ' ένα μουσείο της αστικής τάξης ως εθνικός ήρωας; Η απάντηση είναι αυτονόητα αρνητική. Ο,τι και να κάνουν, ο Μπελο-γιάννης, οι Μπελογιάννηδες δε χωράνε στα μουσεία της αστικής τάξης. Το λένε οι στίχοι του Δημήτρη Ραβάνη-Ρεντή, που μελοποίησε ο Λάκης Χατζής: «Ζει σ’ όλους τους καιρούς, σ’ όλους τους τόπους / το κάθε σπίτι, σπίτι του δικό. / Ζει ο Μπελογιάννης, ζει με τους ανθρώπους / που χτίζουν έναν κόσμο σοσιαλιστικό. / Ο Μπελογιάννης ζει μες στην καρδιά μας, / ο Μπελογιάννης ζει πα στις κορφές / ο Μπελογιάννης ζει κι είναι κοντά μας / στων τραγουδιών τις λεύτερες στροφές».
Οταν η εργατική τάξη και ο λαός της Ελλάδας, ακολουθώντας το δρόμο των επαναστατών του ΔΣΕ, θα είναι σε θέση να χτίσει μια Ελλάδα του σοσιαλισμού, θα φτιάξει και το μουσείο του Μπελογιάννη. «Το μεγάλο μνημείο των ηρώων της επανάστασης», όπως έγραφε ο Ρίτσος κλεισμένος στα σύρματα της Μακρόνησος. Μέχρι τότε, ο Μπελογιάννης θα ζει στων τραγουδιών τις λέφτερες στροφές. Και θα συμβολίζει πάρα πολλά, χρήσιμα όχι μόνο ως ανάμνηση μιας επαναστατικής εποχής αλλά ως σχολείο για κάθε νέο επαναστάτη.