Την αθώωση του πρώην αιγύπτιου προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ, των δύο γιων του, του πρώην υπουργού Εσωτερικών Χαμπίμπ Αλ-Αντλι και έξι κυβερνητικών αξιωματούχων της κρατικής Ασφάλειας από τις κατηγορίες της δολοφονίας εκατοντάδων διαδηλωτών και της διαφθοράς αποφάσισε ποινικό δικαστήριο του Καΐρου στις 29 Νοέμβρη. Ο Μουμπάρακ και ο Αλ-Αντλι, που είχαν καταδικαστεί σε πρώτο βαθμό σε ισόβια τον Ιούνιο του 2012, κατηγορούνταν με τους υπόλοιπους για το θάνατο 239 διαδηλωτών κατά τη διάρκεια της λαϊκής εξέγερσης της 25ης Γενάρη του 2011, από το συνολικό αριθμό των 900 τουλάχιστον νεκρών και των χιλιάδων τραυματιών της εξέγερσης. Ο Μουμπάρακ και οι δύο γιοι του κατηγορούνταν επιπλέον για διαφθορά που σχετιζόταν με τις εξαγωγές φυσικού αερίου στο Ισραήλ.
Υπενθυμίζουμε ότι δεν έχει επίσης καταδικαστεί κανείς από τους ασφαλίτες και τους αστυνομικούς που κατηγορήθηκαν για τη δολοφονία και τον τραυματισμό διαδηλωτών κατά τη διάρκεια της εξέγερσης, ενώ λίγες μέρες πριν από την αθωωτική απόφαση για τον Μουμπάρακ και τους υπόλοιπους της συμμορίας, καταδικάστηκαν από πλημμελειοδικείο της Αλεξάνδρειας 78 ανήλικοι σε ποινές από 2 μέχρι 5 χρόνια φυλάκισης με την κατηγορία ότι ήταν μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και συμμετείχαν σε διαδηλώσεις οι οποίες δεν είχαν άδεια από την αστυνομία, καθώς και 100 φοιτητές του πανεπιστημίου Αλ-Αζχάρ σε φυλάκιση 5 χρόνων για συμμετοχή σε διαδηλώσεις χωρίς άδεια μέσα στον πανεπιστημιακό χώρο και επιθέσεις εναντίον της αστυνομίας. Για να μη μιλήσουμε, εκτός των άλλων, για τις εκατοντάδες θανατικές ποινές που έχουν επιβληθεί σε ηγέτες και μέλη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και τις 41.000 τουλάχιστον συλλήψεις μετά την ανατροπή του Μόρσι τον Ιούλιο του 2013.
Η αθωωτική απόφαση για τον Μουμπάρακ και την παρέα του, η οποία συνιστά κατάφωρη προσβολή της μνήμης των νεκρών της εξέγερσης, έχει κυρίως συμβολική σημασία. Γιατί σηματοδοτεί τη δικαίωση και την ολική επαναφορά του καθεστώτος Μουμπάρακ, την απόλυτη κυριαρχία των συνεχιστών του, της στρατιωτικής χούντας, στην πολιτική ζωή της χώρας και επισφραγίζει την ήττα της εξέγερσης της 25ης Γενάρη.
Παρόλο που σε συνθήκες αμείλικτων διώξεων και εξόντωσης των πολιτικών αντιπάλων της χούντας η απόφαση αυτή ήταν αναμενόμενη, προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις κυρίως στους κόλπους της νεολαίας από ομάδες και συλλογικότητες που είχαν πρωτοστατήσει στην εξέγερση. Την ίδια μέρα που ανακοινώθηκε η αθωωτική απόφαση, χιλιάδες διαδηλωτές φωνάζοντας συνθήματα κατά της στρατιωτικής χούντας συγκεντρώθηκαν κοντά στην πλατεία Ταχρίρ, που είχε αποκλειστεί από ισχυρές δυνάμεις στρατού και αστυνομίας με θωρακισμένα οχήματα, οι οποίες επιτέθηκαν και διέλυσαν τους διαδηλωτές χρησιμοποιώντας ακόμη και πραγματικά πυρά, με αποτέλεσμα το θάνατο δύο και τον τραυματισμό δεκάδων διαδηλωτών. Παράλληλα ξέσπασαν και συνεχίζονται διαδηλώσεις σε πολλά πανεπιστήμια της χώρας, ενώ το Κίνημα 6 Απρίλη μαζί με άλλες πολιτικές συλλογικότητες, όπως το Κίνημα Επαναστατών Σοσιαλιστών, ο Φοιτητικός Συνασπισμός Αιγύπτου και το Επαναστατικό Μέτωπο, καλούν σε νέο κύμα διαδηλώσεων από τις 5 μέχρι τις 13 Φλεβάρη του 2015, με στόχο την επιστροφή των διαδηλωτών στην πλατεία Ταχρίρ – σύμβολο της εξέγερσης, η οποία έχει μετατραπεί σε άβατο για τους αντικυβερνητικούς διαδηλωτές από τη στρατιωτική χούντα.
Από την άλλη, στην πλειοψηφία τους τα αποκαλούμενα κοσμικά πολιτικά κόμματα, που υποστήριξαν την άνοδο στην εξουσία του στρατηγού Σίσι, ανακοίνωσαν ότι θα ξεκινήσουν μια καμπάνια με αίτημα την επανάληψη της δίκης και στόχο «να παραδώσουν στη Δικαιοσύνη μια πλήρη έκθεση για τις παραβιάσεις και τα εγκλήματα του καθεστώτος Μουμπάρακ, που έπληξε την ασφάλεια της χώρας», όπως δήλωσαν σε συνέντευξη Τύπου την 1η Δεκέμβρη. Στην ίδια συνέντευξη, μεταξύ άλλων, κάλεσαν τον Σίσι «να πάρει εκδίκηση για το αίμα των μαρτύρων, να παρέμβει για δίκαιες επαναστατικές δίκες, να αναλάβει πρωτοβουλία συμφιλίωσης με την αιγυπτιακή νεολαία και να επανεξετάσει τη χρήση βίας εναντίον φοιτητών και επαναστατών».
Στις συνθήκες αυτές, δεν είναι εύκολο να βρει πλατιά ανταπόκριση το κάλεσμα για νέο κύμα διαδηλώσεων ενάντια στη στρατιωτική χούντα. Οχι μόνο γιατί κάθε μορφή αντίδρασης και αντίστασης καταστέλλεται με τη βία, με μαζικές διώξεις και βαριές ποινές, αλλά κυρίως γιατί οι εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές που πλημμύριζαν την πλατεία Ταχρίρ και τους δρόμους του Καΐρου στη διάρκεια της λαϊκής εξέγερσης βιώνουν σήμερα την ήττα και την απογοήτευση.
Η στρατιωτική ελίτ, που αποτελεί σημαντική μερίδα της αστικής τάξης, παραμένει οικονομικά και πολιτικά παντοδύναμη. Μόνο τα πρόσωπα στη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας άλλαξαν. Από τον Μουμπάρακ η εξουσία πέρασε στο Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, έπειτα στο νικητή των προεδρικών εκλογών Μοχάμεντ Μόρσι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, με το στρατό να συνεχίζει να κινεί τα νήματα και να επιβάλλει τις επιλογές του, και τέλος, ύστερα από την ανατροπή Μόρσι, στο στρατηγό Σίσι και στη στρατιωτική χούντα, που αποδεικνύεται χειρότερη από το καθεστώς Μουμπάρακ.
Οι εκατοντάδες νεκροί της εξέγερσης δεν δικαιώθηκαν. Κανένα από τα βασικά αιτήματα της εξέγερσης για αστικοδημοκρατικές ελευθερίες δεν ικανοποιήθηκε. Ακόμη και οι πιο ριζοσπαστικές πολιτικές συλλογικότητες, που είχαν πρωτοστατήσει στη λαϊκή εξέγερση της 25ης Γενάρη, είχαν αυταπάτες για το ρόλο του στρατού και έφτασαν μέχρι το σημείο, απογοητευμένες από την πολιτική Μόρσι, να στηρίξουν με διάφορους τρόπους την προώθηση του Σίσι στην εξουσία. Σήμερα το πληρώνουν πολύ ακριβά.
Οι εξελίξεις αυτές επιβεβαιώνουν για μια ακόμη φορά ότι χωρίς μια οργανωμένη πολιτική δύναμη με ταξικά χαρακτηριστικά, που θα υπερασπίζεται τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των πλατιών λαϊκών μαζών, ακόμη και μια μεγάλη λαϊκή εξέγερση μπορεί να λειτουργήσει απλά και μόνο για την αλλαγή φρουράς στη διαχείριση της εξουσίας. Παρολαυτά, η μεγάλη λαϊκή εξέγερση στην Αίγυπτο, όπως και κάθε λαϊκή εξέγερση, έχει αφήσει παρακαταθήκες, γνώση και εμπειρία σε πρωτοπόρους ανθρώπους και επαναστάτες, αλλά και σε ευρύτερες λαϊκές μάζες για να οργανώσουν καλύτερα τους επόμενους αγώνες τους.