«Η Τουρκία πήρε με αίμα των μαρτύρων την Κύπρο και θα την επιστρέψει μονάχα με αίμα. Πώς πήραμε πίσω την Κύπρο; Με τα αίματα των μαρτύρων. Αν στις χώρες της ΕΕ, στην Αγγλία ή στην Γερμανία υπάρχουν κάποιοι που επιθυμούν την επιστροφή της Κύπρου, θα πρέπει να πληρώσουν το αντίτιμο. Αν υπάρχουν κάποιοι που νομίζουν ότι είναι δυνατόν να αφαιρεθεί από την χώρα του Τούρκου η Κύπρος που πήραμε με τα αίματα των μαρτύρων, και είναι έτοιμοι να πληρώσουν το ίδιο αντίτιμο, η Κύπρος στέκεται εκεί, ορίστε!».
Αφρούς από το πάθος έβγαζε ο σύμβουλος του Ερντογάν για το Κυπριακό, Γιγίτ Μπουλούτ, που συμμετείχε σε εκπομπή του καναλιού TRT HABER, τη μέρα που στο Μον Πελεράν της Ελβετίας άρχισε ο τριήμερος γύρος διαπραγματεύσεων της «τεχνικής ομάδας», στην οποία η πενταμερής διάσκεψη της Γενεύης ανέθεσε να καταλήξει σε προτάσεις πάνω στο ακανθώδες ζήτημα «ασφάλεια-εγγυήσεις». Μια μέρα πριν, ο παρουσιαζόμενος σαν μετριοπαθής τουρκοκύπριος ηγέτης, Μουσταφά Ακιντζί, έλεγε τα ίδια πράγματα με τυπική διπλωματική γλώσσα: δεν μπορεί να υπάρξει λύση χωρίς τουρκική εγγυοδοσία για την τουρκοκυπριακή κοινότητα, όπως επίσης δεν μπορεί να υπάρξει λύση χωρίς τη θεσμοθέτηση εκ περιτροπής προεδρίας.
Θα μπορούσε να αποδώσει κανείς τις δηλώσεις του Μπουλούτ και του Ακιντζί σε ανάγκες «εσωτερικής κατανάλωσης». Οταν αυτές οι ανάγκες, όμως, εκδηλώνονται στο πλαίσιο μιας κρίσιμης εκλογικής περιόδου, τότε οφείλει να τις πάρει κανείς στα σοβαρά. Ο Ερντογάν έχει βάλει μπροστά τις διαδικασίες τροποποίησης του τουρκικού συντάγματος, που αλλάζουν ριζικά το πολιτειακό στάτους που είχε εγκαθιδρύσει ο Μουσταφά Κεμάλ (Ατατούρκ) το 1923. Ηδη, την προηγούμενη Κυριακή, σε συνεργασία με το εθνικιστικό ΜΗΡ, το ΑΚΡ κατάφερε να υπερψηφιστεί σε πρώτη ανάγνωση η τροποποίηση 18 άρθρων του Συντάγματος, που «θα επιστρέψει στο Παλάτι τις εξουσίες που αφαιρέθηκαν από τον οθωμανό σουλτάνο», όπως καταγγέλλει το κεμαλικό CHΡ.
Το πολίτευμα γίνεται προεδρική δικτατορία. Ο πρόεδρος θα διορίζει και θα παύει τους υπουργούς (πρωθυπουργός δε θα υπάρχει), θα επιλέγει τα 12 από τα 15 μέλη του Συνταγματικού Δικαστηρίου, θα μπορεί να παρακάμπτει τη Βουλή και να κυβερνά με προεδρικά διατάγματα, θα μπορεί να διαλύει τη Βουλή και να προκηρύσσει εκλογές, ενώ θα μπορεί να παραμένει αρχηγός του κόμματός του ακόμα και μετά την εκλογή του στην προεδρία της Δημοκρατίας.
Μόλις ολοκληρωθεί η κοινοβουλευτική διαδικασία (μπουνιές έπαιξαν πάλι την Κυριακή οι βουλευτές), το καινούργιο Σύνταγμα, το κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του Ερντογάν, θα τεθεί σε δημοψήφισμα, που τοποθετείται περί τον Απρίλη με Μάη. Αναρωτιόμαστε, λοιπόν, τι θα ήταν αυτό που θα έκανε τον Ερντογάν να υπογράψει μια συμφωνία για το Κυπριακό, που δε θα προβλέπει «εγγυήσεις» με τη μορφή της παρουσίας τουρκικών στρατευμάτων στο νησί. Αντιλαμβανόμαστε ότι μπορεί να διαπραγματευθεί το μέγεθος της στρατιωτικής παρουσίας, όχι όμως αυτή καθαυτή την παρουσία. Γιατί σε μια τέτοια περίπτωση, το μεν κεμαλικό CHΡ θα τον κατηγορούσε για προδοσία, το δε εθνικιστικό MHP θα δυσκολευόταν να συνεχίσει τη συμμαχία με το ΑΚΡ επί της συνταγματικής μεταρρύθμισης. Και τότε, ο Ερντογάν μπορεί να έχανε και το δημοψήφισμα.
Σ' αυτό το πολιτικό φόντο, δηλώσεις σαν αυτές του Μπουλούτ δεν επιτρέπεται να θεωρούνται «για εσωτερική κατανάλωση» και δηλώσεις σαν αυτές του Ακιντζί δεν μπορούν να θεωρηθούν «διαπραγματευτική μπλόφα». Μάλλον εκφράζουν τις «κόκκινες γραμμές» του τουρκικού καθεστώτος, από τις οποίες δεν έχει ανάγκη να υποχωρήσει και μάλλον οι ιμπεριαλιστές δεν του ζητούν να υποχωρήσει. Για-τί το τουρκικό καθεστώς έχει ως σύμμαχό του την κατάσταση που ισχύει de facto εδώ και 42 χρόνια. Κατάσταση που το ίδιο διαμόρφωσε με πολεμικά μέσα και την οποία οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις έχουν κάθε λόγο να σεβαστούν, δεδομένου και του σημαντικού γεωστρατηγικού ρόλου της Τουρκίας στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.
Το ερώτημα είναι αν η ελληνοκυπριακή-ελληνική πλευρά είναι διατεθειμένη να αναγνωρίσει τις «νόμιμες αξιώσεις» της Τουρκίας, πασπαλισμένες με κάποια χρυσόσκονη και με αντάλλαγμα μια συμφωνία επιστροφής κάποιου ποσοστού από τα υπό κατοχήν εδάφη, που θα επιτρέψει την επιστροφή μερικών δεκάδων χιλιάδων ελληνοκύπριων προσφύγων στις εστίες τους. Το ερώτημα είναι «μέχρι πού μπορεί να φτάσει η κατρακύλα του Αναστασιάδη και του Τσίπρα;».
Αν κρίνουμε από το «χώσιμο» που έγινε στον Κοτζιά, ο οποίος υποδείχτηκε περίπου ως υπεύθυνος για τη μη ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων στην πολυμερή της Γενεύης, μάλλον ο Αναστασιάδης είναι έτοιμος να κάνει το «βήμα παραπάνω». Δεν ξέρουμε αν ισχύει το ίδιο για τον Τσίπρα. Το βέβαιο είναι πως οι κατηγορίες περί «εθνικιστικής εμμονής» του Κοτζιά προήλθαν από μεγαλόσχημους του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ. Και δεν ήταν δυνατό να μη «μαζευτούν». Διαφορετικά, ο Κοτζιάς θα έπρεπε να σπρωχτεί προς την έξοδο και τότε θα άνοιγε το στόμα του και θα τους έπαιρνε όλους η μπάλα. Ο ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ ψάχνουν κάποιον αποδιοπομπαίο τράγο για να του φορτώσουν την ευθύνη και ο Κοτζιάς έχει αυτό το προφίλ. Με το διαφαινόμενο ναυάγιο, το οποίο θα φορτώσουν (και) στον Κοτζιά, ευελπιστούν ότι θα δημιουργήσουν ένα κλίμα «εθνικής απελπισίας» στην Κύπρο, ώστε σε επόμενη φάση να μπορέσουν να περάσουν την ανοιχτά διχοτομική λύση, με τη συνομοσπονδία των δύο «συνιστώντων κρατών», με την εκ περιτροπής προεδρία και με την παραμονή τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων.
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν υπάρχουν επίσημες ανακοινώσεις από το Μον Πελεράν. Υπάρχουν μόνο πληροφορίες, ότι και η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή πλευρά θεωρούν εκ των ων ουκ άνευ το ζήτημα της παραμονής τουρκικών στρατευμάτων στα εδάφη της τουρκοκυπριακής κοινότητας, αποδεχόμενες την παρουσία και αντίστοιχων ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στα εδάφη της ελληνοκυπριακής κοινότητας. Την ελληνική πρόταση για έλεγχο των εγγυήσεων από το Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ την απέρριψαν με συνοπτικές διαδικασίες ΗΠΑ και Βρετανία, που δε θέλουν να δώσουν λόγο στη Ρωσία και την Κίνα. Είναι προφανές ότι οι δύο ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που εμπλέκονται στις συνομιλίες (η Βρετανία επίσημα, ως παλιά εγγυήτρια δύναμη, και οι ΗΠΑ ανεπίσημα, ελέγχοντας μάλιστα το γενικό γραμματέα του ΟΗΕ) θα ήθελαν κάποιο «σουλούπωμα» της τουρκικής πρότασης, έτσι που να μπορέσουν Αναστασιάδης και Τσίπρας να την «πουλήσουν» σε Κύπρο και Ελλάδα. Οι επόμενες μέρες θα δείξουν αν μπορεί να υπάρξει ένα «σουλουπωμένο» τερατούργημα.