Μέχρι τον προσεχή Μάρτη θα έχουμε ενεργοποιήσει το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, δήλωσε σε συνέντευξή της στο BBC η Τερίζα Μέι, που διαδέχτηκε τον Ντέιβιντ Κάμερον στην ηγεσία των Συντηρητικών και στην πρωθυπουργία. Και μετά από την ενεργοποίηση του άρθρου 50, θα υπάρξει ένας «μεγάλος νόμος κατάργησης» της ευρωπαϊκής νομοθεσίας που έχει ενσωματωθεί στο βρετανικό δίκαιο.
Ως εδώ καλά. Η Μέι εμφανίζεται ενώπιον της εκλογικής πελατείας των Συντηρητικών, που ήταν αυτή που κατεξοχήν στήριξε το Βrexit, συνεπής σ’ αυτό που διακήρυξε όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία: «Brexit σημαίνει Brexit». Τι θα γίνει, όμως, με τους σημαντικότερους εκπρόσωπους της βρετανικής κεφαλαιοκρατίας (αλλά και τις κεφαλές των Τόρις, μεταξύ των οποίων και η ίδια η Μέι), που στήριξαν το Bremain;
Στην ίδια συνέντευξη στο BBC η Μέι περιέγραψε τα πράγματα ειδυλλιακά: θα φύγουμε από την ΕΕ, αλλά θα διατηρήσουμε το καθεστώς της ελεύθερης αγοράς, της ελεύθερης διακίνησης εμπορευμάτων και υπηρεσιών, από τις χώρες-μέλη της ΕΕ στη Βρετανία και από τη Βρετανία στις χώρες-μέλη της ΕΕ. Δε θα διατηρήσουμε όμως την ελευθερία μετακίνησης των ανθρώπων. Δε θα επιτρέψουμε να εισέρχονται στη Βρετανία για εργασία παρά μόνο υψηλού επιπέδου εργαζόμενοι σε τομείς που τους έχει ανάγκη η βρετανική οικονομία. Και ο κοινοτικός προϋπολογισμός; Απ’ όσο είδαμε δεν έγινε κουβέντα, αλλά είναι προφανές πως μια χώρα που δεν είναι μέλος της ΕΕ δεν έχει και καμιά υποχρέωση έναντι του προϋπολογισμού της. Η Θάτσερ είχε διαπραγματευθεί (και είχε κερδίσει) εξαιρέσεις, ο Κάμερον διαπραγματεύτηκε (και κέρδισε) περισσότερες εξαιρέσεις, αλλά με το Brexit όλ’ αυτά δεν έχουν καμιά σημασία.
Σαν να λέμε, η Μέι περιέγραψε μια σχέση στο πλαίσιο της οποίας η Βρετανία θα διατηρεί τα προνόμια ενός κράτους-μέλους της ΕΕ, αλλά δε θα έχει καμιά από τις υποχρεώσεις της. Και γιατί οι υπόλοιπες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της ΕΕ, ο γερμανογαλλικός άξονας σε πρώτο πλάνο, να δεχτούν μια ετεροβαρή, προνομιακή υπέρ της Βρετανίας σχέση; Γιατί υπάρχουν οικονομικοί δεσμοί (εμπορικοί, βιομηχανικοί, τραπεζιτικοί) ανάμεσα στη Βρετανία και την ηπειρωτική Ευρώπη είναι η πρόχειρη απάντηση.
Πρόχειρη είναι η απάντηση γιατί βλέπει τα πράγματα μόνο από μια πλευρά. Πράγματι, καμιά πλευρά δε θέλει να διαρραγούν οι οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στη Βρετανία και την ηπειρωτική Ευρώπη, όμως οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της ηπειρωτικής Ευρώπης δεν είναι διατεθειμένες να επιτρέψουν στον βρετανικό ιμπεριαλισμό να μετατρέψει σε προνόμιο αυτό που όλες οι κορυφές του πολιτικού της συστήματος δεν ήθελαν (το Brexit). Τα πραγματικά δεδομένα σε ένα συμπέρασμα οδηγούν: το παζάρι ανάμεσα στη Βρετανία και τον γερμανογαλλικό άξονα για τη διαμόρφωση μιας νέας συμφωνίας, με τη Βρετανία εκτός ΕΕ, θα είναι σκληρό. Δε θα είναι ένας υγιεινός περίπατος της Μέι, μπροστά στις λεοπάρ γόβες της οποίας θα γονατίσουν η Μέρκελ και ο Ολάντ.
Η Μέρκελ και ο Ολάντ; ‘Η μήπως οι διάδοχοί τους; Αν η Μέι ενεργοποιήσει το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας το αργότερο το Μάρτη του 2017, όπως είπε στο BBC, θα βρει τη Γαλλία πάνω στην κορύφωση της προεκλογικής εκστρατείας (οι προεδρικές εκλογές είναι Απρίλη-Μάη). Και στη Γερμανία, τα κόμματα θα ετοιμάζονται για τις εκλογές του Σεπτέμβρη. Για τον Ολάντ αυτή τη στιγμή τα πράγματα δείχνουν ότι πρέπει «να γυρίσει ο κόσμος ανάποδα» για να ξανακλεγεί, ενώ για την Μέρκελ υπάρχει απλώς το 50-50. Σε κάθε περίπτωση, όμως, δεν είναι δυνατόν ο γάλλος πρόεδρος πάνω στο άναμμα της προεκλογικής περιόδου και η γερμανίδα καγκελάριος στην τελική ευθεία προς τις εκλογές να κάνουν οποιαδήποτε συζήτηση που θα υπαινίσσεται έστω ότι είναι διατεθειμένοι να δεχτούν έστω και κατ’ ελάχιστο τις βρετανικές αξιώσεις. Θα ήταν σαν να έριχναν νερό στο μύλο των λεγόμενων ευρωσκεπτικιστών δυνάμεων, του εθνικοφασιστικού κόμματος της Λεπέν στη Γαλλία, της ακροδεξιάς ΑfD στη Γερμανία.
Αν η Μέι ζητήσει το Μάρτη του 2017 την ενεργοποίηση του άρθρου 50 της συνθήκης της Λισαβόνας, υπάρχει ένα περιθώριο δύο ετών μέχρι την ολοκλήρωση της αποχώρησης. Αρα, οποιαδήποτε επί της ουσίας συζήτηση δεν πρόκειται ν’ αρχίσει πριν τις γερμανικές εκλογές του επόμενου φθινόπωρου. Κι όταν αρχίσει, θα είναι ένας σκληρός ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός για τον καθορισμό μιας νέας (;) σχέσης ανάμεσα στο βρετανικό ιμπεριαλισμό και το ευρωενωσίτικο ιμπεριαλιστικό μόρφωμα της ηπειρωτικής Ευρώπης. «Δεν έχουν κανένα σχέδιο, βρίσκονται ακόμα στη φάση της εξέτασης των φακέλων που σχετίζονται με το Brexit», έγραφε ειρωνικά η γαλλική «Μοντ» για τη βρετανική κυβέρνηση, επικαλούμενη ευρωπαίο διπλωμάτη.
Οταν στο βρετανικό δημοψήφισμα κέρδισε το Brexit , γράψαμε ότι τίποτα στην Ευρώπη δε θα είναι όπως πριν. Η εκτίμησή μας ήδη επιβεβαιώνεται. Την επόμενη διετία θα ζήσουμε τις λεπτομέρειες των κυοφορούμενων αλλαγών. Το μόνο βέβαιο είναι πως καμιά από αυτές τις αλλαγές δε θα αφορά το προλεταριάτο στην ηπειρωτική Ευρώπη και στα βρετανικά νησιά. Για το προλεταριάτο ισχύει η γνωστή αφρικανική παροιμία: «όταν στο βάλτο συγκρούονται τα βουβάλια, την πληρώνουν τα βατράχια».