«Οι δαπάνες παραμένουν υπέρμετρα εστιασμένες σε δυσβάσταχτα υψηλές συντάξεις που παρέχονται στους υπάρχοντες συνταξιούχους (…) το έλλειμα του συνταξιοδοτικού συστήματος βρίσκεται στο μη βιώσιμο επίπεδο του περίπου 10% του ΑΕΠ (σε σύγκριση με τον μέσο όρο του 2,5% στη ζώνη του ευρώ) (…) Προκειμένου να δημιουργηθεί χώρος για απαραίτητες κοινωνικές δαπάνες που θα προστατεύουν τις ευάλωτες ομάδες και θα παρέχουν απαραίτητες δημόσιες υπηρεσίες, , είναι απαραίτητη μια περαιτέρω μείωση των τρεχουσών συντάξεων, και αυτό μπορεί να γίνει με το ξεπάγωμα των σημερινών συντάξεων και με την εφαρμογή του νέου μαθηματικού τύπου για τις παροχές».
«Η μεταρρύθμιση στη φορολογία του εισοδήματος δεν έχει αντιμετωπίσει τις πολύ γενναιόδωρες φορολογικές απαλλαγές στην Ελλάδα, οι οποίες επιτρέπουν πάνω από τους μισούς μισθωτούς να εξαιρούνται από τη φορολογία του εισοδήματος (σε σύγκριση με το 8% της Ευρωζώνης). Αυτές οι εξαιρετικά γενναιόδωρες απαλλαγές για τη μεσαία τάξη δύσκολα δικαιολογούνται με επιχειρήματα κοινωνικής δικαιοσύνης γιατί δεν παρέχουν τα έσοδα που απαιτούνται για την προστασία των πλέον ευάλωτων με παροχές πρόνοιας και ανεργίας που είναι συνηθισμένες σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Στο πλαίσιο αυτό, οι Αρχές πρέπει (…) να μειώσουν τις γενναιόδωρες απαλλαγές στη φορολογία του εισοδήματος, και να εξαλείψουν τις υπόλοιπες φορολογικές απαλλαγές που ωφελούν τους πλουσίους».
«Οι μεταρρυθμίσεις του 2011 στην αγορά εργασίας, στις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τον κατώτατο μισθό ήταν σημαντικά βήματα μπροστά όπως και φαίνεται στην επακόλουθη και αξιοσημείωτη βελτίωση του εργατικού κόστους (…) Η αντίσταση στις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας είναι λοιπόν κατανοητή. Ομως, θα ήταν σφάλμα να συμπεράνουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας πρέπει να αντιστραφούν γιατί αυτό θα έθετε σε κίνδυνο τα δυνητικά οφέλη για τις επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Αντ’ αυτού, οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να συμπληρωθούν με πιο φιλόδοξες προσπάθειες για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων που είναι σε εξέλιξη για το πλήρες άνοιγμα των υπόλοιπων κλειστών επαγγελμάτων, για τη δημιουργία ανταγωνισμού, και τη διευκόλυνση παροχής αδειών για επενδύσεις και για ιδιωτικοποιήσεις, καθώς και με μέτρα για την ευθυγράμμιση των πλαισίων της Ελλάδας για τις συλλογικές απολύσεις και την συλλογική δράση με διεθνείς βέλτιστες πρακτικές».
Οπως το συνηθίζει, το ΔΝΤ δεν μασάει τα λόγια του. Αφού «νομιμοποίησε» το δικαίωμά του ΔΝΤ να παρεμβαίνει στη διαμόρφωση της ελληνικής οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, πραγματοποιώμντας επίσημες συναντήσεις με τον Τσακαλώτο στο υπουργείο Οικονομικών, με τη ΓΣΕΕ και με τις εργοδοτικές-καπιταλιστικές οργανώσεις, η Ντέλια Βελκουλέσκου έδωσε στη δημοσιότητα το προσχέδιο της έκθεσης του ΔΝΤ, το οποίο -όπως αντιλαμβάνεται κανείς από μια απλή ανάγνωσή του- δεν είναι κάποια τυπική έκθεση (όπως προσπάθησαν να μας πείσουν και ο Τσακαλώτος και ο Παναγόπουλος της ΓΣΕΕ), αλλά μια Λευκή Βίβλος με τα θέματα που θα τεθούν αμέσως, μόλις ξεκινήσει η δεύτερη αξιολόγηση του τρίτου Μνημόνιου.
Από τα σύντομα αποσπάσματα που παραθέσαμε καθίσταται σαφές ότι το ΔΝΤ εστιάζει σε τρεις τομείς. Θεωρεί ότι το ασφαλιστικό σύστημα εξακολουθεί να είναι μη βιώσιμο και προκειμένου να μπορεί να πληρώνει συντάξεις προτείνει το πετσόκομμα των συντάξεων που χορηγούνται ήδη (η «προσωπική διαφορά» είναι η δεξαμενή για κάθε πετσόκομμα). Θεωρεί ότι το βασικό πρόβλημα της δημοσιονομικής πολιτικής είναι το αφορολόγητο των μισθωτών, το οποίο με περισσό θράσος χαρακτηρίζει φοροαπαλλαγή. Και προτείνει, φυσικά, τη δραστική μείωσή του. Θεωρεί ότι καλώς έγιναν οι μεγάλες αντεργατικές ανατροπές των προηγούμενων ετών, απαιτεί αυτές να διατηρηθούν εξάπαντος, αλλά και να συμπληρωθούν με νέες ανατροπές. Λεπτομέρεια: στις «διεθνείς βέλτιστες πρακτικές» αναφέρεται και το ΔΝΤ, όχι μόνο ο Κατρούγκαλος και ο Τσίπρας!
Μπορείτε να φανταστείτε τι είναι αυτό που έρχεται. Και να καταλάβετε γιατί ο Τσακαλώτος, αντί να τοποθετηθεί πάνω στις νέες αντιλαϊκές και αντεργατικές απαιτήσεις του ΔΝΤ, επέλεξε να ξεκινήσει τη δήλωσή του για την προκαταρκτική έκθεση ως εξής: «Καλωσορίζουμε την άποψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για το χρέος»! Οσο για τα υπόλοιπα, τα ουσιαστικά, τα προσπέρασε με… κατανόηση: «Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι στο προκαταρκτικό πόρισμα καταγράφονται ξανά οι γνωστές διαφωνίες για το φορολογικό, το ασφαλιστικό και τα εργασιακά». Δεν τρέχει και τίποτα, δηλαδή. Ποιος δεν ξέρει, όμως, πως ότι έχει εισηγηθεί έως τώρα το ΔΝΤ έχει γίνει νόμος του ελληνικού κράτους από τις μνημονιακές κυβερνήσεις;