Αυτή την περίοδο άναψε πάλι η συζήτηση γύρω από το δίπολο ευρώ ή δραχμή. Οι οπαδοί της δραχμής πλήθυναν και πολλοί απ΄ αυτούς ισχυρίζονται ότι η έξοδος από το ευρώ και η επιστροφή στη δραχμή είναι η μοναδική διέξοδος που μπορεί να βγάλει την καπιταλιστική Ελλάδα από την βαθιά κρίση, στην οποία βρέθηκε μετά την πολύχρονη ένταξή της στην ΕΕ και στο ευρώ, ως συνέπεια της πολιτικής που ασκήθηκε και ασκείται από τον γαλλογερμανικό άξονα, που παρά τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις του κυριαρχεί και επιβάλλει τις θελήσεις του στα κράτη-μέλη της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ.
Αυτό το ρεύμα δεν είναι ενιαίο. Υπάρχουν αυτοί που βλέπουν τη διέξοδο όχι μόνο στην επιστροφή στη δραχμή, αλλά και στην έξοδο ταυτόχρονα από την ιμπεριαλιστική λυκοσυμμαχία, αλλά και αυτοί που περιορίζονται μόνο στην επιστροφή στη δραχμή στο πλαίσιο της ΕΕ. Κοινός παρανομαστής και των δύο αυτών τάσεων είναι η παραδοχή ότι η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να είναι καπιταλιστική. Υπάρχει ακόμη η αστική πολιτική δύναμη που λανσάρεται ως κομμουνιστικό κόμμα, που έχει ως στρατηγικό στόχο την έξοδο από την ΕΕ και την ταυτόχρονη κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, με κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Μπορεί το μαρξισμό-λενινισμό να τον έχουν απορρίψει και να τον πολεμούν, δεν είναι όμως τόσο αφελείς ώστε να πιστεύουν ότι θα αλλάξουν τον καπιταλισμό και θα κοινωνικοποιήσουν τα μέσα παραγωγής με εκλογικούς και κοινοβουλευτικούς περιπάτους. Αυτά τα λένε μόνο και μόνο επειδή θέλουν να κρύψουν το στρατηγικό τους στόχο που δεν είναι άλλος από έναν εκσυγχρονισμό του καπιταλιστικού συστήματος.
Τον Ιούνη του 1981, ο Κ. Καραμανλής ο πρεσβύτερος έβαλε την καπιταλιστική Ελλάδα στην ΕΕ, ενώ ο Κ. Σημίτης το Γενάρη του 2002 την έβαλε στο ευρώ. Τότε μπήκαν στο ευρώ δώδεκα χώρες, υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ήταν ο Γιάννος Παπαντωνίου και διοικητής της ΤτΕ ο Λουκάς Παπαδήμος. Ολόκληρη η αστική τάξη –όχι μόνο οι σημιτικοί- πανηγύριζε τότε για την είσοδο της Ελλάδας στο ευρώ! Τον Ιούνη του 2015, λοιπόν, συμπληρώθηκαν 34 χρόνια από την ένταξη της Ελλάδας στην ιμπεριαλιστική ΕΕ και 13,5 χρόνια από την ένταξη στο ευρώ.
Τα χρόνια αυτά, που δεν είναι λίγα, τα λεγόμενα θεσμικά όργανα της ΕΕ (Συμβούλιο Κορυφής, Συμβούλια Υπουργών, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) πήραν σημαντικές αποφάσεις που επέδρασαν καταλυτικά στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας και διαμόρφωσαν μια συγκεκριμένη κατάσταση: ξεπατώθηκαν η αγροτική οικονομία και η βιομηχανική βάση της χώρας, που μετατράπηκε σε μια χώρα παροχής τουριστικών υπηρεσιών, ενώ τόσο το γενικό εμπορικό ισοζύγιο όσο και το αγροτικό έγιναν ελλειμματικά με τα ελλείμματά τους να παίρνουν τεράστιες διαστάσεις πολύ πριν το 2010 που ο γαλλογερμανικός άξονας, με πρόσχημα την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους μας επέβαλε μια χρόνια κινεζοποίηση. Κινεζοποίηση από την οποία δεν μπορούμε να βγούμε με εκλογές και δημοψηφίσματα και με την ανάληψη της διαχείρισης της καπιταλιστικής εξουσίας από κόμματα τύπου ΣΥΡΙΖΑ. Απ’ αυτή, μιλώντας τηλεγραφικά, μπορούμε να απαλλαγούμε, αν ο ελληνικός λαός, με μπροστάρισσα την εργατική τάξη, αποκτήσει ταξική πολιτική συνείδηση, ξεπεράσει τα αστικά πολιτικά κόμματα, με όποια ταμπέλα κι αν εμφανιστούν, και αποφασίσει να πάρει τα όπλα και να αγωνιστεί για τη συντριβή του αστικού πολιτικού συστήματος και την εγκαθίδρυση της Δικτατορίας του Προλεταριάτου. Μέχρι να πραγματοποιηθεί αυτός ο στόχος, η εργατική τάξη και ο λαός πρέπει να αγωνίζονται για τη βελτίωση της θέσης τους.
Οι οπαδοί της δραχμής, όπως και οι οπαδοί της κοινωνικής αλλαγής με κοινοβουλευτικούς περιπάτους, οφείλουν να εξηγήσουν στην εργατική τάξη, στη φτωχή αγροτιά και στα εκμεταλλευόμενα μικροαστικά στρώματα των πόλεων πώς θα μπορέσουν να ξεπεράσουν την κινεζοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, έχοντας ως βάση την αποσαθρωμένη παραγωγική βάση στο βιομηχανικό και αγροτικό τομέα, τα τεράστια ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο, την έλλειψη συναλλαγματικών αποθεμάτων. Εχοντας σαν βάση ένα λαό σκληρά βασανισμένο από την αστική τάξη, συγχυσμένο ιδεολογικά και πολιτικά. Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς αυτός ο λαός θα δεχτεί να σηκώσει και άλλα βάρη προκειμένου να βγει ο καπιταλισμός από τη χρόνια αυτή κρίση; Με κραυγές και ιδεολογήματα του τύπου «δώστε μας 20 δισ. ευρώ» ή ότι υπάρχει η παραγωγική βάση της χώρας και μπορούμε, στηριζόμενοι σ’ αυτή, να δημιουργήσουμε τους όρους για να μπορέσουμε να ξεφύγουμε από την άθλια κατάσταση στην οποία μας έχει ρίξει ο γαλλογερμανικός άξονας και οι ευρωπαίοι «σύμμαχοί μας», δε βγαίνουμε απ’ αυτή.
Τα πράγματα, λοιπόν, είναι πολύ σοβαρά και καλούμαστε όλοι να ανοίξουμε μια σοβαρή συζήτηση για να διαπιστώσουμε την πραγματική κατάσταση στην οποία έχει οδηγηθεί η καπιταλιστική παραγωγική βάση της χώρας μας από το γαλλογερμανικό άξονα και τους «θεσμούς». Χωρίς να θέλουμε να βλογήσουμε τα γένια μας, πρέπει να θυμίσουμε, ότι εδώ και χρόνια αποδεικνύουμε με συνεχή αρθρογραφία από τις στήλες της «Κόντρας», ότι στα 34 χρόνια παραμονής στην καπιταλιστική ΕΕ αποσαθρώθηκε η παραγωγική βάση της χώρας μας. Παρολαυτά, θα μπούμε σ’ αυτή τη συζήτηση, γιατί τη θεωρούμε απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου το αντικαπιταλιστικό και εργατικό κίνημα (που σήμερα δε βρίσκεται στα καλύτερά του) να γειωθεί στην πραγματικότητα, να αποβάλει την παιδική αρρώστια του αυθορμητισμού και της πολιτικής ουράς στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα α’λα ΣΥΡΙΖΑ και Αριστερή Πλατφόρμα και να διαμορφώσει τους όρους για την πολιτική ανασυγκρότηση της εργατικής τάξης και το χάραγμα της επαναστατικής στρατηγικής και τακτικής, της βίαιης ανατροπής του καπιταλισμού και της εγκαθίδρυσης της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Εμείς έχουμε καταλήξει και σταθερά προβάλλουμε τη θέση, ότι το πραγματικό ερώτημα που πρέπει να μπαίνει σήμερα είναι «Κομμουνισμός ή βαρβαρότητα», ξεκινώντας από την ανάλυση που έχουμε κάνει για την κατάσταση της παραγωγικής βάσης της χώρας μας και το επίπεδο πολιτικής συνείδησης του λαού μας. Γι’ αυτό και αποκρούουμε τα ψευτοδιλήμματα που τίθενται κατά καιρούς από τις διάφορες σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι πρόσφατα και τώρα η Αριστερή Πλατφόρμα, όπως για παράδειγμα το «ναι» ή «όχι» στο πρόσφατο δημοψήφισμα. Εμείς απαντήσαμε, όπως είναι γνωστό, με αποχή από το δημοψήφισμα, γιατί θα βγει μνημόνιο ό,τι και να ψηφίσει κάποιος. Πολλοί και ιδιαίτερα αυτοί που έχουν χαράξει ως στάση ζωής τον ακολουθητισμό στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, χαρακτήρισαν τη θέση μας αυτή ως αναχωρητική και εξωπραγματική. Η τακτική του ακολουθητισμού δεν πρέπει να συνεχιστεί άλλο, γιατί έχει αποδειχτεί καταστροφική. Οδηγεί τους εργαζόμενους στο να εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε κόμματα σαν τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως έγινε στις εκλογές του περασμένου Γενάρη, και μετά στην απογοήτευση.
Γι’ αυτό και είναι επιτακτική ανάγκη να ανοίξει η συζήτηση γύρω από την πραγματική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην παραγωγική βάση της χώρας από την 34χρονη παραμονή της στην ιμπεριαλιστική ΕΕ, για να μην κάνουμε σχέδια επί χάρτου και να μην παγιδευτούμε στο νέο ψευτοδίλημμα «ευρώ ή δραχμή», που θ’ αρχίσει να προβάλλεται όλο και πιο δυνατά μετά την παταγώδη χρεοκοπία της πολιτικής της συγκυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου και την εμφάνιση στην πολιτική σκηνή της χώρας της Αριστερής Πλατφόρμας. Από την πλευρά μας θα αρχίσουμε να αναλύουμε ξανά την παραγωγική βάση της χώρας, ευελπιστώντας ότι στη συζήτηση θα μπουν και άλλοι αγωνιστές του αντικαπιταλιστικού και επαναστατικού κινήματος. Και βέβαια, η συζήτηση δεν είναι υποχρεωτικό να διεξαχθεί από τις στήλες της «Κ», έντυπης και ηλεκτρονικής.
Γεράσιμος Λιόντος