♦ Οπως είδαμε στο Διαδίκτυο, η «Θρυαλλίδα» είναι ένα από τα πολλά «λουλούδια» που άνθισαν εκεί γύρω στα 2011, όταν κατέστη σαφές ότι το Μνημόνιο ήρθε για να μείνει και οι πρώτες καταστροφικές συνέπειές του στην εργαζόμενη κοινωνία έγιναν φανερές. Μέσα στην ιδεολογική και πολιτική σύγχυση των ημερών, κάποιοι φαντασιώθηκαν ότι μπορούν να χτίσουν έναν κόσμο παράλληλο με τον καπιταλιστικό, με εμπόριο «χωρίς μεσάζοντες», με ανταλλαγή χωρίς τη μεσολάβηση χρήματος, με εργατοώρες που ανταλλάσσονται με εργατοώρες και διάφορες άλλες τέτοιες ιδεολογικοπολιτικές λόξες. Ολο αυτό το πράγμα ξεφούσκωσε σιγά-σιγά, κάποιοι όμως πρόλαβαν να το κάνουν επάγγελμα. Αλλοι, δεμένοι σαν το νύχι με το κρέας με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αγκά-λιασε όλες αυτές τις λόξες, γιατί όλες διευκόλυναν την πορεία του προς την εξουσία. Σήμερα, λοιπόν, που ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κυβέρνηση και μάλιστα σκληρή μνημονιακή κυβέρνηση, ό,τι απέμεινε από εκείνο το παρδαλό κίνημα σπεύδει να ενταχθεί στην κυβερνητική στρατηγική διαχείρισης της αστικής εξουσίας. Και είναι πραγματικά αδιάφορο αν αυτό γίνεται με το αζημίωτο ή αν γίνεται ως αποτέλεσμα ιδεολογικοπολιτικής λόξας. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο και στην πολιτική μετράει το αποτέλεσμα. «Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις (ΚΟΙΝΣΕΠ), μια διέξοδος για τους ανέργους» διαφημίζει η «Θρυαλλίδα», οργανώνοντας μια εκδήλωση καθαρά προπαγανδιστική. Σε μια τέτοια εκδήλωση προκλητικής προπαγάνδας θα έπρεπε και ο ομιλητής να είναι ταιριαστός. Επελέγη, λοιπόν, ο σύμβουλος του υπουργείου Εργασίας Ιωάννης Μπάρκας (αδελφός του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ) και ένα στέλεχος του ΟΑΕΔ. Χρειάζονται μήπως παραπέρα σχόλια;
♦ Εμείς αναρχικοί δεν είμαστε και λόγος δεν μας πέφτει, αλλά κάποιες φορές αισθανόμαστε πως η χρήση του «αλφαδιού» από τους εκπροσώπους κάθε ιδεολογικής «λόξας» προσβάλλει την ιστορία ενός ρεύματος που γεννήθηκε μέσα στον καπιταλισμό και είχε εργατική αναφορά. Δηλαδή, που όρος για τη γέννησή του ήταν η ανάπτυξη αυτού που κάποιοι αποκαλούν «βιομηχανικό πολιτισμό», αφαιρώντας του κάθε ταξικό πρόσημο. Το εργατικό κίνημα, από τότε που η εργατική τάξη άρχισε να ανιχνεύει τους όρους για να μετατραπεί σε «τάξη δι' εαυτήν», δε στράφηκε ενάντια στη βιομηχανία -και δη τη μεγάλη βιομηχανία- αλλά ενάντια στον καπιταλισμό, που είναι μια ορισμένη (και ιστορικά παροδική) κοινωνική σχέση, η οποία μετατρέπει τη βιομηχανία σε μηχανισμό σκλαβιάς και κλοπής της υπεραξίας, αλλά και καταστροφής της φύσης. Και βέβαια, διεκδίκησε όχι επιστροφή στην εποχή των σπηλαίων, αλλά κοινωνική απελευθέρωση, που δεν μπορεί να χτιστεί στα «σπήλαια», αλλά σε μια οικονομία με στόχο την ικανοποίηση των συνεχώς διευρυνόμενων αναγκών της κοινωνίας.