Απαντώντας σε δημοσιεύματα για αποτυχία του «προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης» και ενδεχόμενο εγκατάλειψής του από την ΕΚΤ, το μέλος του διοικητικού της συμβούλιου Μπενουά Κερέ δήλωσε την περασμένη Τρίτη πως η ΕΚΤ όχι μόνο δεν εγκαταλείπει το πρόγραμμα, αλλά τον Μάη και τον Ιούνη θα αυξήσει τις αγορές κρατικών ομολόγων, διότι τον Ιούλη και τον Αύγουστο η ρευστότητα στην αγορά περιορίζεται λόγω της περιόδου των αγορών. Οι δηλώσεις Κερέ προκάλεσαν ένα αντίστροφο ράλι στις αγορές ομολόγων. Η ζήτηση αυξήθηκε και τα επιτόκια έπεσαν. Είχε προηγηθεί μια μικρή περίοδος ξεπουλήματος ομολόγων, που οδήγησε τα επιτόκια των γερμανικών ομολόγων στα ψηλότερα επίπεδα του τελευταίου πεντάμηνου.
Πρόκειται για τυπικές εκδηλώσεις του «χορού των βρυκολάκων». Τη μια βδομάδα τα επιτόκια των δεκαετών γερμανικών ομολόγων σκαρφάλωσαν από το 0,05% στο 0,7%, επειδή κυκλοφορούσαν φήμες ότι η ΕΚΤ θα περιορίσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και οι «βρυκόλακες των αγορών» έσπευσαν να ξεφορτωθούν γερμανικά ομόλογα, με την επιπρόσθετη προσδοκία να εκμεταλλευτούν τη θρυλούμενη αύξηση των επιτοκίων από την αμερικάνικη FED. Μόλις η ΕΚΤ τους καθησύχασε ότι δε θα περιορίσει τις αγορές κρατικών ομολόγων για το τρέχον δίμηνο, έσπευσαν να «ξανατοποθετηθούν» στα κρατικά ομόλογα της Ευρωζώνης.
Ο παρασιτισμός είναι βασικό χαρακτηριστικό του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Ομάδες καπιταλιστών, κάτοχοι λιμνάζοντος, μη επενδυμένου στην παραγωγή κεφαλαίου, μοιράζονται με άυλο τρόπο (κερδοσκοπώντας στα διεθνή χρηματιστήρια και τις χρηματαγορές) ένα τεράστιο μέρος από τις υλικές αξίες που παράγονται από την παγκόσμια εργατική τάξη.
Στο φύλλο μας την 1η Φλεβάρη του 2015, σχολιάζοντας το «πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης» της ΕΚΤ, καταλήγαμε ως εξής: Δεν θέλει διδακτορικό στα οικονομικά για να καταλάβει κανείς τι επιπτώσεις θα έχει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης στην πραγματική οικονομία. Απλά καμία. Ποιοι καταναλωτές θα δανειστούν (έστω με τα χαμηλότερα επιτόκια) όταν δεν μπορούν να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα και είναι ήδη υπερχρεωμένοι; Και ποιος κεφαλαιοκράτης θα πάρει δάνεια (και πάλι με χαμηλότερα επιτόκια) για να επενδύσει σε νεκρές οικονομίες; Τέλος, με την υπόθεση ότι όλα δουλεύουν σύμφωνα με το σκεπτικό της ΕΚΤ, αν ανέβει το επίπεδο τιμών και ο πληθωρισμός, οι μικροκαταθέτες θα δουν τα χρήματά τους απλά να εξανεμίζονται. Τα χρήματα της ΕΚΤ απλά θα είναι σαν αποθεματικά στις τράπεζες και ουσιαστικά είναι άχρηστα καθώς δεν υπάρχει ζήτηση από την πραγματική οικονομία.
Το πρώτο κιόλας δίμηνο εφαρμογής της ποσοτικής χαλάρωσης η πρόβλεψη αυτή δικαιώθηκε. Οχι μόνο από τις πιρουέτες των «βρυκολάκων» στις διεθνείς αγορές συναλλάγματος και ομολόγων, αλλά και από την πορεία της οικονομίας στις βασικές καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης. Τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου του 2015 δείχνουν ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης αυξήθηκε μόνο κατά 0,4%. Στη Γερμανία, την ατμομηχανή της Ευρωζώνης, η αύξηση ήταν κάτω από το μέσο όρο (0,3%), στη Γαλλία 0,6% και στην Ιταλία 0,4%.
Οπως σωστά σημείωσε ο Μπαρουφάκης, στην ομιλία του στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ, «το ΑΕΠ της ΕΖ κινήθηκε θετικά αλλά αυτό δεν οφείλεται σε επενδύσεις ή σε βελτίωση της αγοράς εργασίας. Στην Γαλλία, που “έσυρε’’ την αύξηση του ΑΕΠ της ΕΖ, η βελτίωση οφειλόταν σχεδόν αποκλειστικά στην μείωση της τιμής του πετρελαίου. Βιομηχανική παραγωγή, επενδύσεις και απασχόληση (full time) μειώθηκαν. Συμπερασματικά, η ΕΖ δεν έχει εξέλθει πραγματικά από την ύφεση. Η μείωση δε της ισοτιμίας του ευρώ δεν απέδωσε σημαντική τόνωση της ενεργούς ζήτησης καθώς, όπως δείχνουν τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, το εμπορικό ισοζύγιο της ΕΖ παρέμεινε το ίδιο (κάμφθηκε μάλιστα λίγο) παρά την πτώση του ευρώ».
Οπως σημείωνε σε εκτενές σχόλιό της η Deutsche Welle, «η πραγματική οικονομία δεν έχει ωφεληθεί ουσιαστικά» από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. «Από τα χρήματα με τα οποία πλημμύρισε τις αγορές η ΕΚΤ, πάντως, πολύ λίγα κατέληξαν στην πραγματική οικονομία. Το μεγαλύτερο μέρος δόθηκε στην αγορά μετοχών και ομολόγων. Με τον τρόπο αυτό πυροδοτήθηκε ένα ράλι τιμών, το οποίο άσκησε πιέσεις στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων».
Το ίδιο υποστήριξε και ο Μπαρουφάκης, παραθέτοντας επίσημα στοιχεία: «Προ του 2011, οι υπερβάλλουσες αποταμιεύσεις των πλεονασματικών χωρών ανακυκλώνονταν στην Περιφέρεια (δανεισμός στα κράτη και σε real estate ως επί το πλείστον). Μετά το 2012, οι υπερβάλλουσες αποταμιεύσεις των πλεονασματικών χωρών στρέφονται εκτός ΕΖ σε αναζήτηση υψηλότερων επιτοκίων/αποδόσεων (ΗΠΑ, Βρετανία, Καναδά, Κίνα, Ιαπωνία, Βραζιλία, Μαλαισία, Σιγκαπούρη, Κορέα). Από το 2012, έφυγαν 4 τρισ. από την ΕΖ ενώ μόνο το 2014 μετανάστευσαν 500 δισ. (…) Παράλληλα, λόγω ΠΧ, επικρατεί “εγρήγορση’’ στα χρηματιστήρια και αυξητικές τάσεις σε κάποιες αγορές ακινήτων χωρίς όμως να αυξάνονται ανάλογα οι επενδύσεις στον παραγωγικό/βιομηχανικό τομέα. Γιατί δεν αυξάνονται οι επενδύσεις; Επειδή οι επιχειρήσεις (προβλέποντας στάσιμη ζήτηση στο μέλλον) προτιμούν να χρησιμοποιούν την νέα ρευστότητα για να: (α) επαναγοράζουν τις ίδιες τους τις μετοχές (για να ανεβαίνει η αξία τους και να παίρνουν οι μάνατζερς μεγαλύτερα μπόνους), (β) επενδύουν εκτός ΕΖ, (γ) εξαγορές άλλων επιχειρήσεων».
Τα παραπάνω δεν έχουν θεωρητική σημασία, για να μιλήσουμε για μια ακόμη φορά για τον παρασιτισμό ως βασικό στοιχείο του σύγχρονου καπιταλισμού. Εχουν σημασία για να κρίνουμε και την επίπτωση της περιβόητης ποσοτικής χαλάρωσης στο επίπεδο ζωής του ελληνικού λαού, όταν μπορέσει και η Ελλάδα να αξιοποιήσει αυτό το πρόγραμμα της ΕΚΤ (Ιούλη-Αύγουστο, όταν θα έχουν αποπληρωθεί τα ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ οπότε ο δανεισμός του ελληνικού κράτους από την ΕΚΤ θα πέσει κάτω από το ισχύον πλαφόν). Οταν ο Ντράγκι παρουσίασε το σχετικό πρόγραμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ (στην αντιπολίτευση τότε) τον αποθέωσε, παρουσιάζοντάς τον ως… αντιμερκελιστή και πολέμιο της λιτότητας! Ο ίδιος ο Τσίπρας παρουσίαζε το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης σαν το φάρμακο που θα βάλει την Ευρωζώνη (και τον ελληνικό καπιταλισμό) σε τροχιά ορμητικής ανάπτυξης.
Τα γεγονότα επιβεβαιώνουν με τον πιο αδιαμφισβήτητο τρόπο πως οι κινήσεις στη χρηματοπιστωτική σφαίρα δεν μπορούν να εξαλείψουν τη θεμελιώδη αντίθεση που καθορίζει τους οικονομικούς κύκλους της κρίσης. Την αντίθεση ανάμεσα στις τεράστιες δυνατότητες της κοινωνικής παραγωγής και τη στενή καταναλωτική ικανότητα των εργαζόμενων μαζών, η οποία καθορίζεται από την ανάγκη του κεφαλαίου να αυξάνει το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης. Οσο η ανεργία αυξάνεται, τα μεροκάματα καθηλώνονται (ή και πέφτουν), οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις απλώνονται με θυελλώδη ρυθμό, όσο δηλαδή η καταναλωτική ικανότητα των εργαζόμενων μαζών μειώνεται ή παραμένει καθηλωμένη, τα κεφάλαια που λιμνάζουν δε θα τοποθετούνται σε μια αβέβαιης έκβασης παραγωγή (η οποία, μάλιστα, είναι πιο αποδοτική για το κεφάλαιο στις χώρες της απόλυτης «κινεζοποίησης»), αλλά θα αναζητούν επικερδή τοποθέτηση στα ομόλογα και τα άλλα τραπεζικά «προϊόντα», σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης.
Αν και όταν το ελληνικό κράτος μπει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ (αφού προηγουμένως αρχίσει να αποπληρώνει τα ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ, που δεν «κουρεύτηκαν» με το PSI), δε θα εξασφαλίσει κεφάλαια για να τα ρίξει στην παραγωγή, αλλά κεφάλαια για να μπορεί να αποπληρώνει τα προηγούμενα δάνεια. Δεν υπάρχει περίπτωση, όταν γίνει ο τελικός λογαριασμός για το τρίτο δανειακό πακέτο (όπου να ‘ναι δηλαδή), να μη συνυπολογιστούν τα κεφάλαια που θα μπορεί να αντλήσει το ελληνικό κράτος από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης στο συνολικό πακέτο που θα απαιτηθεί για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού (για την αποπληρωμή των τοκοχρεολυσίων, δηλαδή) μέχρι το 2016 που θα κρατήσει το πρόγραμμα της ΕΚΤ.
Μ’ αυτό τον τρόπο θα συνεχιστεί ο ασφυκτικός έλεγχος των ιμπεριαλιστών δανειστών πάνω στον ελληνικό καπιταλισμό και το κράτος του και θα εξασφαλιστεί η συνέχιση και το βάθεμα της κινεζοποίησης του ελληνικού λαού. Αν ποτέ υπάρξει αξιοσημείωτη αναπτυξιακή ροπή του ελληνικού καπιταλισμού, αυτή θα γίνει με όρους κινεζοποίησης.
Πέτρος Γιώτης