Την ίδια στιγμή που οι Αμερικάνοι εξαπέλυαν μια μεγάλη επιχείρηση με κωδικό όνομα «Λόγχη και Ξίφος» απ’ τη Βαγδάτη μέχρι τα ιρακινοσυριακά σύνορα, με στόχο την ανακοπή ανεφοδιασμού των ανταρτών σε έμψυχο και άψυχο υλικό, δύο βόμβες ανατινάζονταν γεμίζοντας πτώματα αστυνομικών σε δύο απομακρυσμένες μεταξύ τους πόλεις του Ιράκ. Η μία στην κουρδική πόλη Αρμπίλ, σκοτώνοντας τουλάχιστον 20 αστυνομικούς, και η άλλη σε καφετέρια-στέκι αστυνομικών στην πρωτεύουσα Βαγδάτη, σκοτώνοντας πάνω από 23 μπάτσους. Παρά τις βαρύγδουπες δηλώσεις «νίκης» των Αμερικάνων αξιωματούχων και τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις τους ότι η αντίσταση «πνέει τα λοίσθια», τίποτα απ’ αυτά δε συμβαίνει τελικά.
Αυτό είναι που προκαλεί έντονο προβληματισμό ακόμα και μέσα στην αμερικάνικη κοινωνία που πληθαίνουν οι φωνές που αμφισβητούν μια μακροπρόθεσμη αμερικάνικη νίκη. Παρακάτω θα επιχειρήσουμε να παραθέσουμε μερικές απ’ τις σημαντικότερες επισημάνσεις ατόμων που κάθε άλλο παρά φιλικά στέκονται απέναντι στην ιρακινή αντίσταση. Γιατί πιστεύουμε ότι αυτές αποδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο το αδιέξοδο που έχουν πέσει οι Αμερικάνοι στο Ιράκ. Ενα αδιέξοδο που όσο εντείνεται η αντίσταση τόσο γίνεται μεγαλύτερο απειλώντας να κάνει θρύψαλα την αμερικάνικη υπεροπλία που τόσο διαφημίζεται τα τελευταία χρόνια.
♦ Μια σύντομη καταγραφή
Πριν όμως δώσουμε το λόγο στους «αμφισβητίες», θα κάνουμε μια σύντομη καταγραφή της κατάστασης, όχι με βάση τα στοιχεία των αντιστασιακών ομάδων, αλλά στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε ορισμένα δυτικά πρακτορεία. Κι αυτό όχι γιατί αμφισβητούμε αυτά που αναφέρουν οι άραβες δημοσιογράφοι και οι αντιστασιακές οργανώσεις, αλλά γιατί πιστεύουμε ότι ακόμα και με αυτά τα στοιχεία των δυτικών ΜΜΕ αρκεί για να διαπιστώσει κανείς τις τάσεις που διαμορφώνονται σ’ αυτό τον τόσο γνωστό αλλά εξίσου άγνωστο σε πολλούς πόλεμο.
Σύμφωνα με μια αμερικάνικη μη κυβερνητική οργάνωση που καταγράφει τη στατιστική των επιθέσεων και των απωλειών στο Ιράκ, οι επιθέσεις με παγιδευμένα αυτοκίνητα απ’ τις 65 που ήταν τον περασμένο Φλεβάρη εκτινάχτηκαν στις 135 τον Απρίλη, ενώ οι σημαντικότερες καθημερινές επιθέσεις ανέβηκαν απ’ τις 40 που ήταν το Φλεβάρη και το Μάρτη στις 70 τον Απρίλη και το Μάη (www.icasualties.org/oif/). Ακόμα μεγαλύτερη αύξηση είχαν οι απώλειες μέσα στον ιρακινό στρατό και την αστυνομία. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, μέσα στον πρώτο ενάμιση χρόνο απ’ την πτώση του Σαντάμ (Απρίλης 2003 – Δεκέμβρης 2004) σκοτώθηκαν 1300 Ιρακινοί στρατιώτες και μπάτσοι που συνεργάζονταν με τους κατακτητές. Μέσα στους τέσσερις μήνες του 2005 ο αριθμός αυτός αυξήθηκε κατά 722 άτομα, δηλαδή πάνω από 50%.
Οι απώλειες των κατακτητών και των συνεργατών τους γίνονται ακόμα μεγαλύτερες αν συνυπολογιστούν και τα σαμποτάζ που οργανώνει η ιρακινή αντίσταση. Σύμφωνα με 70σέλιδη έκθεση του πρώην διευθυντή της μυστικής υπηρεσίας του υπουργείου Πολέμου των ΗΠΑ, Αντονι Κόρντεσμαν, που σήμερα εργάζεται στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών της Ουάσινγκτον με τίτλο «Η ιρακινή αναπτυσσόμενη ανταρσία», που δημοσιεύτηκε στις 19 του περασμένου Μάη, «η παραγωγή πετρελαίου ήταν κατά μέσο όρο 2.1 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα απ’ το Φλεβάρη μέχρι τον Απρίλη του 2005, σε αντίθεση με το στόχο που ήταν 2.5 εκατομμύρια και το προπολεμικό μέγιστο των 2.5 εκατ. βαρελιών το Μάρτη του 2003. Οι εξαγωγές κυμανθήκαν κατά μέσο όρο στα 1.3 με 1.4 εκατ. βαρέλια απ’ τον Γενάρη μέχρι τον Απρίλη του 2005, περισσότερο εξαιτίας των σαμποτάζ στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις και τους αγωγούς. Χάρη στην έκρηξη των τιμών του πετρελαίου, τα έσοδα απ’ τις εξαγωγές πετρελαίου αυξήθηκαν από 5.1 δισ. δολάρια το 2003 σε 17 δισ. το 2004 και 6.2 δισ. μέσα στους τέσσερις πρώτους μήνες του 2005».
Το ίδιο ισχύει και για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ο συγγραφέας της έκθεσης, επικαλούμενος τα ιστογράμματα του αμερικάνικου υπουργείου Πολέμου, αναφέρει ότι και σ’ αυτόν τον τομέα εξαιτίας των σαμποτάζ δεν επιτεύχθηκαν οι στόχοι και τα επίπεδα παραγωγής ενέργειας στη χώρα είναι κάτω απ’ τα προπολεμικά. Και συνεχίζει: «Τα σαμποτάζ είχαν σαν αποτέλεσμα να καταστραφούν πολλά απ’ τα 229 εργοστάσια νερού από την άνοιξη του 2005 και γύρω στο 90% των δήμων της χώρας στερούνται εγκαταστάσεων επεξεργασίας λυμάτων, με αποτέλεσμα να μολύνονται οι κύριες πηγές νερού επειδή τα λύματα καταλήγουν στον Τίγρη και τον Ευφράτη. Το υπουργείο Δημοσίων Εργων του Ιράκ υπολόγισε τον Απρίλη του 2005 ότι παρείχε νερό σε 17 εκατομμύρια Ιρακινούς (70% του πληθυσμού) και οι παροχές ήταν τόσο κακές που κάπου το 30% των 17 εκατομμυρίων δεν είχε πρόσβαση σε πόσιμο νερό. Πολλά έργα ακυρώθηκαν και 1 δισ. δολάρια απ’ τα 3.65 δισ. που προορίζονταν για αμερικάνικη βοήθεια κατευθύνθηκαν για την κάλυψη αναγκών ασφαλείας».
♦ Μαζική υποστήριξη στο αντάρτικο
Είναι αυτή η κατάσταση που κάνει ακόμα δυσκολότερο το έργο των κατακτητών. Γιατί ο ιρακινός λαός – ακόμα κι αυτοί οι λίγοι που είχαν αυταπάτες ότι κάτι θα αλλάξει με την ανατροπή του Σαντάμ – διαπιστώνει ότι όσο παρατείνεται η κατοχή τόσο χειροτερεύει η ζωή του. Γι’ αυτό και πλαισιώνει το αντάρτικο. «Είναι αναμφισβήτητο ότι οι στασιαστές είναι εξαιρετικά περισσότερο λαοφιλείς μέσα στην Σουνιτική αραβική κοινότητα σήμερα απ’ όσο ήταν πριν από δύο χρόνια» λέει ο Τζοάν Κολ, καθηγητής Ιστορίας της Μέσης Ανατολής του πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν (Christian Science Monitor, σε άρθρο με τίτλο «Αμερικάνικη στρατηγική στο Ιράκ; Είναι αποτελεσματική;», 21/6/05). Ενώ ο Κόρντεσμαν (ο πρώην διευθυντής που αναφέραμε παραπάνω) παραδέχεται με αφοπλιστική ειλικρίνεια ότι «η σύλληψη των εμπλεκομένων σε επιθέσεις αυτοκτονίας μοιάζει περισσότερο με τις κατασχέσεις ναρκωτικών: είναι παρήγορη αλλά ατελείωτα άστοχη. Πάντα θα υπάρχουν περισσότεροι. Και τα δύο δεν οδηγούν πουθενά».
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι Αμερικάνοι πεζοναύτες παραπονιούνται επειδή οι επιτυχίες τους στο μέτωπο δεν είναι ικανές να αλλάξουν την κατάσταση. «Εχουμε κερδίσει κάθε μάχη που μας έβαλαν, όμως πάντα μοιάζει να υπάρχει ο ίδιος αριθμός ανθρώπων που μας πολεμούν, όσος ήταν κι όταν ήρθαμε» γκρινιάζει ένας επαγγελματίας πεζοναύτης αξιωματικός που πρόσφατα επέστρεψε απ’ το Ιράκ (Christian Science Monitor, στο ίδιο).
♦ Ανοιχτές πληγές
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι αμερικάνικες «επιτυχίες» να είναι τόσο αποτελεσματικές όσο και η επούλωση ανοιχτών πληγών με… νεράκι. «Σε πόλεις όπως η Φαλούτζα, που κάποτε πίστευε κανείς ότι ηττήθηκε αποφασιστικά απ’ τις ΗΠΑ, οι συμπλοκές αυξάνονται, με τρεις συγκρούσεις την Κυριακή να τελειώνουν με 15 νεκρούς στασιαστές. Στην πόλη Ταλ Αφάρ στο βορρά, η βία εξακολουθεί να μαίνεται, παρά τις τρεις μεγάλες αμερικάνικες επιχειρήσεις που έγιναν στα δυο τελευταία χρόνια κι ενώ η περιβόητη οδός Χάιφα στο κέντρο της Βαγδάτης ησύχασε με κοινές επιχειρήσεις του αμερικάνικου και ιρακινού στρατού αυτή την άνοιξη, οι επιθέσεις αυτοκτονίας συνεχίζονται σε άλλα τμήματα της πόλης» (στο ίδιο).
Το ίδιο συμβαίνει και σε μια άλλη πόλη που «αποκατέστησαν την τάξη» οι Αμερικάνοι. Το Ραμάντι στην επαρχία Ανμπάρ, γύρω στα 100 χιλιόμετρα δυτικά της Βαγδάτης. Οπως μας πληροφορεί ο βρετανικός Γκάρντιαν σε δημοσίευμα της προηγούμενης βδομάδας (17/6), οι αντάρτες πήραν υπό τον έλεγχό τους μεγάλο μέρος της πόλης «τρομοκρατώντας τον πληθυσμό» με δημόσιους αποκεφαλισμούς, ενώ μια μεγάλη βόμβα είχε σαν αποτέλεσμα το θάνατο πέντε Αμερικάνων πεζοναυτών «τροφοδοτώντας υποψίες ότι η αντιαρματική τεχνολογία αναπτύσσεται και δοκιμάζεται στο Ραμάντι» (Γκάρντιαν 176//05). Οι Αμερικάνοι διοικητές νιώθουν σα να ψάχνουν νερό στην έρημο «μπορούν να νικούν σε κάθε γειτονιά ή μεσαία πόλη κάνοντάς την «κόσκινο» για όσο καιρό είναι παρόντες με τη δύναμή τους, όμως οι προσπάθειές τους σβήνουν όταν αναγκαστικά θα πρέπει να φύγουν και να μετακινηθούν για την επόμενη συμπλοκή» (Christian Science Monitor, 21/6).
Σύμφωνα με τον Κόρντεσμαν, οι αντάρτες δεν έχουν άμεσο πρόβλημα ανεφοδιασμού με οπλισμό έχοντας αρπάξει πολλά όπλα απ’ τις αποθήκες στρατιωτικού υλικού της χώρας κατά τη διάρκεια και μετά την ανατροπή του Σαντάμ.
♦ Ανησυχία
Αυτή η κατάσταση έχει προκαλέσει ανησυχία ακόμα και μέσα στο κόμμα του Μπους. Ο γερουσιαστής Χανκ Χάγκελ απ’ τη Νεμπράσκα δήλωνε σχετικά με την κατάσταση στο Ιράκ σε συνέτευξη στο περιοδικό «Αμερικάνικα Νέα και Παγκόσμια ειδησεογραφία» την προηγούμενη βδομάδα: «Τα πράγματα δε γίνονται καλύτερα, γίνονται χειρότερα…Ο Λευκός Οίκος είναι απόλυτα αποκομμένος απ’ την πραγματικότητα».
Το ίδιο υποστηρίζει και ο Κόρντεσμαν που στη έκθεσή του που αναφέραμε παραπάνω κατηγορεί την αμερικάνικη ηγεσία για πληθώρα λαθών και παραβλέψεων της κατάστασης στο Ιράκ και για συστηματική προσπάθεια υποτίμησης της εξέγερσης: «Σαν αποτέλεσμα οι ΗΠΑ απέτυχαν να ενασχοληθούν από κοντά με την ιρακινή ανταρσία κατά τον πρώτο χρόνο της αμερικάνικης κατοχής…Αντέδρασαν αργά στην εξάπλωση της ανταρσίας στο Ιράκ, άργησαν να παραδεχτούν ότι είναι κυρίως εγχώρια στο χαρακτήρα και ότι είχε σημαντική λαϊκή υποστήριξη» (Α. Κόρντεσμαν, «Η ιρακινή αναπτυσσόμενη ανταρσία», 19/5/05).
♦ Να φύγουν οι Αμερικάνοι
Την ίδια στιγμή πληθαίνουν και οι φωνές ακόμα και μέσα στην «ιρακινή βουλή» που ζητούν την αποχώρηση των στρατών κατοχής. Oπως μας πληροφορεί το πρακτορείο Islam Online (20/6), 82 απ’ τους 275 βουλευτές (δηλαδή περίπου το 30%) σε κοινό ανακοινωθέν ζητούν άμεσο χρονοδιάγραμμα αποχώρησης όλων των στρατών κατοχής, υπογραμμίζοντας ότι παρόμοιες εκκλήσεις τους στο παρελθόν αντιμετωπίστηκαν με αδιαφορία.
Ο ριζοσπάστης Σιίτης κληρικός, Μοκτάντα Σαντρ, ο στρατός του οποίου συγκρούστηκε δύο φορές πέρσι με τις αμερικάνικες δυνάμεις, όπως αναφέραμε και σε προηγούμενο φύλλο της «Κ», έχει δηλώσει ότι δε συμμετέχει στην πολιτική διαδικασία καταγγέλλοντας την απόφαση της κυβέρνησης να παρατείνει την παραμονή των ξένων στρατευμάτων στη χώρα.
Κάθε προσπάθεια, λοιπόν, να εξωραϊστεί η κατοχή αποδεικνύεται μάταιη. Ο ιρακινός λαός ματώνει αλλά κατορθώνει το «ακατόρθωτο». Αυτό που οι λαοί στη Δύση δεν έχουν ακόμα αντιληφθεί στην ολότητά του, παραμένοντας θεατές των εξελίξεων κι όχι ενεργοί συμπαραστάτες μιας εξέγερσης που σφραγίζει την σύγχρονη ιστορία, το ίδιο κι ίσως περισσότερο απ’ το Βιετνάμ τη δεκαετία του ’70.