Ορθιοι! Οχι πια στα τέσσερα.
Τα δεκαοκτώ χρόνια της κλείνει αύριο η «Κ». Δεδομένες οι ευχές, δεδομένα και τα πολύχρονα διαπιστευτήριά της για τη συμβολή στην κινηματική ζωή και δράση, την αταλάντευτη συνέπεια, τον λόγο και τις παρεμβάσεις της.
«Το πρόβλημα με αυτούς τους ιθαγενείς είναι ότι δεν καταλαβαίνουν τι θα πει απληστία. Αν δεν γίνουν άπληστοι δεν έχουμε καμιά ελπίδα. Πάρτε από δω την αστυνομία και βάλτε μια τηλεόραση σε κάθε σπίτι. Ολα θα στρώσουν αυτόματα» (Arundhati Roy).
Αντί να τα πούμε εμείς, τα λέει το δημοσίευμα της «Deutsche Welle», ενδιαφέρον μέρος του οποίου αντιγράφουμε: «Στο έβδομο Φεστιβάλ Κινηματογραφικής Ποίησης "Ζέβρα" του Βερολίνου, η σκηνοθέτις Ελένη Γιώτη κέρδισε ένα από τα τέσσερα βραβεία με την ταινία της, βασισμένη σε ένα ποίημα του αθηναίου ποιητή Γιάσρα Χάλεντ. Το Φεστιβάλ Κινηματογραφικής Ποίησης "Ζέβρα" (Zebra Poetry Film Festival), που διεξάγεται κάθε δύο χρόνια στο Βερολίνο, δεν πάσχει από έλλειψη ενδιαφέροντος. Τουναντίον, 770 κινηματογραφιστές από 70 χώρες έστειλαν φέτος (16-19/10) τις δικές τους ταινίες μικρού μήκους. Από αυτές επιλέχτηκαν τελικά 29 για το διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ, ανάμεσα σε αυτές και η ταινία της Ελένης Γιώτη που βασίστηκε στο ομότιτλο ποίημα του αθηναίου ποιητή Γιάσρα Χάλεντ "Αιγαίο ή η κωλοτρυπίδα του θανάτου". Η ταινία της Ελένης Γιώτη διακρίθηκε με το βραβείο "Καλύτερης Ταινίας για την Ανεκτικότητα" (Best Film for Tolerance). Τα άλλα τρία βασικά βραβεία του φεστιβάλ ήταν για ταινίες σε ποιήματα του Παλαιστινίου Μαχμούντ Νταρουίς, του Αυστριακού Ερνστ Γιαντλ και του Νορβηγού Ειβιντ Ρίμπερεϊντ. Ας σημειωθεί ότι το Φεστιβάλ Ελληνικών Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας, που διοργανώθηκε πριν από ένα μήνα, είχε απορρίψει την ταινία της Ελένης Γιώτη. Δεν θέλουμε να κάνουμε εικασίες για τους λόγους που πιθανώς να οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Το γεγονός όμως ότι η ταινία της Γιώτη επιλέχτηκε από το Φεστιβάλ του Βερολίνου ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλες από δεκάδες χώρες του κόσμου και στο τέλος βραβεύτηκε, θα πρέπει να αποκλείει την εκδοχή ότι η αιτία της άρνησης του Φεστιβάλ της Δράμας αφορούσε ποιοτικά κριτήρια». Δεν χρειάζεται να σχολιάσουμε…
Για τους… υπεράνω τάξεων αρλεκίνους που ομνύουν στον Μακρυγιάννη, κοιτάζοντας την ιστορία έξω από τις δυνάμεις που γυρίζουν τον τροχό της: «Εκλαμπρότατε να με ενθυμηθείς όταν έλθει το δάνειον, ότι τας ελπίδας μου –μετά τον Θεόν– εις την Εκλαμπρότητά σου τας έχω και μη με αφήσεις περίλυπον» (Ιωάννης Μακρυγιάννης προς Γεώργιο Κουντουριώτη – αρχεία Κουντουριώτη, τόμος Ζ΄, σελ. 569). Προς επίρρωση των παραπάνω και προσφέροντας υλικό για σκέψη πάνω στις νόρμες που διαμορφώνουν την ιστορία, ιδού τι έγραφε ο κορυφαίος των… φιλελλήνων: «Οι Ελληνες είναι ίσως ο πιο διεφθαρμένος, ο πιο εκφυλισμένος λαός του κόσμου. Με την επανάστασή τους αποκάλυψαν τον πραγματικό χαρακτήρα τους. Είναι η πιο ματαιόδοξη και η πιο ανειλικρινής φυλή της γης, μια χημική ένωση από όλα τα ελαττώματα των προγόνων τους. Σε αυτά πρέπει να προσθέσεις και τα ελαττώματα των Τούρκων και των Εβραίων. Και όλα αυτά ανακατεμένα σε ένα τσουκάλι δουλείας» (λόρδος George Gordon Byron – Iris Origo: "The last attachment – Byron and Tereza Guiccioli", 1849, σελ. 363).
Στην Ξάνθη δεν βρίσκει κανείς ούτε μία οδό αφιερωμένη, όχι σε αριστερή ιστορική προσωπικότητα, μα ούτε σε κεντρώα. Πατριωτικά ονόματα (καραβανάδων του εθνικού στρατού, βασιλιάδων, πολιτικών σαλτιμπάγκων, σφαγέων και κάθε λογής φυντανιών), τοπωνύμια «ηρωικών μαχών» και μεγαλοϊδεατισμού και μια πάντερμη «πλατεία Δημοκρατίας» που ουδείς ποτέ αναφέρει ως τέτοια (αν και εύκολα φαντάζεται κανείς πώς εννοούν τη δημοκρατία οι νονοί), αλλά πάντα ως «κεντρική πλατεία»! Πλατεία Δημοκρατίας από την οποία ξεκινούν… λαμπρές οδοί όπως Θερμοπυλών, Τσαλδάρη, Ηρώων Κύπρου, 28ης Οκτωβρίου, Μιχαήλ Βόγδου και άλλες. Ο τελευταίος είναι «ηρωικώς πεσών στο όρος Γράμμος εν έτει 1949» και η προτομή του κοσμεί εκπληκτικής ακαλαισθησίας μα και προκλητικότητας φασιστομνημείο στο κέντρο της πόλης.
«Πάνω στα ματωμένα πουκάμισα των σκοτωμένων / εμείς καθόμασταν τα βράδια / και ζωγραφίζαμε σκηνές από την αυριανή ευτυχία του κόσμου. / Ετσι γεννήθηκαν οι σημαίες μας. / Κι όταν πεθάνω και δε θα ‘μαι ούτε λίγη σκόνη πια / μέσα στους δρόμους σας / τα βιβλία μου, στέρεα και απλά / θα βρίσκουν πάντοτε μια θέση πάνω στα ξύλινα τραπέζια / ανάμεσα στο ψωμί / και τα εργαλεία του λαού. / Κατά πού πέφτει, λοιπόν, ο κόσμος;» (Τάσος Λειβαδίτης).
Κοκκινοσκουφίτσα